ΓΝΩΜΕΣ
Μιχ.Μήττας: Θέλουμε να γυρίσουμε πίσω;
Γράφει ο Μιχάλης Μήττας,
Η παραίτηση του μητροπολίτη Άνθιμου ήταν η τελευταία σελίδα ενός κεφαλαίου της Θεσσαλονίκης. Εκείνου του κεφαλαίου που, όχι άδικα, έχει χαρακτηριστεί ως το πιο σκοτεινό στην μεταπολιτευτική της ιστορία.
Η πρώτη δεκαετία της χιλιετίας βρίσκει την πόλη μας να διοικείται από το “τρίγωνο της καταστροφής“, όπως εύστοχα το είχε πειργράψει ο Μπουτάρης. Ο Β. Παπαγεωργόπουλος παρέμεινε δήμαρχος επί 11 έτη και στα 8 εξ αυτών συνέπεσε με τον Π. Ψωμιάδη να θητεύει νομάρχης. Αμφότεροι προέρχονταν από τη Νέα Δημοκρατία, με τον δεύτερο μάλιστα συχνά να εκφράζει υπερσυντηρητικές ως και ακροδεξιές απόψεις. Το ίδιο διάστημα ο μητροπολίτης Θεσσαλονίκης Άνθιμος, επίσης εκφραστής της συντηρητικότερης πτέρυγας της εκκλησίας, δεν παρέλειπε να επιχειρεί πολιτικές παρεμβάσεις, αναμειγνυόμενος ακόμα και στις αυτοδιοικητικές εκλογές υπέρ των πρώτων δύο. Όλοι μαζί λοιπόν διαμόρφωσαν ένα πλαίσιο διαπλοκής και πολιτικής αισθητικής που θεμελίωσε την εικόνα μιας πόλης εξαιρετικά συντηρητικής.
Δεν ήταν όμως μόνο “της καταστροφής“, αλλά και “της αμαρτίας“. Ο πρώην δήμαρχος καταδικάστηκε σε δωδεκαετή κάθειρξη για υπεξαίρεση μαμούθ από τα ταμεία του Δήμου, ο οποίος σημειωτέον το 2010 παραδόθηκε σε σημείο σχεδόν πτώχευσης. Ο πρώην νομάρχης, επίσης καταδικάστηκε για τα αδικήματα της παράβασης καθήκοντος (παράτυπη μείωση διοικητικών προστίμων που είχε επιβάλει η νομαρχία) ενώ ήδη διώκεται και για άλλη υπόθεση (απευθείας αναθέσεις), για την οποία έχει εκπέσει του αξιώματος του.
Το 2010 λοιπόν η Πρωτοβουλία του Μπουτάρη, συνενώνοντας ένα ευρύ, αν και όχι πλήρες (ο ΣΥΡΙΖΑ κατέβασε δικό του συνδυασμό) ούτε ομοιογενές (συμμετείχαν ακόμα τόσο νυν δήμαρχος όσο και άλλα στελέχη προερχόμενα από τη ΝΔ), τόξο της προοδευτικής κοινωνίας της πόλης, πέτυχε την ανατροπή. Χωρίς να μπορεί κανείς να ισχυριστεί ότι έλυσε όλα τα προβλήματα, οι θαρραλέες παρεμβάσεις τόσο στον δημόσιο χώρο όσο και στον δημόσιο λόγο, οδήγησαν την πόλη σε αλλαγή σελίδας, τρέχοντας την στον 21ο αιώνα και ανοίγοντάς την σε διεθνές επίπεδο. Το 2019 όμως (αν όχι de facto και νωρίτερα) έπαψε τόσο η Πρωτοβουλία, όσο και ότι εξέφραζε, έπαψαν οριστικά να υπάρχουν.
Η Θεσσαλονίκη, είναι μια πόλη με πλούσια ιστορία σε κοινωνικούς αγώνες αλλά και διαχρονικά κοσμοπολίτικη. Είναι όμως και μια πόλη που διήλθε περίοδο ανοικοδόμησης, όχι μόνο αρχιτεκτονικής, αλλά και κοινωνικής και εθνοτικής. Η περίπλοκη ιστορία της δόμησε μια κοινότητα αντιφάσεων και μια κοινωνία αντιθέσεων. Ακόμα λοιπόν και απόντων των βασικών πρωταγωνιστών του της τελευταίας εικοσαετίας, το δίλημμα συντήρηση ή πρόοδος, με τις απτές συνέπειες του στον αυτοδιοικτικό μικρόκοσμο, παραμένει. Θα συνεχίσει δε να μας απασχολεί σε αυτή τη πόλη, όσο και αν αλλάζουν τα πρόσωπα που το εκφράζουν. Δυνάμεις που λειτουργούν με τρόπους υπόγειους συνεχίζουν να υπάρχουν. Φάνηκε με αφορμή τις ποικίλλες (τι είδους άραγε;) πιέσεις που φαίνεται ότι ασκήθηκαν σε υποψηφίους και οδήγησαν στην τελική απόσυρση του «αντάρτη» Ορφανού, φάνηκε και την πρόσφατη ανακοίνωση του Δημάρχου που, επί της ουσίας, απειλεί με μηνύσεις σε όποιον ασκεί κριτική.
Το δίλημμα άρα παραμένει ουσιώδες. Προφανώς, αυτοδιοίκηση σημαίνει κατ’ αρχήν καθαριότητα, κυκλοφοριακό, ποιότητα ζωής και όλα εκείνα που συνθέτουν την “μικρή” αλλά τόσο σημαντική καθημερινότητά μας. Όλους μας απασχολούν και όλοι (ακόμα και οι απερχόμενοι) δεσμεύονται να τα λύσουν. Η αυτοδιοίκηση όμως είναι και πολιτικό (όχι απαραίτητα κομματικό) χρώμα, έστω σε μικρό, τοπικό, επίπεδο. Είναι αυτό που δίνει τον ρυθμό και τις προτεραιότητες της πόλης, που καθορίζει την αισθητική της και τις αξίες της. Η πολιτική αυτή τοποθέτηση σε ένα δίλημμα που άλλοι το περιγράφουν «πρόοδος – συντήρηση», άλλοι «αριστερά – δεξιά», με απλά λόγια, θα ορίσει το ποια θα είναι η πόλη μας και ποιοι θα είμαστε εμείς μέσα σε αυτή. Καθορίζει αν η Θεσσαλονίκη θα είναι μια πόλη που η διαφορετικότητα θα είναι δικαίωμα που πραγματικά ασκείται, που η κοινωνική συνοχή και αλληλεγγύη θα είναι προτεραιότητα, που ο πολιτισμός θα είναι κάτι περισσότερο από φολκλόρ, που η νεολαία θα έχει ουσιαστική συμμετοχή στις αποφάσεις, που η δημόσια αρχιτεκτονική θα διαμορφώνεται με βάση της πραγματικές ανάγκες των κατοίκων και όχι την μεγαλομανία των εργολάβων, που θα αγκαλιάζει τα νέα κοινωνικά κινήματα, που θα διεκδικεί και θα παρεμβαίνει, που θα είναι προορισμός και πατρίδα για κάθε άνθρωπο. Αυτό είναι το πλαίσιο της Ομάδας για την Θεσσαλονίκη.
Όσο λοιπόν και αν, σε εκλογείς και υποψήφιους, μας είναι ελκυστικό να εστιάζουμε στα πρακτικά και καθημερινά προβλήματα, που δυστυχώς εδώ είναι άφθονα, το αιώνιο δίλημμα της πόλης, θα πρέπει να μας απασχολήσει και φέτος το φθινόπωρο. Και να μην ρισκάρουμε μια επιστροφή σε εκείνη την σκοτεινή εποχή, που όλοι ελπίζουμε ότι αφήσαμε πίσω. Αυτή η επιστροφή, προσωπικά, με φοβίζει.
*Μιχάλης Μήττας, δικηγόρος παρ’ Αρείω Πάγω, μέλος ΔΣ Δικηγορικού Συλλόγου Θεσσαλονίκης, υποψήφιος δημοτικός σύμβουλος με την «Ομάδα για τη Θεσσαλονίκη» του Στέλιου Αγγελούδη.