Με αφορμή τη συζήτηση στην Ολομέλεια της Βουλής για τον Προϋπολογισμό του έτους 2025 τοποθετήθηκε η Βουλευτής Β2 Δυτικού Τομέα Αθηνών του ΠΑΣΟΚ- Κινήματος Αλλαγής, Νάντια Γιαννακοπούλου.Ξεκινώντας την ομιλία της, ανέφερε:«H συζήτηση για τον Προϋπολογισμό παρουσιάζει πάντα σημαντικό ενδιαφέρον. Φέτος αυτό ισχύει ακόμα πιο έντονα.Και ισχύει πιο έντονα, γιατί συμπληρώνουμε πάνω από τρία χρόνια αμείωτης ακρίβειας: ακρίβειας στο ράφι, ακρίβειας στη στέγαση, ακρίβειας στις βασικές υπηρεσίες προς κάθε νοικοκυριό. Αυτή ακριβώς η κατάσταση έχει πρώτα από όλα ένα βαρύ οικονομικό αποτέλεσμα που το νιώθει ο κάθε πολίτης όταν πληρώνει τους λογαριασμούς του. Έχει όμως και ένα σημαντικό κοινωνικό αντίκτυπο, καθώς υποχρεώνει μεγάλα τμήματα του πληθυσμού σε αλλαγή της καθημερινότητάς τους και υποβάθμιση της ποιότητας της ζωής τους και πολύ φοβάμαι και των προοπτικών τους για το μέλλον.Γιατί πώς αλλιώς μπορείς να περιγράψεις τον περιορισμό του δικαιώματος στη στέγαση, στις υπηρεσίες υγείας, στη θέρμανση ή ακόμη και των βασικών ειδών διατροφής ; Και είναι αυτός ακριβώς ο λόγος που η ανασφάλεια, η απαισιοδοξία επανέρχεται στις ζωές των ανθρώπων, όπως αποτυπώνουν πολλές πρόσφατες έρευνες».Η κα.Γιαννακοπούλου υπογράμμισε ότι :«Η Κυβέρνηση επιλέγει να παρουσιάσει έναν προϋπολογισμό που αποτυπώνει τα χαρακτηριστικά ενός αυτάρεσκου κράτους που εκμεταλλεύεται την ακρίβεια προκειμένου να αυξήσει τα έσοδά του και να βελτιώσει τους μακροοικονομικούς του δείκτες. Αδιαφορεί όμως για το γεγονός ότι αυτή η εικόνα ευμάρειας έχει ελάχιστη αντιστοίχιση με την πραγματικότητα στα νοικοκυριά, στους υπαλλήλους, στους επαγγελματίες, στους αγρότες και στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις. Είναι όλοι αυτοί που το 2024 θα κληθούν να πληρώσουν 29% περισσότερους φόρους από ό,τι το 2019, έναντι μιας αύξησης του πραγματικού ΑΕΠ που ανέρχεται μόλις στο 10% την ίδια περίοδο.Στο σκέλος των εσόδων, ο προϋπολογισμός επιμένει σε μια ξεκάθαρα λάθος φορολογική αρχιτεκτονική καθώς αντλεί τα έσοδά του κυρίως από έμμεσους φόρους, οι οποίοι σε αναλογία με τους άμεσους είναι 62 προς 38%, έναντι του 50-50 στην υπόλοιπη Ευρώπη. Μια απαράδεκτη κατάσταση που συντηρείται από την αποδοχή ως κανονικότητας όλων των στρεβλώσεων που επέφεραν τα προηγούμενα χρόνια τα μνημόνια, όπως οι υψηλοί συντελεστές ΦΠΑ, οι ειδικοί φόροι κατανάλωσης, οι κεφαλικοί φόροι, η δέσμευση εθνικών πόρων στην αποπληρωμή του χρέους και πολλά άλλα.Ενισχύεται όμως και από την έλλειψη ικανότητας ή βούλησης της Κυβέρνησης να προχωρήσει στην οριστική πάταξη της φοροδιαφυγής και της φοροαποφυγής, παρά το γεγονός ότι η τεχνολογία σήμερα είναι σε θέση να αντιμετωπίσει ολοκληρωμένα αυτή την χρόνια πληγή της εθνικής οικονομίας. Μια αποτυχία που ομολόγησε άλλωστε με τρόπο κυνικό η Κυβέρνηση με την εισαγωγή της τεκμαρτής φορολόγησης στους Ελεύθερους Επαγγελματίες, που στην ουσία λέει «δεν μπορώ να πιάσω την φοροδιαφυγή, επομένως δώστε όλοι από κάτι για να βγουν τα νούμερα»! Πέραν όμως από αυτό το ανισόρροπο και άδικο φορολογικό μίγμα, ο προϋπολογισμός δεν ανταποκρίνεται στους δύο βασικούς σκοπούς που πρέπει να υπηρετεί κάθε προϋπολογισμός: την αναδιανομή των πόρων υπέρ των ασθενέστερων και, την προώθηση πολιτικών που ενισχύουν την ανάπτυξη.Η συνεχιζόμενη υποχρηματοδότηση βασικών πυλώνων του κοινωνικού κράτους, όπως η παιδεία, η υγεία και η ασφάλιση δεν συνιστά μόνο πρόσθετες δαπάνες των νοικοκυριών για αγορά ιδιωτικών υπηρεσιών αλλά και εμπόδιο στην αντιμετώπιση του δημογραφικού προβλήματος, την πρόσβαση στην αγορά εργασίας αλλά και τις προοπτικές της εθνικής οικονομίας.Ο πληθωρισμός, που αντιμετωπίζεται από την Κυβέρνηση περίπου ως φυσικό φαινόμενο που κάποια στιγμή θα ολοκληρώσει τον κύκλο του και θα εξασθενίσει, τροφοδοτείται στην ουσία από ένα σύνολο συστημικών ζητημάτων τα οποία δεν αντιμετωπίζονται γιατί η Κυβέρνηση ασχολείται με τα συμπτώματα και όχι με τις αιτίες των προβλημάτων».Τόνισε ιδιαίτερα ότι: «Η απουσία ολοκληρωμένων λύσεων έχει όμως και έναν ακόμη σοβαρότερο αντίκτυπο: ναρκοθετεί τις αναπτυξιακές προοπτικές της οικονομίας. Μιας οικονομίας που ανακάμπτει βεβαίως μετά από τα χρόνια βαθιάς ύφεσης, απέχει όμως πολύ από το να χαρακτηριστεί μια δυναμικά αναπτυσσόμενη και ανταγωνιστική οικονομία. Γεγονός που αποτυπώνεται γλαφυρά στην αγοραστική δύναμη των πολιτών, όπου η χώρα μας παρά τις αυξήσεις μισθών παραμένει στην προτελευταία θέση της Ευρώπης των 27.Η ακρίβεια στην ενέργεια, τις πρώτες ύλες και το κόστος παραγωγής ανατροφοδοτεί τις ανατιμήσεις και μειώνει την ανταγωνιστικότητα των ελληνικών επιχειρήσεων στο εξωτερικό. Πολύ περισσότερο όταν οι ανταγωνιστές τους έμμεσα επιδοτούνται από τις πολύ φθηνότερες τιμές ενέργειες στη δική τους αγορά. Η έλλειψη ρευστότητας, η περιορισμένη πρόσβαση σε προγράμματα ενίσχυσης αλλά και η αδυναμία από την πλευρά του κράτους να εξασφαλίσει όρους υγιούς ανταγωνισμού, δημιουργούν προβλήματα στις επιχειρήσεις. Κι αυτό γιατί τα περισσότερα από τα ζητήματα που εξετάζουμε μέσα από το δημοσιονομικό πρίσμα έχουν συνήθως δευτερογενείς επιπτώσεις στην οικονομία, όπως για παράδειγμα η φοροδιαφυγή που στην ουσία ενισχύει την ανταγωνιστικότητα εκείνων που δεν πληρώνουν φόρους.Είναι σαφές ότι η Κυβέρνηση έχει χάσει πλέον τον προσανατολισμό της και έχει προσχωρήσει σε μια διαχειριστική και επικοινωνιακή αντίληψη. Επαναλαμβάνει τον εαυτό της. Επαναλαμβάνει τις πολιτικές του 2019 το 2024 και αδυνατεί να κατανοήσει ότι βρισκόμαστε σε ένα εντελώς διαφορετικό περιβάλλον. Επιχαίρει για οικονομικούς δείκτες συγκρίνοντάς τους με μια περίοδο οικονομικής καταστροφής και όχι με τον σημερινό ευρωπαϊκό οικονομικό χάρτη. Αντιμετωπίζει τα προβλήματα της οικονομίας με ευκαιριακό και αποσπασματικό τρόπο, χωρίς σχέδιο και στρατηγική. Αντιδρά σε γεγονότα με επιδοματικές κυρίως πολιτικές και ύστερα αναίρει τον εαυτό της, για τον επαναλάβει ξανά αργότερα. Οι προτάσεις που δέχεται από το ΠΑΣΟΚ αντιμετωπίζονται με πολιτική αμηχανία, καθώς αντί να γίνονται αντικείμενο δημιουργικής αξιοποίησης γίνονται μέσο πολιτικής απαξίωσής μας.Αρνείται να μπει στη λογική ενός σχεδίου μείωσης των έμμεσων φόρων και ενίσχυσης της αγοραστικής δύναμης των πολιτών. Αρνείται να αντιμετωπίσει τις ολιγοπωλιακές συνθήκες που έχουν διαμορφωθεί στην αγορά σε πολλούς και κρίσιμους κλάδους της οικονομίας, όπως στα τρόφιμα, στις τράπεζες, στην ενέργεια.Έχει πείσει τον εαυτό της ότι όλα βαίνουν καλώς και είναι απλά θέμα χρόνου όλη αυτή η «επιτυχία» να περάσει στην κοινωνία. Έχει αρχίσει κι’ αυτή να έχει τις δικές της αυταπάτες.»Κλείνοντας, η Βουλευτής δήλωσε ότι :«Για το ΠΑΣΟΚ η ευημερία των αριθμών πρέπει υποχρεωτικά να συμβαδίζει με την ευημερία των πολιτών. Άλλωστε δεν έχει κανένα νόημα. Αν δεν συμβαίνει αυτό δεν είναι λάθος τα νούμερα, αλλά ο τρόπος με τον οποίο διαμορφώνονται. Γιατί δεν μπορούμε να μεταχειριζόμαστε ως οδηγό τους μέσους όρους που συνυπολογίζουντις ανισότητες. Ούτε να αγνοούμε τον τρόπο διανομής των φορολογικών βαρών και τη διάχυση της ανάπτυξης στην κοινωνία. Ο προϋπολογισμός είναι πρώτα από όλα ένα εργαλείο μείωσης των ανισοτήτων και ενίσχυσης της κοινωνικής συνοχής.Το ΠΑΣΟΚ θα είναι εδώ κατά τη διάρκεια της εφαρμογής αυτού του προϋπολογισμού για να συμβάλει στη βελτίωση των επιπτώσεων της μυωπικής στρατηγικής της Κυβέρνησης. Με ρεαλιστικές και κοστολογημένες προτάσεις, αναλαμβάνοντας το ιστορικό χρέος να υπηρετήσει τις ανάγκες του ελληνικού λαού». |