ΓΝΩΜΕΣ
Αλέξανδρος Κουπατσιάρης: Ο «πολυδιάστατος εκσυγχρονισμός» και άλλα παραμύθια… του κ. Μητσοτάκη
του Αλέξανδρου Αριστοτέλη Κουπατσιάρη,
Αναπληρωτή Γραμματέα του Τομέα Παιδείας του ΠΑ.ΣΟ.Κ.-Κινήματος Αλλαγής
Αυτές τις μέρες διεξάγεται στη Βουλή των Ελλήνων, μετά τις εθνικές εκλογές με την ισχυρή νίκη της Ν.Δ. και την ορκωμοσία των Βουλευτών, η συζήτηση για τις προγραμματικές δηλώσεις/δεσμεύσεις της Κυβέρνησης. Ο Πρωθυπουργός, κ. Μητσοτάκης, σε μια ομιλία 75 λεπτών και 8.400 λέξεων, όπως λένε περιχαρή στελέχη και Υπουργοί του κυβερνώντος κόμματος, μας ξενάγησε στην Ελλάδα του μέλλοντος ή καλύτερα του 2027 παρουσιάζοντας τις στοχεύσεις και τα εξειδικευμένα μέτρα που θα λάβει την προσεχή τετραετία. Αντιστοιχούν, όμως, τα λόγια με τα έργα με βάση τα πεπραγμένα της προηγούμενης κυβερνητικής θητείας της Ν.Δ.; Και πώς θα είναι η δεύτερη τετραετία πιο δημιουργική και επωφελής για τον λαό;
Θέλω να σταθώ σε ένα σημείο που επανέλαβε αρκετές φορές και έχει μεγάλη σημασία για το πώς βλέπει ο ίδιος ο Πρωθυπουργός τον εαυτό του και την πολιτική που εφαρμόζει. Θυμίζω ότι προεκλογικά, προκειμένου να ανοίξει το εκλογικό πεδίο προς το Κέντρο, είχε μιλήσει αρκετές φορές για «δημιουργικό εκσυγχρονισμό» και τώρα προχώρησε ένα βήμα παραπέρα, από το βήμα της Βουλής, εφευρίσκοντας και εισάγοντας στη δημόσια πολιτική ζωή τον όρο «πολυδιάστατος εκσυγχρονισμός». Είναι, όμως, έτσι η πραγματικότητα με βάση τις εξαγγελίες; Έχει την πρόθεση να ασκήσει μια τέτοια πολιτική;
Θα επιχειρήσω να εξηγήσω, αφενός, την πολιτική διαστρέβλωση και τον παραταξιακό αριβισμό που έχει αυτή η θεώρηση, κι αφετέρου, την αλαζονεία και την έπαρση που τη συνοδεύει. Κατά την ομιλία του, ο κ. Μητσοτάκης ύφανε το νήμα της διακυβέρνησής του ξεκινώντας από την εποχή του Εθνάρχη Ελευθερίου Βενιζέλου με τον «αστικό εκσυγχρονισμό», προχώρησε στο μετεμφυλιακό «ανορθωτικό εκσυγχρονισμό» των δεκαετιών του 1950 και 1960, μνημόνευσε την εποχή της μεταπολίτευσης με σημαίνοντα τον Κωνσταντίνο Καραμανλή, αλλά και τις περιόδους του ΠΑΣΟΚ με τους Ανδρέα Παπανδρέου και Κώστα Σημίτη με τον «πολιτικό εκσυγχρονισμό» και κατέληξε με τον ίδιο και την παράταξη της Ν.Δ. ως φυσικούς συνεχιστές της βαριάς παράδοσης της εκσυγχρονιστικής προσπάθειας της χώρας μας. Δεν ξέρω, αν ο κ. Μητσοτάκης διακατέχεται περισσότερο από πολιτική τόλμη και αυτοπεποίθηση ή από πολιτικό θράσος και αφέλεια για να προχωρά, στο σημερινό πολιτικο-οικονομικό εγχώριο και διεθνές γίγνεσθαι, σε τέτοιους απλοϊκούς συγκρητισμούς. Εξυπηρετεί την ουσία της πολιτικής του ή την προβολή μιας μεγαλομανίας;
Για να καταλάβει κανείς τι σημαίνει ιστορικά, πολιτικά και κοινωνικά «εκσυγχρονισμός» ένας τρόπος είναι να εντοπίσει ποιες είναι αυτές οι δομικές αλλαγές που συντελέστηκαν στην κοινωνία μέσα από τις εμβληματικές μεταρρυθμίσεις που συντελέστηκαν. Θα σημειώσω ορισμένα στοιχεία κάθε περιόδου στην οποία αναφέρθηκε ο Πρωθυπουργός και νομίζω εύκολα μπορεί μετά να αναρωτηθεί κανείς αν υπάρχει έστω μισό νομοσχέδιο πραγματικής μεταρρύθμισης της προηγούμενης κυβερνητικής περιόδου ή αν οι εξαγγελίες συντείνουν σε τέτοια κατεύθυνση.
Για τον «αστικό εκσυγχρονισμό», ο Ελευθέριος Βενιζέλος ήταν ένας πραγματικός επαναστάτης, με κορυφαία στιγμή το Κίνημα του Θερίσου. Το Σύνταγμα του 1911 είναι εμβληματικό για την αρχή της νομιμότητας, την εργασία, τον αγροτικό κόσμο, τη δικαιοσύνη και τη φορολογία, όπως επίσης και η αναδιοργάνωση του στρατεύματος. Με τον Εθνάρχη ευτυχήσαμε να δούμε την Ελλάδα να μεγαλώνει και να ισχυροποιείται στα Βαλκάνια, με τις «Συνθήκες» της εποχής, παρά τα τραγικά γεγονότα της Μικρασιατικής Καταστροφής και τις διάφορες επιμέρους κρίσεις. Σε ποιο ακριβώς πεδίο φαντάζεται ο Πρωθυπουργός, λοιπόν, ότι έχει σχέση με αυτόν τον μεγάλο πολιτικό άντρα;
Για τον δεύτερο εκσυγχρονιστικό σταθμό του αφηγήματός του, τον «ανορθωτικό εκσυγχρονισμό», αναμφίβολα ο Εμφύλιος Πόλεμος αποτελεί μια μελανή και σκοτεινή περίοδο για την πατρίδα μας και η ομαλοποίηση της Δημοκρατίας ήταν αναγκαία με τη συγκρότηση του κράτους δικαίου, τον εξορθολογισμό της διοίκησης, την ανάπτυξη της οικονομίας, τις υποδομές. Εδώ, ο κ. Μητσοτάκης αναφέρθηκε στις «ατέλειες της Δημοκρατίας» -μέχρι εκεί φτάνει η αυτοκριτική και η φιλελεύθερη ιδεολογία του- αποφεύγοντας να σημειώσει το μεγάλο μερίδιο ευθύνης της Δεξιάς της εποχής για τις μετεμφυλιακές διώξεις και για την πολιτική ανωμαλία της περιόδου. Βέβαια, η ιστορία κατέγραψε τον Γεώργιο Παπανδρέου ως Γέρο της Δημοκρατίας, αλλά προφανώς ο κ. Μητσοτάκης είναι επιλεκτικός συνεχιστής της βαριάς πολιτικής κληρονομιάς που επικαλείται! Μάλιστα, έκανε ειδική μνεία στο «ρίζωμα της δημόσιας και δωρεάν Εκπαίδευσης», ώστε να προβάλει την ανάγκη αναθεώρησης του άρθρου 16 του Συντάγματος κλείνοντας ταυτόχρονα το μάτι στο ΠΑ.ΣΟ.Κ. Με λίγα λόγια, η εκπαιδευτική μεταρρύθμιση του 1964 και 1965, που η ιστορία της εκπαίδευσης την ανήγαγε στα σημαντικότερα και πιο πρωτοποριακά νομοθετήματα, με Πρωθυπουργό και Υπουργό Παιδείας τον Γέρο, Υφυπουργό των Λουκή Ακρίτα και Γενικό Γραμματέα τον Ευάγγελο Παπανούτσο συγκρίνεται με τις προθέσεις του Πρωθυπουργού για την ελληνική Εκπαίδευση; Κατατάσσει τον ίδιο, την προηγούμενη Υπουργό Παιδείας κ. Κεραμέως και τον νυν Υπουργό Παιδείας κ. Πιερρακάκη και ό,τι «μεταρρύθμιση» κάνανε ή προτίθενται να κάνουν στο «ύψος» της μεταρρύθμισης που έθετε «τα θεμέλια για ισότητα όλων αδιακρίτως των πολιτών στα αγαθά της παιδείας», που κατοχύρωνε την 9ετή υποχρεωτική εκπαίδευση, που καθιέρωνε τη Δημοτική Γλώσσα σε όλες τις βαθμίδες εκπαίδευσης, που ίδρυε το Παιδαγωγικό Ινστιτούτο, που θεσμοθετούσε την Τεχνική Εκπαίδευση; Αν δεν είναι αυτό αλαζονεία και έπαρση, τότε τι είναι;
Για τον τρίτο σταθμό, τον «πολιτικό εκσυγχρονισμό», θα μπορούσε κανείς να αναγνωρίσει τον Πρωθυπουργό σαν συνεχιστή του Κωνσταντίνου Καραμανλή βασικά λόγω της ιδιότητας του Προέδρου της Ν.Δ. Κι εδώ, όμως, ο Πρωθυπουργός έχει επιλεκτική μνήμη και ακόμα επιλεκτικότερη αναφορά. Κρατά μόνο της περίοδο της Γ’ Ελληνικής Δημοκρατίας, το θετικό αποτύπωμα της ένταξης στην ΕΟΚ και δεν αναφέρει τον πρότερο βίο και πολιτεία του Καραμανλή. Δηλαδή, έναν βαθιά συντηρητικό πολιτικό ειδικά με την Ε.Ρ.Ε., με άσκηση βίας και εκτοπίσεις, στενά συνδεδεμένο με το στράτευμα, την Εκκλησία και το Παλάτι και πρωτοστάτη στις «εκλογές βίας και νοθείας». Ποια ακριβώς είναι η συνέχεια που επικαλείται ο Πρωθυπουργός; Έπειτα, αναφέρεται στην περίοδο των Κυβερνήσεων του ΠΑ.ΣΟ.Κ. σαν εκσυγχρονιστικές τομές. Πρόκειται για την κατάργηση των πιστοποιητικών κοινωνικών φρονημάτων, για την ίδρυση του ΕΣΥ με δωρεάν περίθαλψη για όλους, για το Οικογενειακό Δίκαιο, για την αναβάθμιση και τον εκδημοκρατισμό της Παιδείας, για την ισότητα των γυναικών, για την αναγνώριση της Εθνικής Αντίστασης με Πρωθυπουργό τον Ανδρέα Παπανδρέου και για την ένταξη στην ΟΝΕ, για την εξομάλυνση των ελληνοτουρκικών σχέσεων, για την κατασκευή μεγάλων δημόσιων έργων, για την αύξηση του ΑΕΠ και βέβαια την διοργάνωση των Ολυμπιακών Αγώνων με Πρωθυπουργό τον Κώστα Σημίτη. Και δεν θα επεκταθώ στην περίοδο του Γιώργου Παπανδρέου με την Ηλεκτρονική Διακυβέρνηση, το open gov, τη Διαύγεια, τον «Καλλικράτη», τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Στήριξης, την πράσινη ανάπτυξη, τον Νόμο για τα ΑΕΙ, κ.ά. Σε τι από τα παραπάνω έχει την παραμικρή ταύτιση ή σύμπλευση η Κυβέρνηση της Ν.Δ. σήμερα; Σε ποιους νομίζει ότι απευθύνεται ο κ. Μητσοτάκης; Επιθυμεί να ξαναγράψει την πολιτική ιστορία της χώρας;
Σε επίπεδο πολιτικής επιστήμης και άσκησης πολιτικής το νόημα του «πολιτικού εκσυγχρονισμού» είναι σαφές και δεσμευτικό. Στον αντίποδα, ο Πρωθυπουργός εφευρίσκει τον όρο «πολυδιάστατος εκσυγχρονισμός», ώστε να νομιμοποιήσει τις αντιμεταρρυθμιστικές και απορρυθμιστικές προτάσεις του, που δεν υπηρετούν τίποτα άλλο παρά μια νεοφιλελεύθερη και αντιδραστική ατζέντα. Συγχέει τον υποτιθέμενο πολιτικό εξορθολογισμό με της μικρής κλίμακας τεχνικές βελτιώσεις και διοικητικές τελειοποιήσεις με τον γνήσιο «εκσυγχρονισμό» για να δώσει άφεση στον πυρήνα της πολιτικής ιδεολογίας του και για να ενοχοποιήσει μελλοντικά το Κέντρο. Αυτό ειδικά ενισχύεται αν παρακολουθήσει κανείς τη ρητορική μετατόπισή του, την προεκλογική καμπάνια που προηγήθηκε και την άνοδο σε ποσοστό κοντά στο 15% της Ακροδεξιάς. Για τη συντηρητική παράταξη σκοπός είναι η μακροπρόθεσμη πολιτική επιβίωση. Πρόσκαιρα και επικοινωνιακά χρησιμοποιεί το «όχημα του Κέντρου» και αυτό το πέτυχε, αφενός, με την αδυναμία και αγκύλωση του ΣΥΡΙΖΑ να το εκφράσει και με την προηγούμενη μικρή εκλογική επιρροή του ΠΑ.ΣΟ.Κ., κι αφετέρου, με την αξιοποίηση πρόθυμων πολιτικών ή άλλων να υπηρετήσουν εν πολλοίς στρεβλά τον δήθεν «πολυδιάστατο εκσυγχρονισμό». Δεν θεωρώ, όμως, ότι η Ν.Δ. έχει σκοπό να διεμβολίσει το ΠΑ.ΣΟ.Κ. –που είναι ο μοναδικός πολιτικός εκφραστής της Σοσιαλδημοκρατίας- και να γίνει ένα υβριδικό κόμμα. Η δήλωση του Πρωθυπουργού ότι εκφράζει «τον χώρο από την Κεντροδεξιά μέχρι τις παρυφές της Κεντροαριστεράς» δηλώνει είτε τη λειτουργία ενός «κόμματος Μητσοτάκη» μέσα στη Ν.Δ. είτε την ακύρωση της παραδοσιακής Δεξιάς εντός της Ν.Δ. Βέβαια, η εξουσία συνιστά ισχυρό κίνητρο για να υπάρχει η απαιτούμενη ενότητα.
Επανέρχομαι στο θέμα του «εκσυγχρονισμού» και εν προκειμένω του «πολυδιάστατου εκσυγχρονισμού» που είναι το δομικό ζητούμενο. Επαίρεται ο Πρωθυπουργός ότι οι προγραμματικές δηλώσεις τον υπηρετούν. Είναι χαρακτηριστικό της πολιτικής θεωρίας του φιλελευθερισμού να χρησιμοποιεί καταχρηστικά τον όρο για να δηλώσει μονάχα την πρόνοια και την παρέμβαση στα επιμέρους και στα υποσυστήματα της πολιτικής εξουσίας. Τα κριτήρια του «πολιτικού πράττειν» αφορούν την εργαλειοποίηση των μέσων άσκησης πολιτικής και εξουσίας και δεν μαρτυρούν έναν κεντρικό σκοπό και μια διαφορετική αποστολή. Στο ίδιο αστικό τοπίο συνεχίζουν να υπάρχουν οι ίδιες δυνάμεις στο ίδιο κανονιστικό πλαίσιο. Δεν υπηρετείται η «Κοινωνία των Πολιτών», δεν ισχυροποιούνται οι πολιτικοί θεσμοί, δεν αίρονται οι παθογένειες των πολιτικών υποσυστημάτων και δεν εκλογικεύεται η δημοκρατία και η ελευθερία. Αντίθετα, ο πραγματικός «πολιτικός εκσυγχρονισμός» προτάσσει τον ριζικό μετασχηματισμό της πολιτικής μορφής και έκφρασης στο σύνολό της και αναδεικνύει εκείνες τις πολιτικές που επανασυνδέουν τα πολιτικά υποσυστήματα με την «Κοινωνία των Πολιτών» μέσα από νέου τύπου κανονιστικά πλαίσια δημοκρατικής, θεσμικής και πολιτικής οργάνωσης.
Κλείνοντας, επειδή μπορεί να είναι δύσκολες οι αναγωγές της θεωρίας στην πράξη, συγκρίνοντας κανείς τι σημαίνει «εκσυγχρονισμός» μέσα από τα παραδείγματα που αναφέρθηκαν παραπάνω για τις 3 περιόδους που επικαλέστηκε ο κ. Μητσοτάκης είναι εύκολο να καταλάβει κανείς ότι ο «εκσυγχρονισμός» υπηρετεί κεντρικές πολιτικές με στρατηγικό τρόπο. Αλλάζει το περιεχόμενο και το μείγμα. Από την άλλη, ο Πρωθυπουργός φρόντισε με τις προγραμματικές δηλώσεις του να αποδείξει ότι δεν έχει κανέναν σκοπό να υπηρετήσει μετασχηματισμούς, δομικές αλλαγές, επαναθεσμοποίηση και εκδημοκρατισμό των πολιτικών υποσυστημάτων. Θα εφαρμόσει μια πολιτική από τα ίδια που υπηρετεί λίγους και ισχυρούς και θέτει τους πολλούς και αδύναμους στο περιθώριο. Ενδεχομένως να καταπιαστεί με ορισμένα επιμέρους, αλλά θα αφήσει ανοιχτά τα κεντρικά ζητήματα. Θα εντείνει τις ανισότητες, την υπερσυγκέντρωση εξουσιών, το πελατειακό κράτος. Πολιτική των pass, ημίμετρα στελέχωσης υπηρεσιών, αναξιοκρατία, πενιχρές αυξήσεις στους υπαλλήλους, απαξίωση του δημόσιου χαρακτήρα δομών και αγαθών, εξυπηρέτηση της οικονομικής ελίτ, στασιμότητα υποδομών… είναι μέρος των παραμυθιών που αφηγείται!