ΠΟΛΙΤΙΚΗ
Δ. Μάντζος:«Η κυβέρνηση οφείλει να εξηγήσει γιατί άργησε τόσο πολύ να δεχτεί την τροπολογία για τους Σπαρτιάτες»
Ομιλία Δ. Μάντζου, εισηγητή ΠΑΣΟΚ-Κινήματος επί του σ/ντου υπουργείου Εξωτερικών: «Παρεμβάσεις στην οργάνωση και λειτουργία του υπουργείου Εξωτερικών»
Για την τροπολογία για τους Σπαρτιάτες
Προχθές στη συζήτηση του προϋπολογισμού, σε μια φιλική ανταλλαγή επιχειρημάτων με τον Υπουργό Επικρατείας, κατά πόσον έχουμε μια αντιπολίτευση «ό,τι να ‘ναι» ή μια κυβέρνηση που τρέχει και δεν φτάνει, απαρίθμησα μια σειρά από περιστατικά που αποδεικνύουν το δεύτερο και του ευχήθηκα «Καλά Χριστούγεννα».
Φάνηκε πως βιάστηκα.Έπρεπε να περιμένω να του ευχηθώ «Καλή Πρωτοχρονιά!»Πριν λίγες μόλις ώρες ήρθε -ω του θαύματος- η τροπολογία για αναστολή της κρατικής χρηματοδότησης στους Σπαρτιάτες. Λογικά μέχρι τα Φώτα θα φύγουν οι καλικάντζαροι και θα μειωθεί και ο ΦΠΑ στα βασικά αγαθά.
Τόσους μήνες μετά τις τροπολογίες που έχουμε καταθέσει, τόσον καιρό μετά από πάμπολλες ερωτήσεις και επίμονη πίεση η Κυβέρνηση αντιδρά, μόλις σήμερα.Προσπαθούμε από χθες τη νύχτα να υπολογίσουμε πόσα χρήματα θα είχαμε εξοικονομήσει αν είχατε κάνει δεκτές εγκαίρως όλες τις τροπολογίες μας και χάσαμε το μέτρημα.Αυτά γνωρίζετε τι θα τα κάνατε; Ή είναι σαν το μισό δισ. ευρώ που σας καλούμε να εισπράξετε από τις τράπεζες ως έκτακτη εισφορά και μας λέτε πως δεν τα εισπράττετε, επειδή δεν ξέρετε τι να τα κάνετε!
Ακόμη και προχθές που ο Πρόεδρόςμας, Ν. Ανδρουλάκης,αναφέρθηκε στο ζήτημα σιωπή από τα κυβερνητικά έδρανα. Σιγή. Σιωπή που έσπασαν μόνο οι αντιδράσεις από τα ορεινά της ακροδεξιάς.
Και λίγα λεπτά μετά καταμετρήσατε με χαρά τρεις ακόμη ψήφους από πρώην μέλη της εν λόγω Κοινοβουλευτικής Ομάδας. «Ενισχυμένη» η ΝΔ.
Ό,τι και να γραφτεί πάλι, ό,τι και να ειπωθεί. Οι πολίτες γνωρίζουν και βλέπουν το επίμονο μοτίβο: το ΠΑΣΟΚ προτείνει και προτείνει ξανά, η ΝΔ αρνείται πεισματικά, αντιδρά σπασμωδικά και στο τέλος ακολουθεί.
Η τροπολογία αυτή είναι μία ακόμη σπουδαία κοινοβουλευτική νίκη για το ΠΑΣΟΚ – Κίνημα Αλλαγής. Τη μόνη παράταξη που όρθωσε ανάστημα στους διαδόχους της νεοναζιστικής εγκληματικής οργάνωσης.Ακούει συστηματικά εδώ μέσα οχετό ύβρεων. Πάλι το ΠΑΣΟΚ έκανε τη δουλειά για τη δημοκρατία. Αλλά έτσι δεν συμβαίνει μισό αιώνα τώρα;
Ελπίζωόταν έρθει ο κ. Υπουργός Εσωτερικών να υποστηρίξει την τροπολογία, τουλάχιστον να έχει το πολιτικό θάρρος, πρώτον να αποδεχτεί ότι είναι και αυτή αποτέλεσμα ημών των λαϊκιστών και δεύτερον να εξηγήσει για ποιον λόγο υπήρξε όλη αυτή η καθυστέρηση. Τι τους ενοχλούσε στην τροπολογία μας, εκτός του ότι έγραφε «ΠΑΣΟΚ»;Θα επανέλθουμε στο ζήτημα.
Επί του σχεδίου νόμου
Το σχέδιο νόμου έχει ένα βασικό -ανυπέρβλητο- πρόβλημα. Στηρίζεται στο σαθρό έδαφος του ν. 4781/2021, που διέπει σήμερα την οργάνωση και λειτουργία του ΥΠΕΞ. Ένα νομοθέτημα, με εγγενείς παθογένειες, τόσον όσον αφορά στην αρχιτεκτονική του όσο και σε σχέση με την ουσία των ρυθμίσεών του. Και έτσι, το σχέδιο νόμου δεν καταφέρνει να επιλύσει ούτε καν μέρος των προβλημάτων των υπαλλήλων του. Είναι ακραία αποσπασματικές διατάξεις.
Αποτυγχάνει η κυβέρνηση να αποσείσει τις δικαιολογημένες εντυπώσεις που δίνει η λειτουργία του υπουργείου Εξωτερικών, ως πολιτικής ιδιοκτησίας της εκάστης ηγεσίας του. Αδυνατεί και δεν θέλει η κυβέρνηση να διαλύσει τις σκιές της αδιαφάνειας, της αναξιοκρατίαςστη λειτουργία του. Είναι μια μεγάλη χαμένη ευκαιρία -από το 2021 και διαρκεί ως σήμερα, δυστυχώς- να εκσυγχρονιστεί το υπουργείο Εξωτερικών, να προχωρήσουν αναγκαίες μεταρρυθμίσεις. Η πιο εξωστρεφής υπηρεσία του κράτους να γίνει πιο λειτουργική, αποδοτική και αξιοκρατική.
Και φυσικά αυτή η συζήτηση επιβεβαιώνει πολλά από όσα ειπώθηκαν πριν από τέσσερις μόλις ημέρες εδώ, όταν ο Υπουργός απευθύνθηκε, Σάββατο πρωί, στο Σώμα για τον προϋπολογισμό. Είναι, πλέον, γενική παραδοχή ότι ο προϋπολογισμός του υπουργείου Εξωτερικών είναι δυσανάλογα μικρός και ανεπαρκής. Ναι, η οικονομική κρίση είχε βαρύτατο τίμημα. Όμως δεν μπορεί ο προϋπολογισμός της εξωτερικής πολιτικής να είναι στο 0,17% του ΑΕΠ. Στον οποίο -για να μη μας διαφεύγει- περιλαμβάνονται απόρρητες δαπάνες, πάγιες εισφορές υπέρ διεθνών οργανισμών και λοιπές ανελαστικές δαπάνες.
Σε αυτό το περιβάλλον εισάγεται το σχέδιο νόμου. Το οποίο, για τους λόγους που τεκμηριώσαμε στην Επιτροπή, καταψηφίζουμε επί της αρχής, υπερψηφίζοντας σειρά διατάξεων που επιφέρουν βελτιώσεις, κατά κανόνα σε σφάλματα που η ίδια Κυβέρνηση δημιούργησε με τη νομοθέτηση του 2021.
Οι παρατηρήσεις μας αφορούν σε δύο άξονες: τη δομή και τα ζητήματα προσωπικού.
Είναι πρόβλημα πολιτικού σχεδιασμού, που επικυρώθηκε νομοθετικάτο 2021, ότι το ΥΠΕΞ για πρώτη φορά δεν διαθέτει διοικητική δομή και υπουργικό χαρτοφυλάκιο Ευρωπαϊκών Υποθέσεων. Μιλάμε -και σωστά- για την ανάγκη ενίσχυσης της Κοινής Εξωτερικής Πολιτικής και Πολιτικής Ασφαλείας της ΕΕ, για ανάπτυξη της αμυντικής βιομηχανίας, για διεύρυνση στα Δυτικά Βαλκάνια. Κι ενώ η χώρα μας πρόκειται το β΄ εξάμηνο του 2027 να αναλάβει την Προεδρία της ΕΕ.
Ενώ αναλαμβάνουμε από 01.01.2025 μημόνιμο μέλος του Συμβουλίου Ασφαλείας ΟΗΕ, είναι πολύ δυσχερές να στελεχωθεί πλήρως η διπλωματική μας αποστολή στη Νέα Υόρκη και αλλού με τα τρέχοντα οικονομικά δεδομένα.Υπάρχουν πρεσβείες υποστελεχωμένες σε τέτοιο βαθμό που είναι ένας πρέσβης με έναν υπάλληλο -ακόμη και σε χώρες αιχμής, όπως η Ινδία.
Όσον δε αφορά στα κτίρια, το κρίσιμο δεν είναι τόσο το ιδιοκτησιακό καθεστώς -που ρυθμίζεται πράγματι- όσο ένα σχέδιο συντήρησης και πραγματικής αξιοποίησης κτιρίων ιστορικών αλλά και πολύ παλαιών, όπως λ.χ. στην Washington ή στο Λονδίνο, όπου πρόσφατα διαβάσαμε για διαρροή στους τοίχους στην πρόσφατη επίσκεψη του Πρωθυπουργού.
Δομικό και λειτουργικό ζήτημα είναι το πώς βλέπει το ΥΠΕΞ τις νέες μορφές διπλωματίας:
Οικονομική διπλωματία. Το ερώτημα είναι αν οι πόροι επαρκούν ώστε να αναπτυχθούν οι διεθνείς οικονομικές σχέσεις της χώρας, αμφίδρομα: με την προσέλκυση ξένων επενδυτών στην Ελλάδα και με την υποστήριξη των ελληνικών επιχειρήσεων στο εξωτερικό. Παρά τις εξαγγελίες για νέες επενδύσεις, δεν παρέχονται οι πόροι για την υλοποίηση μιας στρατηγικής εξωστρέφειας της ελληνικής οικονομίας. Θα πρέπει, επίσης, να επανέλθει η συμμετοχή των κοινωνικών φορέων στη διαδικασία σχεδιασμού του δικτύου Γραφείων ΟΕΥ.
Έπειτα, είναι η δημόσια διπλωματία. Που όλοι συμφωνήσαμε ότι είναι κρίσιμο μέσο άσκησης επιρροής και προβολής ήπιας ισχύος.Απαιτείται πρώτα και κύρια κατάλληλα εξειδικευμένο προσωπικό με αναγκαία προσόντα, γνωστικά υπόβαθρα και δεξιότητες. Να βγει ο κλάδος από την κατάσταση limbo στην οποία βρίσκεται σήμερα. Με Γραφεία Δημόσιας Διπλωματίας στο εξωτερικό και δη σε χώρες, ακόμη και ειδικών συνθηκών και να αξιοποιήσει εκεί το προσωπικό.
Ακούστηκε στην Επιτροπή, πως στην εποχή της τεχνητής νοημοσύνης και των socialmedia πολλά γίνονται πιο εύκολα και χωρίς προσωπικό. Το ακριβώς αντίθετο ισχύει: επειδή ακριβώς η παραπληροφόρηση, πλέον με ΑΙ, είναι τέτοια, απαιτείται επένδυση στην Ψηφιακή Διπλωματία με ειδικό τμήμα στο ΥΠΕΞ, σε συνεργασία με την ΕΕ. Άρα να βασιστεί στον κρίσιμο κλάδο των μηχανικών επικοινωνίας και πληροφορικής.
Και, έπειτα, είναι όλα τα σοβαρά ζητήματα προσωπικού.
Πρώτα και κύρια, στην αξιοκρατία στην υπηρεσιακή εξέλιξη.
Έγινε και δικαίως πολλή συζήτηση για το άρθρο 37 παρ. 4 και τη μέθοδο της «απόλυτης εκλογής» στους ανώτερους βαθμούς της διπλωματικής ιεραρχίας. Δεν προβλέπονται δηλαδή κριτήρια που να διασφαλίζουν αντικειμενικότητα και αξιοκρατία. Δεν αιτιολογείται η επιλογή. Ενώ ακόμη και η προσφυγή του ενδιαφερομένου κατά μίας ενδεχόμενης άδικης κρίσης ουσιαστικά καταργείται. Υπάρχει ο κίνδυνος υπέρμετρης εξάρτησης των διπλωματών από πολιτικά κέντρα, με αποτέλεσμα οι ίδιοι να τελούν υπό καθεστώς διαρκώς φόβου που μπορεί να φτάνει μέχρι και του βαθμού της φίμωσης.Λόγω της «ιδιοκτησιακής» λειτουργίας του Υπουργείου από την πολιτική ηγεσία, επικρέμεται πάνω από το κεφάλι των διπλωματών η δαμόκλειος σπάθη μιας δυσμενούς και αναιτιολόγητης μετάθεσης ή τοποθέτησης σε υπηρεσία – «ψυγείο».
Προτείναμε να απαιτείται αιτιολόγηση και σύγκριση για κάθε επιλεγέντα προς προαγωγή υπάλληλο. Επίσης, πρέπει να προβλεφθεί η υποχρέωση (όχι ευχέρεια) συνεκτίμησης όλων των στοιχείων του ατομικού φακέλου του υπαλλήλου, ιδίως θητείας σε αρχές δυσμενών συνθηκών (κίνητρο για στελέχωση δυσμενών πόστων). Ομοίως, θα έπρεπε να λαμβάνονται υπ’ όψη μεταπτυχιακοί και διδακτορικοί τίτλοι, όπως συμβαίνει σε όλον τον δημόσιο τομέα.
Στο ίδιο κλίμα, στο άρθρο 30, είναι αναγκαίο να υπάρχει υποχρέωση του προϊσταμένου να καλεί όλους τους υπό αξιολόγηση υπαλλήλους και φυσικά να υπάρχει και δικαίωμα αντίδρασης στην αξιολόγηση αυτή.Δεν προβλέπονται συγκεκριμένα κριτήρια ούτε διαδικασία αξιολόγησης προϊσταμένων από υφισταμένους.
Στο άρθρο 47 είναι αναγκαίο η αναφορά στα 35 έτη για συνταξιοδότηση να παραμείνει στο κείμενο του νόμου. Ενώ και η διετής παράταση πρέπει να δίνεται σε ειδικές περιπτώσεις και όχι με κομματικές επιλογές
Και ενώ συμφωνούμε στην υποστελέχωση, έρχεται ο νομοθέτης στο άρθρο 55 και μειώνει διοικητικό προσωπικό. Και μάλιστα πού; Σε αρχές του εξωτερικού, όπως τα προξενικά γραφεία, όπου ακούστηκε στην επιτροπή ότι έχουμε σήμερα 2,4 υπαλλήλους κατά μ.ο. Την ώρα που εκεί συγκεντρώνεται διοικητικό βάρος με τις ανάγκες των αποδήμων Ελλήνων αλλά και των αιτήσεων θεώρησης εισόδου για εργαζομένους μετανάστες.Άρα εκεί χρειαζόμαστε ικανό διοικητικό προσωπικό και μηχανικούς επικοινωνίας.
Είναι βιωμένη πραγματικότητα: οι διπλωμάτες δίνουν τον αγώνα της καθημερινότητας, αντί να είναι στην πρωτοπορία της εκπροσώπησης της χώρας. Ανελαστικές δαπάνες δεν διευθετούνται -εισιτήρια, ενοίκια. Μια τέτοια διάταξη βλέπουμε και στο άρθρο 22.
Όπως σωστά ειπώθηκε από συνάδελφο στην Επιτροπή, είναι μάλλον ειρωνεία ότι συστήθηκε και Γραφείο Ισότητας στο ΥΠΕΞ και την ίδια ώρα στο άρθρο 24 να περιστέλλεται ουσιαστικά το δικαίωμα σε άδεια μητρότητας, για τους υπαλλήλους ΥΠΕΞ που υπηρετούν στο εξωτερικό. Ακούσαμε σχετικά από τους εκπροσώπους του Συλλόγου Μηχανικών Επικοινωνιών και Πληροφορικής ΥΠΕΞ. Μια γυναίκα που μένει έγκυος στους έξι μήνες από την τοποθέτησή της σε ένα νέο πόστο, πρέπει να επιλέξει ή να μην πάρει καθόλου άδεια ή να πάψει να εισπράττει επίδομα αλλοδαπής αν θέλει να πάρει άδεια -πώς θα συντηρεί την οικογένειά της χωρίς το επίδομα; Και ας μη σκεφτεί η Κυβέρνηση να μας ρωτήσει τι να κάνει με την υποστελέχωση. Ας προβλέψει προσωρινές αποσπάσεις άλλων στελεχών στη θέση των αδειούχων. Δεν μπορεί όμως να τιμωρεί τις γυναίκες υπαλλήλους που μένουν έγκυοι.
Και η αδικία εμφιλοχωρεί και σε άλλες διατάξεις:
Στο άρθρο 32, γιατί δεν προβλέπεται αυτοδίκαιη μετάταξη υπαλλήλων διοικητικού λογιστικού στον κλάδο διοικητικού προξενικού με αντικειμενικά κριτήρια. Μιλάμε για υπαλλήλους που έχουν ήδη πανεπιστημιακούς τίτλους και απασχολούνται ως ΔΕ, με μεγάλη εμπειρία σε υπηρεσίες του εξωτερικού. Γιατί πρέπει να γίνει ειδικός διαγωνισμός, όπως μαθαίνουμε για λίγες θέσεις και να μην αξιοποιηθούν οι υπηρετούντες υπάλληλοι;Ή είναι δίκαιο να αποκλείονται γενικώς οι μετατάξεις, ακόμη και για σύντομο χρόνο και για λόγους υγείας;Πριν το 2021 επιτρέπονταν, χωρίς ιδιαίτερα προβλήματα, γιατί δεν επανέρχονται;
Πρέπει να εξεταστεί δημοσιονομικά η υπαγωγή των συμβούλων επικοινωνίας στο ειδικό μισθολόγιο. Δεν πρόκειται για συντεχνιακή απαίτηση. Όχι όταν αναγνωρίζουμε τη Δημόσια Διπλωματία ως διακριτό είδος σύγχρονης διπλωματίας, και αυτός ήταν ο λόγος που -ορθώς- τα στελέχη αυτά μετακινήθηκαν από το Υπουργείο Τύπου, όπως παλαιότερα οι διπλωματικοί υπάλληλοι οικονομικών και εμπορικών υποθέσεων.
Κλείνω με μια θέση αρχής:
Η εξωτερική μας πολιτική απαιτεί υλική στήριξη με πόρους και άρτιο ανθρώπινο δυναμικό. Και φυσικά ορθή διοίκηση, με σύγχρονους κανόνες αξιοκρατίας, διαφάνειας και ορθολογικής κατανομής μέσων και προσωπικού.
Δεν μπορεί να γίνει ανεκτό μια χώρα με τη γεωστρατηγική θέση, τους πολλαπλούς ρόλους, την εκτεταμένη διασπορά και τη βαθιά διπλωματική παράδοση της Ελλάδας, όλα αυτά να τα θεωρεί ακόμη ζητούμενα.
Η εξωτερική πολιτική αρχών που οφείλουμε να ακολουθούμε, η διορατική και προνοητική πολιτική, απαιτεί πρώτα και κύρια ένα σταθερό και λειτουργικό διοικητικό πλαίσιο και ανθρώπους με τα μέσα και την υποστήριξη να προσφέρουν στην εκπροσώπηση της χώρας και στη θεραπεία του πραγματικού εθνικού συμφέροντος.