ΠΟΛΙΤΙΚΗ
Γ.Καμίνης: Eπιβάλλεται να συγκληθεί η Επιτροπή Θεσμών και Διαφάνειας
Σημεία ομιλίας του βουλευτή Επικρατείας του Κινήματος Αλλαγής Γιώργου Καμίνη κατά τη συζήτηση, στην Ολομέλεια της Βουλής, του σχεδίου νόμου του Υπουργείου Δικαιοσύνης «Σύσταση Δικαστικής Αστυνομίας και λοιπές επείγουσες διατάξεις του Υπουργείου Δικαιοσύνης»
Ως προς το ζήτημα της παρακολούθησης του κινητού τηλεφώνου του Νίκου Ανδρουλάκη
Θα αρχίσω αναφερόμενος και πάλι στο θέμα της απόπειρας παγίδευσης του κινητού τηλεφώνου του προέδρου του ΠΑΣΟΚ-Κινήματος Αλλαγής κ. Ανδρουλάκη.
Πρόκειται για μια πάρα πολύ σοβαρή προσβολή όχι πια μόνο ενός ατομικού δικαιώματος, όπως είναι το απόρρητο της ανταπόκρισης κι επικοινωνίας αλλά για μια προσβολή που πηγαίνει πολύ πιο βαθιά. Όπως είπε και ο κ. Καστανίδης προηγουμένως, βάλλει κατά της καρδιάς του πολιτεύματος. Γιατί ο κ. Ανδρουλάκης είναι πρόεδρος του τρίτου σε δύναμη κοινοβουλευτικού κόμματος και μια τέτοια προσβολή ουσιαστικά προσβάλλει και την ελεύθερη λειτουργία, όπως επιβάλλει το Σύνταγμα, των πολιτικών κομμάτων άρα και του δημοκρατικού πολιτεύματος κατ’ επέκταση.
Γι αυτό λοιπόν επιβάλλεται να συγκληθεί η Επιτροπή Θεσμών και Διαφάνειας με αντικείμενο να ρίξει φως στην υπόθεση και πρώτα απ’ όλα να καλέσει σε ακρόαση τον διοικητή της Εθνικής Υπηρεσίας Πληροφοριών και τον επικεφαλής της Αρχής Διασφάλισης του Απορρήτου της Επικοινωνίας.
Πρέπει να συνειδητοποιήσουμε ότι η προσβολή αυτή είτε έχει ως θύμα τον επικεφαλής ενός κόμματος, είτε έναν απλό πολίτη είναι πολύ σοβαρή γιατί τελείται μυστικά, κρυφά.
Σε μια σειρά άλλων δικαιωμάτων, σε όλα τα άλλα, η προσβολή είναι φανερή. Το θύμα της πρoσβολής γνωρίζει τι συμβαίνει και μπορεί να ζητήσει ακόμα και δικαστική προστασία. Εδώ, η προσβολή είναι κρυφή. Μπορεί ποτέ να μη μάθεις ότι παρακολουθήθηκε το τηλέφωνό σου. Και γι’ αυτό ακριβώς πρέπει η έννομη τάξη να παρέχει πλήρη προστασία.
Δεν είναι τυχαίο ότι -κατά πλεονασμό ίσως- το Σύνταγμά μας λέει στο άρθρο 19 ότι είναι «απολύτως απαραβίαστο» το δικαίωμα.
Ως προς το σχέδιο νόμου για τη Δικαστική Αστυνομία
Καταρχάς, το νομοσχέδιο, όπως είπε και ο ειδικός αγορητής μας θα το ψηφίσουμε, γιατί χαιρετίζουμε τη δημιουργία της Δικαστικής Αστυνομίας, κάτι το οποίο εκκρεμούσε εδώ και πάρα πολλά χρόνια.
Θα επιμείνω σε δύο σημεία:
Το πρώτο αφορά τη διάταξη που ορίζει ότι επικεφαλής της Δικαστικής Αστυνομίας πρέπει να είναι συνταξιούχος δικαστής. Χαίρομαι κ. Υπουργέ που ακούω ότι θα αλλάξετε τη συγκεκριμένη διάταξη. Με μεγάλο σεβασμό προς στη δικαστική εξουσιά, πρέπει να πούμε ότι εφόσον υπάρξει μια ανοιχτή και αξιοκρατική διαδικασία, δεν είναι μόνο ένας συνταξιούχος δικαστής εκείνος που εξασφαλίζει εχέγγυα αμεροληψίας και αντικειμενικότητας.
Και επιτέλους, πρέπει να δοκιμάσουμε και νέους ανθρώπους! Υπάρχουν και καλοί δικηγόροι, πολύ καλοί Νομικοί Σύμβουλοι του Κράτους, οι οποίοι για ένα διάστημα να τελέσουν σε αναστολή των άλλων καθηκόντων τους, ένα σωρό άνθρωποι που μπορούν να αναλάβουν την ευθύνη.
Αυτή η εμμονή, που δεν χαρακτηρίζει μόνο αυτή την κυβέρνηση, να τοποθετούμε συνταξιούχους δικαστικούς ως επικεφαλής ανεξαρτήτων αρχών είναι λάθος. Είναι λάθος από πολλές απόψεις, αλλά τουλάχιστον από αυτή: δεν πρέπει, για ευνόητους λόγους, ένας δικαστής που πλησιάζει να συνταξιοδοτηθεί, να έχει την παραμικρή δυνατότητα να προσβλέπει στον διορισμό σε μία θέση.
Ένας δικαστής θα πρέπει όταν συνταξιοδοτείται, να συνταξιοδοτείται, και να παίρνει μια πολύ καλή σύνταξη.
Το δεύτερο είναι, ότι τα καθήκοντα τα αμιγώς αστυνομικά που προβλέπονται γι’ αυτή την υπηρεσία, όπως η τήρηση της ευταξίας στα Δικαστήρια, οι επιδόσεις εγγράφων κ.ο.κ. ήδη γίνονται από την ίδια την ΕΛ.ΑΣ. Για λόγους δημοσιονομικής μέριμνας λοιπόν, δεν πιστεύω ότι σε αυτούς τους δύσκολους καιρούς πρέπει να προβούμε σε νέες προσλήψεις, από τη στιγμή που υπάρχουν ήδη έμπειροι αστυνομικοί της ΕΛ.ΑΣ. που διεκπεραιώνουν αυτά τα καθήκοντα.