Connect with us

ΠΟΛΙΤΙΚΗ

Γιώργος Καμίνης: «Σκιαμαχούμε με φαντάσματα του παρελθόντος – στόχος η γνήσια καθολική ψηφοφορία με επιστολική ψήφο»

Published

on

Σημεία ομιλίας Γιώργου Καμίνη, βουλευτή Επικρατείας του Κινήματος Αλλαγής, κατα τη συζήτηση στην Ολομέλεια της Βουλής, του σχεδίου νόμου του Υπουργείου Εσωτερικών «Άρση περιορισμών για την εγγραφή στους ειδικούς εκλογικούς καταλόγους εκλογέων εξωτερικού». 

  • Με την αναθεώρηση του 2001, το Σύνταγμα επέτρεπε στον κοινό νομοθέτη να καθιερώσει την καθολική συμμετοχή των Ελλήνων του εξωτερικού στις εκλογές και μάλιστα με επιστολική ψήφο. Το πολιτικό σύστημα, όμως, αδράνησε.
  • Η αναθεώρηση του 2019 αποτέλεσε έναν συμβιβασμό στο χαμηλότερο δυνατό επίπεδο. Ψηφίσαμε έναν νόμο κατώτερο τον περιστάσεων, θυσιάσαμε την ευχέρεια που μας παρείχε μέχρι τότε το Σύνταγμα να καθιερώσουμε μια γνήσια καθολική ψηφοφορία των εκλογέων του εξωτερικού, αποδεχόμενοι τους περιορισμούς που επέβαλε σε όλους μας το ΚΚΕ.
  • Το αποτέλεσμα όλων αυτών είναι η σημερινή υποκρισία. Καλούμαστε λοιπόν σήμερα να αποφασίσουμε την άρση των περιορισμών, κάτι δηλαδή που ήταν εξαρχής η θέση του Κινήματος Αλλαγής και το είχε προτείνει σε συνδυασμό με την επιστολική ψήφο ο εκπρόσωπός μας στη διακομματική επιτροπή Κ. Σκανδαλίδης .
  • Αυτή πράγματι είναι μια προοδευτική θέση πάνω στο ζήτημα της ψήφου των Ελλήνων του Εξωτερικού
  • Πρέπει πάση θυσία να κρατήσουμε ζωντανούς τους δεσμούς με την πατρίδα των 700.000 νέων Ελλήνων που έφυγαν από την Ελλάδα τα χρόνια της κρίσης. Πρωτίστως βέβαια τον πολιτικό δεσμό που δημιουργεί η ψήφος, η κατ’εξοχήν πράξη με την οποία ο ιδιώτης μετατουσιώνεται σε ενεργό πολίτη.
  • Με τις προϋποθέσεις που έχουμε προβλέψει στον νόμο 4648/2019 αναπαράγουμε τους περιορισμούς στο εκλογικό δικαίωμα που άλλες χώρες είχαν θεσπίσει τον 19ο αιώνα, προκειμένου να περιορίσουν τη πολιτική συμμετοχή των λαϊκών μαζών.
  • Εδώ λοιπόν μας οδήγησαν ο καιροσκοπισμός της Νέας Δημοκρατίας, η φοβικότητα του Σύριζα και ο αριστερός συντηρητισμός του ΚΚΕ. Να σκιαμαχούμε με φαντάσματα του παρελθόντος.

Ακολουθεί ολόκληρο το κείμενο της Ομιλίας

“Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι,

Ως προς τους ‘Ελληνες που βρίσκονται στο εξωτερικό, το Σύνταγμα του 1975 εξουσιοδότησε, με μια λιτή διατύπωση, τον κοινό νομοθέτη να ορίσει τον τρόπο άσκησης του εκλογικού τους δικαιώματος. Εικοσιέξι χρόνια αργότερα, με την αναθεώρηση του 2001 προβλέφθηκε ρητά η δυνατότητα του κοινού νομοθέτη να καθιερώσει την επιστολική ψήφο.

Με λίγα λόγια, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, μέχρι την αναθεώρηση του 2019 το Σύνταγμα επέτρεπε στον κοινό νομοθέτη να καθιερώσει την καθολική συμμετοχή των Ελλήνων του εξωτερικού στις εκλογές και μάλιστα με επιστολική ψήφο.

Αδρανήσαμε όμως. Εν μέρει δικαιολογημένα όπως μας πληροφόρησε ο προλαλήσας συνάδελφός μας Κ. Σκανδαλίδης. Κατά βάση πάντως αδικιολόγητα και την αδράνεια αυτή εκμεταλλεύτηκε η αναθεώρηση του 2019 για να κινηθεί προς την αντίθετη κατεύθυνση. Σε μια λογική περιορισμού του δικαιώματος ψήφου των Ελλήνων του Εξωτερικού, με βάση ένα διακομματικό συμβιβασμό που επιτεύχθηκε στο χαμηλότερο δυνατό επίπεδο, προκειμένου να υπερψηφιστεί από τα ⅔ της Βουλής ο νόμος 4648/2019. Με άλλα λόγια, προκειμένου να ψηφίσουμε έναν νόμο σαφώς κατώτερο των περιστάσεων, όπως ομολογεί σήμερα η ΝΔ, θυσιάσαμε την ευχέρεια που μας παρείχε μέχρι τότε το Σύνταγμα να καθιερώσουμε μια γνήσια καθολική ψηφοφορία των εκλογέων του εξωτερικού. Αντ’αυτού καθιερώσαμε τους περιορισμούς που επέβαλε σε όλους μας το ΚΚΕ. Αν δηλαδή το καλοσκεφτεί κανείς, νομοθετήσαμε ανάποδα. Εν πρώτοις, διότι μια μικρή μειοψηφία επέβαλε στα υπόλοιπα κόμματα την άποψή της. Και κατά δεύτερο  λόγο αναθεωρήσαμε τον Θεμελιώδη Νόμο κατ’εικόνα και ομοίωσιν ενός συγκυριακού νομοθετήματος. Πρόκειται για μια de facto ανατροπή  τόσο της αρχής της πλειοψηφίας όσο και της ιεραρχίας των κανόνων δικαίου. Και σαν να μην έφτανε αυτό, παραβιάσαμε ευθέως και το Σύνταγμα, αφού αναθεωρήσαμε τη διάταξη του άρθρου 51 παράγρ. 4, μολονότι αυτή δεν περιλαμβανόταν στις αναθεωρητέες διατάξεις έτσι όπως τις είχε προσδιορίσει η προηγούμενη Βουλή. Επιπλέον δε φορτώσαμε και το Σύνταγμα με μια φλύαρη διατύπωση που γέμει περιορισμών, προδίδοντας μια απαράκεκτη φοβικότητα του συντακτικού νομοθέτη. 

Το αποτέλεσμα όλων αυτών είναι η σημερινή υποκρισία. Προτού αλέκτωρ φωνήσαι τρις,  η Κυβέρνηση δράττεται από μια δήλωση ενός μέλους της μείζονος αντιπολίτευσης και μας προτείνει την κατάργηση όλων των περιορισμών. Αυτό δηλαδή που ήταν εξαρχής η θέση του Κινήματος Αλλαγής και το είχε προτείνει σε συνδυασμό με την επιστολική ψήφο ο εκπρόσωπός μας στη διακομματική επιτροπή Κ. Σκανδαλίδης .  

Αυτή πράγματι είναι μια προοδευτική θέση πάνω στο ζήτημα της ψήφου των Ελλήνων του Εξωτερικού. Για δύο επιπλέον λόγους.

Advertisement

Ο πρώτος είναι ότι η πανδημία δρά ως επιταχυντής ραγδαίων αλλαγών στο πεδίο της εργασίας. Εφεξής, οι άνθρωποι θα εργάζονται από παντού. Η έννοια του “τόπου εργασίας” με τη χωρική και σταθερή του διάσταση θα εκλείψει. Στην προ πανδημίας εποχή, η παγκοσμιοποίηση προκάλεσε την κινητικότητα του Κεφαλαίου. Τώρα ήρθε η σειρά της Εργασίας. Για την ακρίβεια, η πανδημία επιτάχυνε την κινητικότητα της εργασίας, καθώς αυτή είχε ήδη αρχίσει να εκδηλώνεται πριν από την εμφάνιση του Covid-19.

Ο δεύτερος λόγος είναι κατ’εξοχήν εθνικός. Η οικονομική κρίση που ξέσπασε το 2010 έχει μέχρι στιγμής διώξει 700.00 ‘Ελληνες από την πατρίδα τους, ως επί το πλείστον νέες και νέους στην ακμή της δημιουργικότητάς τους. Αυτούς οφείλουμε να μην τους εγκαταλείψουμε. Αν δεν είναι δυνατόν να επιστρέψουν σήμερα, πρέπει πάση θυσία να κρατήσουμε ζωντανούς τους δεσμούς τους με την πατρίδα. Πρωτίστως βέβαια τον πολιτικό δεσμό που δημιουργεί η ψήφος, η κατ’εξοχήν πράξη με την οποία ο ιδιώτης μετατουσιώνεται σε ενεργό πολίτη. Εδώ δεν χωρούν μιζέριες και περιορισμοί που δεν ανήκουν καν στον 20ο αιώνα, αλλά στον 19ο.

Το λέω αυτό γιατί δεν συνειδητοποιούμε, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, ότι με τις προϋποθέσεις που έχουμε προβλέψει στον νόμο 4648/2019 αναπαράγουμε τους περιορισμούς στο εκλογικό δικαίωμα που άλλες χώρες είχαν θεσπίσει τον 19ο αιώνα, προκειμένου να περιορίσουν τη πολιτική συμμετοχή των λαϊκών μαζών. Προσπαθούμε να στριμώξουμε την παγκοσμιοποίηση στον στενόχωρο κορσέ που ράφτηκε τον 19ο αιώνα στα μέτρα της συντηρητικής εκδοχής της φιλελεύθερης δημοκρατίας του ‘Εθνους Κράτους. Ετσι λοιπόν κι εμείς σήμερα, δεν αρκούμαστε στην ιδιότητα του πολίτη. Απαιτούμε επιπλέον ο ‘Ελληνας του εξωτερικού να αποδεικνύει και κάποιου είδους δεσμό με την Ελλάδα, δεσμό που τον καθιστά δήθεν ώριμο να συναποφασίζει για το μέλλον της χώρας. Τον δεσμό αυτό τον τεκμαίρουμε σωρευτικά με δύο προϋποθέσεις. Κατ’αρχάς με τη διετή παραμονή κατά την τελευταία τριακονταπενταετία. Υποτίθεται πως αυτό αποδεικνύει κάποια εξοικείωση του ‘Ελληνα του Εξωτερικού με την εγχώρια πραγματικότητα, ώστε να μπορούμε να υποθέσουμε ότι ψηφίζει μετά λόγου γνώσεως. Κατά δεύτερο λόγο, απαιτούμε φορολογική δήλωση. Δηλαδή την ύπαρξη και περιουσιακού στοιχείου ή εισοδήματος. Αμφότερες οι προϋποθέσεις παραπέμπουν στις πιο συντηρητικές εκδοχές της φιλελεύθερης δημοκρατίας που το πάλαι ποτέ περιόριζαν το εκλογικό δικαίωμα υπέρ δύο κατηγοριών πολιτών: είτε σε αυτούς που μπορούσαν να αποδείξουν κάποιο επίπεδο μόρφωσης ώστε να τεκμαίρονται ικανοί να διακρίνουν το μακροπρόθεσμο συμφέρον της κοινότητας (“ψήφος ικανότητας”),  είτε σε αυτούς  που κατείχαν κάποια ιδιοκτησία, ώστε να θεωρείται ότι έχουν ένα πραγματικό ατομικό συμφέρον να υπερασπιστούν μέσω της ψήφου τους (“τιμηματική ψήφος”). Σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες τέτοιου είδους περιορισμοί συνυπήρξαν και συνδυάστηκαν με ποικίλους τρόπους. Το δεύτερο μισό του 19ου αιώνα και σημαντικό μέρος του 20ου σημαδεύτηκαν από ένα διαρκή αγώνα των λαών για την κατοχύρωση της καθολικής ψηφοφορίας χωρίς διακρίσεις μορφωτικού ή οικονομικού επιπέδου. 

Εδώ λοιπόν μας οδήγησαν ο καιροσκοπισμός της Νέας Δημοκρατίας, η φοβικότητα του Σύριζα και ο αριστερός συντηρητισμός του ΚΚΕ. Να σκιαμαχούμε με φαντάσματα του παρελθόντος. Αλλά τότε τουλάχιστον υπήρχε και ένα πραγματικό διακύβευμα. Η αστική τάξη σε κάποιες ευρωπαϊκές χώρες επεδίωκε μέσω των περιορισμών στο δικαίωμα ψήφου να διαιωνίσει την κυριαρχία της, καταδικάζοντας τα λαϊκά στρώματα σε μια διηνεκή ανωριμότητα. Εμείς σήμερα, ποιό σοβαρό επιχείρημα έχουμε ώστε να αποκλείουμε από την πολιτική ζωή τους εκατοντάδες χιλιάδες ‘Ελληνες και Ελληνίδες που μια άστοργη χώρα τους ανάγκασε να πάρουν τον δρόμο της ξενιτιάς;  Κανένα απολύτως!”