ΓΝΩΜΕΣ
Κων.Χρονόπουλος: Ενας νέος ρωτά για την δημοκρατία…
Η αποκάλυψη της παρακολούθησης του κινητού τηλεφώνου του προέδρου Νίκου Ανδρουλάκη, δεν μπορεί παρά να προκαλεί φόβο και ερωτήματα σε κάθε σκεπτόμενο και δημοκρατικό πολίτη. Στη χώρα του «ποτέ άλλοτε», η επόμενη μέρα μοιάζει σήμερα πιο σκιώδης από ποτέ! Ενόσω ο πολιτικός κόσμος βρίσκεται σε πυρετό με το σκάνδαλο των υποκλοπών, η δημοκρατία μας και το κράτος δικαίου πνέουν τα λοίσθια.
Η επικαιρότητα τα τελευταία εικοσιτετράωρα είναι σχεδόν μυθιστορηματική. Τα γεγονότα σκιαγραφούν ένα οργουελικό σκηνικό, με την ΕΥΠ και το Μαξίμου στο ρόλο του μεγάλου αδελφού. Δεν επιλέγω να σταθώ τόσο στην αποτύπωση των γεγονότων, αλλά στις σκέψεις και στα ερωτήματα ενός νέου 19 χρονών που τα παρακολουθεί.
Ερώτημα 1Ο: Γιατί; Ο κύριος Ανδρουλάκης, την περίοδο που έγινε η «νόμιμη» επισύνδεση στο κινητό του τηλέφωνο, ήταν ένας απλός ευρωβουλευτής και υποψήφιος αρχηγός του ΠΑΣΟΚ, του τρίτου κατά σειρά κόμματος του κοινοβουλίου. Αποτελούσε πράγματι εθνική απειλή; Εκμεταλλευόταν, την «όποια» εξουσία του, συνωμοτώντας ενάντια στα εθνικά μας συμφέροντα; Η μήπως αποτελούσε πολιτικό και όχι στρατηγικό αντίπαλο για την κυβέρνηση; Μπορεί άραγε, ένας αρχηγός κόμματος, όντας παράλληλα πρωθυπουργός, να χρησιμοποιεί τις μυστικές υπηρεσίες για το πολιτικό του συμφέρον;
Ερώτημα 2Ο: Πώς; Πώς είναι δυνατόν η υπηρεσία πληροφοριών, να κατασκοπεύει και να παρακολουθεί τον 3ο σε δύναμη πολιτικό αρχηγό της χώρας, εν αγνοία του πρωθυπουργού; Mάλιστα με τον νόμο 4622/2019 υπάγεται απευθείας σε αυτόν. Δεν προστατεύεται ο κ. Ανδρουλάκης από τον άσυλο του ευρωβουλευτή; η μήπως ο σεβασμός στο άσυλο είναι πλέον επιλεκτικός για την κυβέρνηση; Αν ναι, ποιος κάνει την επιλογή;
Ερώτημα 3ο: Στην προσπάθεια του να κουκουλώσει το σκάνδαλο, ο κυβερνητικός εκπρόσωπος ανακοίνωσε πως ο κ. Ανδρουλάκης, παρακολουθείτο κατ’ εντολή ξένων μυστικών υπηρεσιών, της Ουκρανίας και της Αρμενίας. Είναι όμως αυτό λογικό και ανεκτό; Δύναται η χώρα μου, για την οποία θα έδινα ακόμα και το αίμα μου για να υπερασπιστώ, το κράτος στο οποίο φορολογούμαι και πολιτεύομαι, να με παρακολουθεί για λογαριασμό ξένων, μη ευρωπαϊκών κρατών; Να μοιράζεται, ευαίσθητες για το απόρρητο και την ασφάλεια μου πληροφορίες, χωρίς κάν την έγκρισή μου;
Ακόμα και έτσι να έγιναν τα πράγματα – που πολύ αμφιβάλλω- η δικαιολογία τους δεν καθησυχάζει!
Τα παραπάνω ερωτήματα είναι μερικά από τα δεκάδες ακόμα που πρέπει να διατυπωθούν. Το μόνο σίγουρο είναι πως θα μείνουν πλήρως ή μερικώς αναπάντητα. Όχι γιατί δεν υπάρχουν απαντήσεις, αλλά διότι οι αιτίες τους βρίσκονται βαθιά ριζωμένες στα θεμέλια της κοινωνίας και της πολιτείας μας. Ο «ραγιαδισμός» του δημόσιου τομέα που υπάρχει ακόμα και στην ΕΥΠ , η οικογενειοκρατία με διορισμούς ανιψιών σε καίρια κυβερνητικά αξιώματα, είναι όσα αιτιολογούν τα προαναφερθέντα. Πάνω από όλα όμως, βρίσκεται η επιλεκτική -εκ τουρκοκρατίας ορμώμενη- υπακοή του Έλληνα στον νόμο. Ο κ. Μητσοτάκης σκέφτηκε «Σιγά μωρέ, ποιος θα μας καταλάβει;» και ο κύβος ερρίφθη… ή όπως λένε και οι φίλοι Άγγλοι «the rest is history!».