ΠΟΛΙΤΙΚΗ
Μπουλμπασάκος-Παραστατίδης: “Είναι πλέον επιτακτική ανάγκη η θωράκιση όσο περισσοτέρων συμπατριωτών μας, μέσω τουλάχιστον της πρώτης δόσης του εμβολίου, το γρηγορότερο δυνατόν.”
Άρθρο του Γιώργου Μπουλμπασάκου, Διευθυντή Πνευμονολογικής Κλινικής «Ευαγγελισμού» και Μέλος Πολιτικού Συμβουλίου Κινήματος Αλλαγής και Στέφανου Παραστατίδη, Ιατρού ΠΕΔΥ, Μέλος του Ινστιτούτου Επιστημονικών Ερευνών Π.Ι.Σ. και Γραμματέας Οργανωτικού Κινήματος Αλλαγής, στην εφημερίδα «Παραπολιτικά»:
Είναι προτιμότερο να ενεργείς γρήγορα και να κάνεις λάθος, παρά να διστάζεις και να αφήνεις την ώρα για δράση να περάσει.
Καρλ φον Κλάουζεβιτς
Στις 31 Δεκεμβρίου του 2020 η Βρετανία αποφάσισε μία διαφορετική στρατηγική στον εμβολιασμό του πληθυσμού της. Επέλεξε να χορηγήσει την πρώτη δόση των εμβολίων σε όσους γίνεται περισσότερους πολίτες, παρατείνοντας τη 2η δόση. Η στρατηγική αυτή αποσκοπούσε στην προστασία όσο το δυνατόν μεγαλύτερου αριθμού πολιτών σε συντομότερο χρονικό διάστημα, και στη μείωση του δείκτη θνητότητας. Έτσι προχώρησε σε παράταση της 2ης δόσης σε 6-12 εβδομάδες, έναντι των αρχικά 21 ημερών της Pfizer και των 30 της Moderna.
Το αποτέλεσμα: Η Βρετανία πέτυχε τις τελευταίες δύο εβδομάδες μεγαλύτερη μείωση των ημερήσιων κρουσμάτων από οποιαδήποτε άλλη χώρα -τα κρούσματα συγκριτικά με Ιανουάριο έπεσαν πάνω από 90% και οι θάνατοι κατά 97%,(412 μόλις, έναντι 1087 της πάνω από 6 φορές μικρότερης σε πληθυσμό Ελλάδας).
Το παράδειγμα της Βρετανίας ακολούθησαν σύντομα και οι περισσότερες Δυτικοευρωπαϊκές χώρες (Γαλλία, Γερμανία, Σουηδία, Βέλγιο, Ιταλία, Ολλανδία, Φινλανδία), αλλάζοντας την στρατηγική τους. Η ίδια η κα Μέρκελ ανακοίνωσε τον Μάρτιο παράταση 6 εβδομάδων μεταξύ της α’ και β΄ δόσης της Pfizer, ενώ ο αρμόδιος του Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος (SPD) για θέματα Υγείας και καθηγητής Λοιμωξιολογίας Καρλ Λάουτερμπαχ πρότεινε να προχωρήσουν στο μάξιμουμ των 12 εβδομάδων.
Σήμερα αυτές οι χώρες, ενώ ξεκίνησαν με χειρότερους αρχικά όρους, και υπολείπονταν σημαντικά της Ελλάδας, έχουν εμβολιάσει από 24-30% του ενήλικου πληθυσμού τους με την α’ δόση, σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία του ECDC, ενώ η χώρα μας βρίσκεται στην 22η θέση στις 27 της ΕΕ, με 19,4.
Την ίδια στιγμή εμείς βιώνουμε το πιο πολύμηνο lockdown της Ευρώπης, με σταθερά υψηλό αριθμό κρουσμάτων και θανάτων, και ασφυξία στις ΜΕΘ και στο ΕΣΥ. Παράλληλα τα ποσοστά των ήδη εμβολιασθέντων ηλικιακών κατηγοριών είναι απογοητευτικά, (59,2 για τους +80, 51,7 για τους 70-79), επίσης από τα χαμηλότερα στην Ευρώπη(ενδεικτικά για τους 80+, Ιρλανδία 99,8-Πορτογαλία 91,4-Δανία 97,4- Βέλγιο 84,0), καθιστώντας πολύ δύσκολη την επίτευξη του στόχου που έθεσε η ΕΕ, για 70% εμβολιασμό του ενήλικου πληθυσμού έως το τέλος Ιουνίου.
Η Ελληνική κοινωνία έχει φτάσει πλέον στα όρια της. Η πίεση για την άρση των περιορισμών στη ζωή μας, και για το άνοιγμα της οικονομίας μας θα εντείνεται καθημερινά, ενώ η έναρξη της τουριστικής περιόδου αποτελεί στοίχημα και ρίσκο μαζί. Είναι πλέον επιτακτική ανάγκη η θωράκιση όσο περισσοτέρων συμπατριωτών μας, μέσω τουλάχιστον της πρώτης δόσης, το γρηγορότερο δυνατόν. Κάτι τέτοιο θα εγγυόταν ταυτόχρονα τη μέγιστη δυνατή προστασία των πολιτών, την πλήρη επανεκκίνηση της οικονομίας και την ασφαλή αξιοποίηση της τουριστικής μας βιομηχανίας.
Όλες οι ανακοινώσεις της κυβέρνησης διαβεβαιώνουν για την υπερεπάρκεια εμβολίων τους επόμενους μήνες. Η Εθνική Επιτροπή Εμβολιασμού οφείλει να μελετήσει τα στοιχεία από το Ηνωμένο Βασίλειο και τις υπόλοιπες χώρες, να ζητήσει τις απόψεις των φαρμακευτικών εταιρειών, να διασφαλίσει τις παραδόσεις των εμβολίων και δύναται να επιλέξει τη στρατηγική της παράτασης της δεύτερης δόσης των εμβολιασμών.
Είναι αυτονόητο ότι έχουμε απόλυτη εμπιστοσύνη στο επιστημονικό δυναμικό της επιτροπής εμβολιασμού. Βέβαια, η παρέμβασή μας αποτελεί τροφή για σκέψη και την καταθέτουμε στο δημόσιο διάλογο. Διότι τα μεγάλα διακυβεύματα χρειάζονται και μεγάλες αποφάσεις.