ΠΟΛΙΤΙΚΗ
“Οι δύο αποστασίες, η κατάρα και το επόμενο βήμα”-Γράφει ο Νίκος Μποζιονέλος
“Οι δύο αποστασίες, η κατάρα και το επόμενο βήμα”-Γράφει ο Νίκος Μποζιονέλος για το “The Socialist”
Εχετε ακουστά για την κατάρα του να σε λένε Γιώργο και με επώνυμο Παπανδρέου; Αν όχι, λίγα… μαθηματικά.
Ο Γεώργιος Παπανδρέου, ο «γέρος της Δημοκρατίας», κυβέρνησε τον τόπο για 616 ημέρες. Μόνο. Τόσο του επέτρεψε το κατεστημένο της Δεξιάς και του παλατιού στα 60s: Από τις 8 Νοεμβρίου 1963 ως και τα Ιουλιανά του 1965 και την αποστασία του Μητσοτάκη και των συν αυτώ. Θα μπορούσε η πρωθυπουργία του να μετρούσε πολλές παραπάνω ημέρες: είτε με την εκλογική νίκη του 1961, στις αρχαιρεσίας βίας και νοθείας για να παραμείνει ντε και καλά στην εξουσία η ΕΡΕ του (αγαπημένου της πραγματικής βασίλισσας του τόπου, Φρειδερίκης) Καραμανλή, είτε με την επικείμενη νίκη στις εκλογές του 1967, Μάιο μήνα, που δεν έμελλε να διεξαχθούν ποτέ ελέω του πραξικοπήματος.
Ειρήσθω εν παρόδω, στο βιβλίο «Η καχεκτική δημοκρατία» του εκλογολόγου Ηλία Νικολακόπουλο, παρουσιάζονται δεδομένα και πληροφορίες που έφερναν, τότε, την Ενωση Κέντρου να επανεκλέγεται με ποσοστό πέριξ του 55%.
Πέρασαν 34 χρόνια για να καθίσει στο πρωθυπουργικό γραφείο ένας άλλος Γιώργος Παπανδρέου: στις 6 Οκτωβρίου 2009. Και η δική του θητεία ολοκληρώθηκε πρόωρα, με την (εξ αναγκασμού) παραίτησή του στις 11 Νοεμβρίου 2011. Σούμα; Μόλις 767 ημέρες.
Κοινή συνισταμένη της πτώσης του; Μα, η αποστασία.
Με το που ανακοίνωσε την πρόθεσή του για διενέργεια δημοψηφίσματος με το ερώτημα της έγκρισης της νέας δανειακής σύμβασης για την κάλυψη των αναγκών χρηματοδότησης του χρέους της χώρας, το μισό -τότε- ΠΑΣΟΚ πήρε το μέρος της αντιπολίτευσης και της ΝΔ.
Ο κόσμος μα, κυρίως τότε, το ίδιο το κόμμα γύρισε την πλάτη στον αρχηγό του κατηγορώντας τον για το μνημόνιο. Το πρώτο μνημόνιο. Και τι ακολούθησαν; Η περιβόητη κωλοτούμπα Σαμαρά, που υπέγραψε χαμογελαστά το δεύτερο και, φυσικά, το τρίτο εν έτει 2015 του Τσίπρα: δεν το έσκισε ποτέ φυσικά. Το υπέγραψε.
Η αποστασία του 2011 δεν ήταν σαν του 1965: ήταν χειρότερη. Διότι άπαντες στράφηκαν ενάντια στον εκλεγμένο Πρωθυπουργός της χώρας, με 44%. Και ο ίδιος πλήρωσε τα λάθη του: από ορισμένες επιλογές προσώπων σε υπουργεία έως και την καλή σχέση που (θεωρούσε ότι) είχε με τον Αντώνη Σαμαρά. Ο ίδιος ο Σαμαράς είχε διαρρεύσει στα ΜΜΕ την κουβέντα τους, λίγο καιρό προ της παραίτησης, ότι σκεπτόταν να παραιτηθεί «αν το πρόβλημα είμαι εγώ».
Πώς εξελίχθηκε σε «πρόβλημα» ο αρχηγός του ΠΑΣΟΚ, που έλαβε το δαχτυλίδι από τον Κώστα Σημίτη και, όντας ο μόνος υποψήφιος με 1.111.858 ψήφους στις εσωκομματικές; Ενδεικτικά, το ΚΙΝΑΛ στις εκλογές του 2019 έλαβε… 457.623. Και την επόμενη μέρα, το 2004, διάβαζες ότι «σηματοδοτείται το τέλος του παλιού, σάπιου ΠΑΣΟΚ και η αρχή ενός νέου», αλλά και ότι «ο κόσμος έδωσε εντολή να τελειώσουν οι βαρώνοι από το κόμμα». Εντέλει δεν έμελλε να τελειώσουν, παρά τις αλλαγές από πλευράς ΓΑΠ μετά την εκλογική ήττα του 2007.
Παρελθοντικά αυτά μεν αλλά η ιστορία, γνωστό, διδάσκει. Μια εκλεγμένη, με 44%, κυβέρνηση έπεσε μέσα σε μόλις 767 ημέρες για συγκεκριμένους λόγους και, ναι, και με δική της ευθύνη σε πολλά. Ωστόσο όχι τη μεγαλύτερη για τον ίδιο.
Το ΠΑΣΟΚ ανέλαβε το 2009 τη διακυβέρνηση και κλήθηκε να διαχειριστεί ένα χρέος, που είχε εκτιναχθεί αρχικώς επί Σημίτη και κατόπιν επί Καραμανλή. Ο τότε διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος, Γιάννης Προβόπουλος, τον ενημέρωσε ότι το έλλειμμα δεν ήταν 6%, άντε 7%, όπως δήλωνε προεκλογικά η Νέα Δημοκρατία αλλά διπλάσιο. Η μελέτη της Τράπεζας της Ελλάδος, όμως, καθυστέρησε τρομερά να παραδοθεί στην πρόσφατα εκλεγμένη κυβέρνηση ΠΑΣΟΚ, βάσει της οποίας το χρέος είχε ήδη ξεφύγει.
Δεύτερον, η προπαγάνδα και το περιβόητο «λεφτά υπάρχουν», μια φράση που αναδείκνυε τα αρνητικά της χώρας αλλά απομονώθηκε και τον στιγμάτισε.
Τρίτον, η αφορμή: το δημοψήφισμα, για το οποίο είναι γνωστό πια ότι ακόμη και η Αγκέλα Μέρκελ ήταν θετική: μόνο ο Νικολά Σαρκοζί αντέδρασε, αφού ενημερώθηκε εγκαίρως. Το, δε, προ ετών αποκαλυπτικό δημοσίευμα των «Financial Times για τα όσα έλαβαν χώρα στην περιβόητη σύνοδο των Καννών της G20 το 2011, αναφέρει ρητώς ότι το δημοψήφισμα που πρότεινε για την Ελλάδα ο Παπανδρέου «θα έφερε τέτοια πίεση που θα υποχρέωνε πολιτικούς αντιπάλους και αμφισβητίες να πάρουν θέση και να ταχθούν υπέρ της διάσωσης ως μοναδική σανίδα σωτηρίας για τη χώρα». Μια πίεση που έγινε εμφανής στη χώρα στο δημοψήφισμα που τελικά έγινε, το 2015…
Εκείνο το ρεπορτάζ αποκάλυψε και τον σκοτεινό, προδοτικό για το κόμμα, ρόλο του Ευάγγελου Βενιζέλου αλλά και άλλων υπουργών, που ουδέποτε κατονόμασε. Εν Ελλάδι πάντως γράφτηκαν τα… μισά και τα «γαλλικά» του Σαρκοζί προς τον Παπανδρέου: ελάχιστοι ασχολήθηκαν με ότι αρχικώς ο Σαρκοζί είχε αποδεχθεί τη διενέργεια δημοψηφίσματος (επειδή «τα δημοψηφίσματα είναι σύμφωνα με την γκωλική παράδοση») αλλά με ερώτημα ότι το μνημόνιο: το Grexit.
Ο ΓΑΠ τελείωσε από τον πρόεδρο της Κομισιόν, τότε, Ζοσέ Μανουέλ Μπαρόζο: αφενός είχε ήδη ενημερώσει τον Αντώνη Σαμαρά που αποσκοπούσε σε κυβέρνηση εθνικής ενότητας (φυσικά με τον ίδιο επικεφαλής), αφετέρου με την εντολή του προς τον Βενιζέλο: το δημοψήφισμα έπρεπε να «σκοτωθεί».
Η τελευταία, ως σήμερα, σοσιαλιστική, κεντρώα κυβέρνηση πέθανε πριν από εννέα χρόνια ελέω των συνθηκών, της πίεσης των Ευρωπαίων μα, κυρίως, από τα ίδια τα μέλη του κόμματος. Μια ύβρις που έκτοτε, σαν μια άλλη κατάρα, οδήγησε στην εκλογική του συρρίκνωση, στη μετονομασία του, στην ανάληψη ενός κομπαρσικού ρόλου στην πολιτική σκηνή και με ένα διαρκές φλερτ προς τα… δεξιά. Αμφιβάλει κανείς ότι αν ο Γιώργος είχε στηριχθεί τότε, η πορεία του τόπου, του κόμματος και της κοινωνίας θα ήταν διαφορετική;
Το ερώτημα πλέον, ενόψει εσωκομματικών εκλογών (αν αυτές γίνουν μέσα στο 2021 ή… προλάβουν να γίνουν, καθότι οι πρόωρες είναι, σύμφωνα με την πληροφόρησή μου, δεδομένες μέσα στο νέο έτος) είναι αν ο Παπανδρέου αποφασίσει να βγει μπροστά. Διότι όντως το σκέπτεται. Διότι ο κύκλος του τον πιέζει να διεκδικήσει ότι απώλεσε, προς ετών, προδοτικά, αρχής γενομένης από το ίδιο το κόμμα.
Κι αν όντως το αποφασίσει, πάνω από τους μισούς νυν «δελφίνους» της αρχηγίας είναι δεδομένο ότι θα κάνουν πίσω. Διότι ο κόσμος και, εν προκειμένω, ο κεντρώος ψηφοφόρος, γνωρίζει τι έγινε το 2011 και τι επακολούθησε. Όπως και όσοι ψήφισαν κάτι άλλο έκτοτε, και ήδη το μετάνιωσαν.