ΠΟΛΙΤΙΚΗ
Project ‘Διάλογοι’: H φωνή της νέας γενιάς του Κινήματος Αλλαγής: Εύα Ζούπη – Μανώλης Αννέτης.
‘Διάλογοι’: η φωνή της νέας γενιάς του Κινήματος Αλλαγής.
KANE “ΚΛΙΚ” ΣΤΗΝ ΕΙΚΟΝΑ ΚΑΙ ΓΙΝΕ ΣΥΝΔΡΟΜΗΤΗΣ ΣΤΟ ΜΗΝΙΑΙΟ ΣΥΝΔΡΟΜΗΤΙΚΟ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ΤΟΥ “THESOCIALIST.GR” – ΕΡΧΕΤΑΙ ΤΟΝ ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟ ΤΟ 1ο ΤΕΥΧΟΣ – ΑΦΙΕΡΩΜΑ ΣΤΗΝ ΝΕΑ ΓΕΝΙΑ ΤΟΥ ΚΙΝΗΜΑΤΟΣ ΑΛΛΑΓΗΣ!
Πιστοί στο ραντεβού τους, οι ‘Διάλογοι’ αποδεικνύουν πως ήρθαν για να μείνουν! Για πρώτη φορά μέσα από φαινομενικά απλές, κοινές ερωτήσεις βλέπουμε να ξεδιπλώνεται ένας ζωντανός διάλογος ανάμεσα σε δύο εκπροσώπους της νέας γενιάς του Κινήματος Αλλαγής. Κάθε εβδομάδα μέσα από τους διαλόγους θα συνομιλούν δύο πρόσωπα με θέμα τις ανησυχίες, τις βλέψεις και τις σκέψεις τους από την εμπειρία τους στο πολιτικό προσκήνιο. Οι ‘Διάλογοι’ θα ολοκληρώνονται με την προσωπική ερώτηση του ενός προσώπου στο άλλο με αφορμή ένα θέμα της επικαιρότητας.
Στους σημερινούς Διαλόγους συνδιαλέγονται η Εύα Ζούπη, Μέλος της ΚΠΕ του Κινήματος Αλλαγής και ο Μανώλης Αννέτης, μέλος Κεντρικής Πολιτικής Επιτροπής του Κινήματος Αλλαγής και μέλος της Γραμματείας ΚΟΕΣ Νεολαίας.
Κ.Μ.: Αναφορικά με την επικείμενη συμφωνία Ελλάδας -Αιγύπτου για την ΑΟΖ, ποια τα σχόλιά σα σχετικά με τις κινήσεις της Κυβέρνησης την στιγμή που έχουμε ξανά επέμβαση από την Τουρκία;
Ε.Ζ.: Δεν μπορούμε να δούμε τη συγκεκριμένη συμφωνία αποσπασμένη από το συνολικό τοπίο που διαμορφώνεται από την συνεχή επιθετικότητα και τις διαρκείς προκλήσεις της Τουρκίας. Μέσα σε αυτό το κλίμα η Συμφωνία Ελλάδας – Αιγύπτου για την ΑΟΖ ήταν σημαντική κίνηση και αναγκαστική επιλογή, αν και υπάρχουν σημεία που δημιουργούν ερωτηματικά. Αναφέρομαι, για παράδειγμα, στην επήρεια που δέχθηκε η Κυβέρνηση για τη Ρόδο, την Κάρπαθο, την Κάσο και πρωτίστως την Κρήτη. Ωστόσο, η Συμφωνία αυτή, αν και μερική, ήταν μία απάντηση στην Τουρκία και χαρακτηριστικό της σημασίας της είναι ο εκνευρισμός του Ερντογάν και οι καταγγελίες εκ μέρους του.
Σε αυτή τη συγκυρία, όμως, αν κάτι έχει αξία είναι η δημιουργία πρωτίστως ενός εσωτερικού μετώπου πέραν μικροκομματικών υπολογισμών. Γι’ αυτό και είναι αναγκαία, όπως έχει τονίσει και το Κίνημα Αλλαγής σε όλους τους τόνους, η σύγκλιση επιτέλους Συμβουλίου των Πολιτικών Αρχηγών για τη διαμόρφωση μιας σαφούς Εθνικής Στρατηγικής με κόκκινες γραμμές, στοχεύσεις και απαίτηση σκληρών κυρώσεων οικονομικού κυρίως χαρακτήρα από την Ευρωπαϊκή Ένωση εις βάρος της Τουρκίας. Η στάση της οποίας, πρέπει να πούμε, δε συνιστά κίνδυνο μόνο για την Ελλάδα, αλλά συνολικά για την Ευρώπη και την ειρήνη στην ευρύτερη περιοχή.
Κ.Μ.: Αναμένοντας τα αποτελέσματα της ψηφοφορίας στην Ολομέλεια της Βουλής αναφορικά με την συμφωνία ανάμεσα στην ΑΟΖ Ελλάδας και Αιγύπτου, συμφωνείτε με την στάση της αξιωματικής αντιπολίτευσης που ψηφίζει «παρών» και ποια στάση, κατά την γνώμη σας, οφείλει να υιοθετήσει η Κυβέρνηση στο θέμα;
Μ.Α.: Οι εξελίξεις όχι μόνο των τελευταίων μηνών, αλλά των τελευταίων χρόνων στα ελληνοτουρκικά επιδέχονται μεγάλης ανάλυσης. Ωστόσο, η παρούσα συγκυρία είναι υπερβολικά κρίσιμη καθώς η χώρα θα πρέπει να βγει αλώβητη όσον αφορά την εθνική της κυριαρχία από την διαρκή τουρκική προκλητικότητα, επιλύοντας όμως παράλληλα τα θέματα της ΑΟΖ και της υφαλοκρηπίδας. Η κυβέρνηση επέλεξε σε αυτή την κρίσιμη χρονική στιγμή να ξεφύγει από την παθητική στάση προηγούμενων χρόνων, η οποία βασιζόταν κυρίως στην διπλωματική πίεση για “ειρηνευτικές” παρεμβάσεις διεθνών παραγόντων, και να συνάψει την συμφωνία με την Αίγυπτο για μέρος της ΑΟΖ. Παράλληλα, στην ψήφιση της εν λόγω συμφωνίας επέλεξε να προχωρήσει, όπως είδαμε, και στην ανακήρυξη επέκτασης χωρικών υδάτων στα 12 ναυτικά μίλια προς την πλευρά του Ιονίου. Καθεμία από τις δύο ενέργειες κρύβει αγκάθια κυρίως όσον αφορά την έμμεση αναγνώριση “ειδικών περιστάσεων” στο νοτιοανατολικό άκρο της ελληνικής υφαλοκρηπίδας και το Αιγαίο αντίστοιχα, αφού δεν προχωρά σε συμφωνία με την Αίγυπτο για πλήρη οριοθέτηση της ΑΟΖ και επέκταση των χωρικών υδάτων και στο Αιγαίο. Ιδιαίτερα το δεύτερο, η επέκταση των χωρικών υδάτων μόνο προς την πλευρά του Ιονίου, καθίσταται μεγάλο διπλωματικό λάθος και όχι ιστορική στιγμή όπως φέρεται να είπε ο Πρωθυπουργός. Άλλωστε, ο σημερινός Αναπληρωτής Υπουργός Προστασίας του Πολίτη, κ. Κουμουτσάκος, τον Οκτώβριο του 2018 είχε δηλώσει απευθυνόμενος τότε στον Υπουργό Εξωτερικών κ. Κοτζιά, για το ίδιο θέμα: «…με πρωτοφανή επιπολαιότητα και προχειρότητα χώρισε τη χώρα στη μέση. Το έκανε προαναγγέλλοντας την επέκταση των χωρικών μας υδάτων μόνο στα Ιόνιο και έδωσε έτσι τη δυνατότητα στην Τουρκία να επιμένει στη γνωστή θέση της ότι στο Αιγαίο δεν μπορεί να εφαρμοστεί πλήρως το δίκαιο της θάλασσας διότι δήθεν πρόκειται για ειδική περίπτωση…». Εστιάζοντας, όμως, στην ερώτηση σας και στην συμφωνία με την Αίγυπτο, η εθνική γραμμή μπορεί να εξυπηρετηθεί εν μέρει μέσω της συμφωνίας, μιας και ακυρώνει έμπρακτα το τουρκολιβυκό σύμφωνο. Γι’ αυτό και το Κίνημα Αλλαγής επέλεξε να βάλει πλάτη για το εθνικό συμφέρον, δίχως να δηλώνει ούτε παρών, ούτε απών, αναγνωρίζοντας ωστόσο αστοχίες και λάθη που συνοδεύουν τη συμφωνία. Η κυβέρνηση θα πρέπει από εδώ και πέρα να χαράξει σαφή εθνική στρατηγική καθώς επίσης και να την επισφραγίσει με την απαραίτητη εθνική συναίνεση μέσω της σύγκλισης του Συμβουλίου Πολιτικών Αρχηγών. Από την άλλη πλευρά, η αξιωματική αντιπολίτευση επιλέγει να μην πάρει θέση για την συμφωνία επιλέγοντας το “παρών”. Αυτή η στάση για ένα κόμμα που θέλει να πρωταγωνιστεί και να αναλάβει εκ νέου τη διακυβέρνηση του τόπου είναι φοβερά ανεύθυνη, αλλά το κυριότερο, πηγάζει από την εσωκομματική αντιπαράθεση στον ΣΥΡΙΖΑ. Ο κ. Τσίπρας επέλεξε, λοιπόν, να μην βάλει πλάτη για το εθνικό συμφέρον, καθώς είναι σημαντικό να ψηφίζονται με όσο το δυνατόν μεγαλύτερη πλειοψηφία τέτοιες συμφωνίες και μάλιστα με σαφές διακύβευμα, και υπέκυψε στην εσωκομματική ιδιοτέλεια. Ο ΣΥΡΙΖΑ, βέβαια, μας έχει συνηθίσει σε ανεύθυνες στάσεις βασιζόμενες σε ιδιοτελείς σκοπούς, όχι μόνο ως αντιπολίτευση αλλά και ως κυβέρνηση.
Κ.Μ.: Η πανδημία μας έδειξε κατάματα πόσο σημαντικό είναι να δώσουμε επιτέλους προτεραιότητα στις συνθήκες που επικρατούν στην Ελλάδα. Από την εκπαίδευση, το σύστημα υγείας, μέχρι και την αρχιτεκτονική των πόλεων, ποιες ριζικές αλλαγές θα προτείνατε ώστε να κάνουμε πράγματι μια νέα αρχή;
Ε.Ζ.: Αυτή είναι η πραγματικότητα και η αλήθεια είναι πως καταντάει γραφικό και επικίνδυνο τα αντανακλαστικά μας να ενεργοποιούνται ή να αυξάνονται μόνο όταν προκύπτει μία κρίση. Η πανδημία ασφαλώς ανέδειξε την μη ύπαρξη Κράτους Δικαίου και ξεγύμνωσε τα προβλήματα που υπάρχουν σε κρίσιμους τομείς όπως η Υγεία και η Παιδεία. Παράλληλα, όμως, έφερε στην επιφάνεια και άλλες στρεβλώσεις που μας συνοδεύουν όλα αυτά τα χρόνια, όπως για παράδειγμα, η περιβόητη ψηφιοποίηση του κράτους.
Δε νοείται, λοιπόν, εν έτη 2020 να αφήνεις υποστελεχωμένο το ΕΣΥ, χωρίς υποδομές και υγειονομικό προσωπικό. Είναι χαρακτηριστική η εικόνα της περιφέρειας και ειδικά αυτή των νησιών μας, των οποίων η κατάσταση επιβαρύνεται και από τη μηδενική διαχείριση του προσφυγικού. Όπως επίσης, δε νοείται να μην έχεις ενσωματώσει ισχυρές κρατικές συμβουλευτικές δομές για ζητήματα, τα οποία άπτονται της ψυχικής υγείας.
Είναι αδιανόητο να μην έχεις δοκιμάσει ούτε μία μέθοδο αξιολόγησης στην εκπαίδευση και παράλληλα να παραμελείς την τεχνολογική κατάρτιση των εκπαιδευτικών. Δε γίνεται να μην έχεις προσαρμόσει τον αστικό ιστό έτσι, ώστε να υπάρχουν χώροι πρασίνου, που μέσα στην καραντίνα φάνηκε πόσο απαραίτητοι και πόσο λίγοι είναι.
Έχω την αίσθηση πως αν οι κυβερνήσεις της επόμενης δεκαετίας δεν τολμήσουν μεταρρυθμίσεις, η ιστορία θα μας αφήσει πολύ πίσω.
Κ.Μ.: Με αφορμή τις δηλώσεις της Υπουργού Παιδείας σχετικά με τον αριθμό των μαθητών στις σχολικές αίθουσες και τα νέα μέτρα που θα ισχύουν στα σχολεία, εύλογα προκύπτει το εξής ερώτημα: Είναι εφικτό, υπό αυτές τις συνθήκες, να λειτουργήσει ένα ευρωπαϊκό πρότυπο στην Ελλάδα, όταν σύμφωνα με έρευνα της ομάδας του Economist, κατέχει την τελευταία θέση στην ΕΕ σε θέματα εκπαίδευσης;
Μ.Α.: Δυστυχώς στην Ελλάδα έχουμε επιλέξει τον χώρο της Παιδείας ως χώρο συνεχούς μικροπολιτικής αντιπαράθεσης. Καμία συναίνεση, καμία σύνθεση, για έναν από τους πιο βασικούς πυλώνες του κοινωνικού κράτους. Η κάθε κυβέρνηση ξηλώνει τα νομοθετήματα των προηγούμενων, προχωρώντας σε δικά της, δίχως την απαραίτητη συναίνεση. Η πραγματικότητα αυτή επιφέρει σοβαρές ελλείψεις στο εκπαιδευτικό σύστημα, έλλειψη σχεδιασμού και μεγάλη σύγχυση στους λειτουργούς της εκπαίδευσης. Για το λόγο αυτό είναι πάρα πολύ δύσκολο, έως και απίθανο, η χώρα να ξεφύγει από την τελευταία θέση στην ΕΕ, πόσο μάλλον να πρωτοτυπήσει ή να εισάγει πρότυπα εκπαίδευσης. Οι ελλείψεις του εκπαιδευτικού συστήματος φάνηκαν και τους τελευταίους μήνες με την εξάπλωση του COVID-19. Σοβαρά προβλήματα στην τηλε-εκπαίδευση, ακόμα και για Πανεπιστημιακά Ιδρύματα, ελλιπής κατάρτιση εκπαιδευτικών και γενικότερη έλλειψη σχεδιασμού, ο οποίος βασίστηκε μόνο στην ελπίδα υποχώρησης του ιού, ώστε να ξεκινήσει απρόσκοπτα η νέα σχολική χρονιά. Ωστόσο, ο ιός όχι μόνο δεν υποχώρησε αλλά αναζωπυρώθηκε, οδηγώντας σε μεγάλη αύξηση κρουσμάτων μέσα στον Αύγουστο. Έτσι, η Υπουργός Παιδείας προχώρησε σε σειρά ανακοινώσεων για τα σχολεία και τις υπόλοιπες βαθμίδες εκπαίδευσης, οι οποίες όμως αφήνουν πολλά ερωτηματικά. Οι πολλοί μαθητές ανά τάξη, η αρχική ολιγωρία για τις μάσκες, οι ελάχιστες προσλήψεις εκπαιδευτικών και η ευρύτερη έλλειψη υποδομών εγείρουν σοβαρούς προβληματισμούς στους ειδικούς, στους γονείς, στους εκπαιδευτικούς, στους πολίτες. Ιδιαίτερα όταν βλέπουμε άλλες ευρωπαϊκές χώρες να οδηγούνται σε χιλιάδες προσλήψεις εκπαιδευτικών και αύξηση των σχολικών μονάδων, όπως η γειτονική Ιταλία, άλλες να διαθέτουν αποτελεσματικά εργαλεία και ικανότητες τηλε-εκπαίδευσης, και άλλες να μειώνουν αισθητά τους μαθητές ανά τάξη και σχολική μονάδα, μάλλον είναι πράγματι απίθανο να ξεφύγουμε από την τελευταία θέση της ΕΕ σε θέματα εκπαίδευσης.
Κ.Μ.: Θεωρείτε πως ο χώρος της πολιτικής έχει περισσότερα θετικά από αρνητικά να προσφέρει για όποιον θελήσει να την ακολουθήσει;
Ε.Ζ.: Για μένα η μετάφραση είναι πολύ απλή. Πολιτική = λύσεις στα προβλήματα που αντιμετωπίζει η κοινωνία. Και για να προλάβω τη σκέψη «πόσο ρομαντική;», έτσι θα έπρεπε τουλάχιστον να είναι. Δεν είναι εύκολος χώρος, αλλά αν είσαι «καθαρός» έχει μία περίεργη ομορφιά. Ανταλλαγή απόψεων, ώρες επί ωρών συζητήσεις, συγκρούσεις. Η συμμετοχή σε όλα αυτά, όμως, αποκτά αξία μόνο όταν αλλάζουν καταστάσεις και προωθούνται λύσεις.
Δυστυχώς, η διαφθορά που προέκυψε από τους πολιτικούς δημιούργησε την εικόνα ότι η Πολιτική αφορά μόνο τους επαγγελματίες, ότι συνδέεται μόνο με τα συμφέροντα όσων επιδιώκουν κάποια προνομιακή σχέση με το Κράτος. Και η αλήθεια είναι πως δε δημιουργήθηκε αδίκως. Αυτό νομίζω πως απομάκρυνε τον κόσμο και κυρίως τη νεολαία. Πιστεύω, όμως, πως τα προβλήματα που θα προκύψουν θα τροφοδοτήσουν ένα νέο ρεύμα πολιτικοποίησης με καινούρια χαρακτηριστικά και χωρίς μιμητισμούς αναφορικά με ότι συνέβαινε στο παρελθόν.
Η προσπάθεια, ο αγώνας, η κοινωνική συμβολή δεν είναι βέβαια θέμα ισοζυγίου θετικών και αρνητικών ή θεωρητικών αντιλήψεων για το τι κερδίζω από την συμμετοχή. Η συμμετοχή, η ενεργοποίηση, η προσφορά έχουν από μόνες τους αξία. Και το πρόσημο είναι σίγουρα θετικό.
Κ.Μ.: Πως μπορεί ένας νέος που ενδιαφέρεται για τον χώρο της πολιτικής να βρει τη φωνή του μέσα σε έναν τόσο ανταγωνιστικό χώρο;
Μ.Α.: Η αλήθεια είναι πως είναι αρκετά δύσκολο. Και ο ανταγωνισμός δεν είναι αυτός που μονομερώς συνθέτει τη δυσκολία. Ο αρχικός προβληματισμός είναι από που ξεκινάει κάποιος και ποια είναι τα πρώτα του βήματα. Η απάντηση, ωστόσο, σε θεωρητικό επίπεδο είναι αρκετά απλή. Όπως συμβαίνει και στις περισσότερες περιπτώσεις της ανθρώπινης δραστηριότητας, όλοι χρειαζόμαστε μέντορες καθώς και ένα περιβάλλον που θα μπορέσουμε να κάνουμε τα πρώτα μας βήματα. Έτσι και στην πολιτική. Η δομή μίας πολιτικής οργάνωσης, όπως ενός κόμματος ή της νεολαίας του, είναι εκείνη στην οποία μπορεί ένας νέος να βρει σταδιακά τη φωνή του. Και με το έργο του, την αφοσίωση, το ήθος και την προσπάθεια του μπορεί συνεχώς να αναδεικνύεται μέσα από το σύνολο. Γιατί η πολιτική, ειδικά στις μέρες μας, όπου η σημερινή πραγματικότητα επιβάλλει υποχρεώσεις όπως η εργασία από μικρότερες ηλικίες και η συνεισφορά στην οικογένεια, πρέπει να είναι ομαδική προσπάθεια. Μία ομαδική προσπάθεια όπου με τον κατάλληλο συντονισμό, την συνεργασία και την επικοινωνία μπορεί να δημιουργήσει ένα νέο αποδοτικό μοντέλο πολιτικής ενασχόλησης. Ο ανταγωνισμός έρχεται στη συνέχεια και μέσα στις πολιτικές οργανώσεις που ο καθένας θα επιλέξει να ενταχθεί. Μέσα στο σύνολο, όσο ο ανταγωνισμός αναπτύσσεται με υγιή τρόπο, μόνο εποικοδομητικός μπορεί να είναι για τα μέλη της ομάδας. Επειδή όμως όλοι γνωρίζουμε πως ο ανταγωνισμός μπορεί εύκολα να αναπτυχθεί με αθέμιτα μέσα, είναι ανάγκη να περιφρουρείται η υγιής του μορφή μέσα από την οργανωτική λειτουργία της ομάδας που θα εξασφαλίζει την ομαλή και αξιοκρατική ανάπτυξη των νέων πολιτικών στελεχών.
Κ.Μ.: Ως μέλος της νέας γενιάς του Κινήματος Αλλαγής, ποιο είναι το όραμά σας για το μέλλον του κόμματος και πώς θα κρίνατε την συμβολή σας σ’ αυτό;
Ε.Ζ.: Νομίζω πως για το χώρο μας θα εμφανιστεί μία πολύ μεγάλη ευκαιρία το επόμενο διάστημα. Από την μία, οι δυσκολίες που θα συναντήσει η ΝΔ και η αδυναμία της να τις διαχειριστεί λόγω των πολιτικών της αντιλήψεων και από την άλλη η αδυναμία του ΣΥΡΙΖΑ να διαμορφώσει μία σύγχρονη ταυτότητα στην αντιπολίτευση που ασκεί, αφού αδυνατεί να διαχειριστεί και να συνθέσει αποτελεσματικά το εσωτερικό του, θα δημιουργήσουν ένα χώρο, ένα πολιτικό κενό.
Αυτόν τον χώρο θα πρέπει κοινωνικά, ιδεολογικά, πολιτικά να εκφράσει το Κίνημα Αλλαγής. Και για να γίνει αυτό χρειάζεται ένα πράγμα: Αφήγημα. Ποιες είναι οι σκέψεις και οι ιδέες μας για τα προβλήματα της κοινωνίας και ποιο το μεταρρυθμιστικό αποτύπωμα που θέλουμε να αφήσουμε. Να το πω και λίγο σχηματικά, χρειάζεται μία αντίστοιχης τόλμης και ριζοσπαστισμού, αλλά σημερινή 3η του Σεπτέμβρη.
Γι αυτό όμως χρειάζεται κάποια φρεσκάδα. Όχι αποκλειστικά ηλικιακή. Χρειάζονται νέες ιδέες και νέα αντίληψη πραγμάτων. Αυτός είναι και ο στόχος μας κατά την προσπάθειά μας για τη συγκρότηση της νεολαίας του Κινήματος. Να συγκροτηθεί ένας τέτοιος πυρήνας ανθρώπων, ο οποίος θα συνεπάρει και θα δείξει το δρόμο σε ζητήματα και στο ίδιο το κόμμα. Σε αυτή την κατεύθυνση θέλω να προσφέρω ότι και όσο μπορώ.
Κ.Μ.: Με βάση την προσωπική σας εμπειρία στο πολιτικό προσκήνιο, πώς επιτυγχάνεται η κοινή πλεύση για το Κίνημα Αλλαγής και τις θέσεις του, όταν διαφορετικές, πολλές φορές αντιφατικές, προσωπικότητες συνεργάζονται μέσα σε αυτό;
Μ.Α.: Οι διαφορετικές και αντιφατικές πολιτικές προσωπικότητες που συνυπάρχουν στο Κίνημα Αλλαγής αλλά και διαχρονικά στη δημοκρατική παράταξη συνήθως μεταφράζονται σε διαφορετικές πολιτικές προσεγγίσεις. Όταν η μόνη διαφορά είναι το ίδιον όφελος, τότε η συνύπαρξη και η κοινή πορεία είναι ιδιαίτερα δύσκολες και συνήθως καταλήγουν σε σοβαρές αντιπαραθέσεις και ρήξεις. Αν όμως υπάρχει υγιής πολιτική αντιπαράθεση, η απάντηση μπορεί να συμπυκνωθεί στις έννοιες της εσωκομματικής δημοκρατίας, του σεβασμού στην άποψη της πλειοψηφία και της πολιτικής σύνθεσης. Αρχικά, δυο και πλέον προσεγγίσεις επιχειρείται να συνθεθούν σε μία και ενιαία, μέσα από τα θεσμικά όργανα του κόμματος, λαμβάνοντας την απαραίτητη νομιμοποίηση. Αν η σύνθεση είναι αδύνατη, τότε η πλειοψηφική άποψη υπερισχύει, λαμβάνοντας και πάλι την απαραίτητη νομιμοποίηση μέσω των θεσμικών οργάνων. Αν πάλι υπάρχει μεγάλη σύγχυση επί των εκάστοτε πολιτικών προσεγγίσεων και ερωτημάτων, υψηλότερα θεσμικά όργανα, έως και την ίδια την Πρόεδρο του Κινήματος Αλλαγής, λαμβάνουν τις αποφάσεις, βάσει της δικής τους αρχικής νομιμοποίησης. Με την απόφαση τους βέβαια, επωμίζονται και το πολιτικό κόστος που μπορεί να τις συνοδεύει. Η εσωκομματική αυτή αντιπαράθεση και η τέχνη της σύνθεσης είναι αυτές που χτίζουν τη διαφορετική πολιτική δημοκρατική ταυτότητα του Κινήματος Αλλαγής και διαχρονικά της δημοκρατικής παράταξης. Άλλωστε αυτή είναι που πρώτη εισήγαγε ανοιχτές διαδικασίες που εγγυώνται την δημοκρατική της ταυτότητα εν αντιθέσει με τα υπόλοιπα κόμματα του κοινοβουλίου, ακόμα και προσφάτως με την εκλογή της Προέδρου τον Νοέμβριο του 2017. Βέβαια, το μεγάλο αυτό πλεονέκτημα πολλές φορές και σε κρίσιμα διλήμματα μετατρέπεται σε τεράστιο μειονέκτημα, καθώς διχάζει το χώρο και οδηγεί στην ανάδειξη υπαρξιακών διαφορών. Εκεί ακριβώς χρειάζεται να αναπτύξουμε περισσότερο κουλτούρα συναινέσεων ώστε να αντέχει ο χώρος στους κραδασμούς της εκάστοτε πολιτικής συγκυρίας, αλλά και να επιδεικνύουμε αποφασιστικότητα ώστε να μην μας συμπαρασύρει η επικαιρότητα.
Ολοκληρώνουμε τους Διαλόγους όπως τους αρμόζει. Αφήνουμε τους συνεντευξιαζόμενους να μιλήσουν πρόσωπο με πρόσωπο, όπως σε κάθε διάλογο, δίνοντάς τους την ευκαιρία να συνομιλήσουν μέσα από μία προσωπική τους ερώτηση με αφορμή την επικαιρότητα.
Ε.Ζ.: Η ελευθερία έκφρασης στο διαδίκτυο δεν είναι κάτι διαφορετικό από το γενικό δικαίωμα της ελευθερίας της έκφρασης. Αυτό που θέλω να πω είναι πως ισχύουν οι ίδιοι «κανόνες». Ο καθένας έχει το δικαίωμα να εκφράζεται όπου και όπως θέλει, αρκεί να μην παραβιάζει τα δικαιώματα άλλων ανθρώπων.
Το «πρόβλημα» με το διαδίκτυο εντοπίζεται στο πόσο αχανές είναι και πόσο μεγάλος είναι ο ρυθμός παραγωγής υλικού σε αυτό. Από εκεί, δηλαδή, που θα άκουγες ένα ρατσιστικό ή σεξιστικό σχόλιο, ή μία θεωρία συνωμοσίας για τις μάσκες και τα εμβόλια από κάποιον στην πολυκατοικία ή τη γειτονιά σου, ανοίγοντας τα social media βλέπεις σωρεία αυτών και σοκάρεσαι.
Δε θα έπρεπε όμως. Πρέπει να αντιληφθούμε ότι αυτή είναι κοινωνία και αυτές είναι πραγματικές σκέψεις πραγματικών ανθρώπων. Πρέπει ο πολιτικός μας λόγος να είναι τέτοιος ώστε να λειτουργήσει ως αντίβαρο σε αυτές και οι απόψεις αυτές να βρεθούν στο περιθώριο.
Μ.Α: “Η προσωπική μας αισθητική αλλά και οι απόψεις μας διαμορφώνουν τον κοινωνικό μας περίγυρο” είπε ο Λ. Κουτσόπουλος και έχει μεγάλο δίκαιο. Θα μπορούσα να προσθέσω τις πράξεις και τις επιλογές μας. Σε αυτό ακριβώς μπορούμε ως νέοι προοδευτικοί πολίτες να βασιστούμε για αρχή για να αντιμετωπίσουμε τέτοια φαινόμενα. Στην καθημερινή αλληλεπίδραση με τους φίλους μας, τους γνωστούς μας, το εργασιακό μας περιβάλλον, θα πρέπει να αποδοκιμάζουμε και να περιορίζουμε σεξιστικές και εν γένει ρατσιστικές συμπεριφορές. Η αποδοκιμασία σε ένα σεξιστικό αστείο που ακούσαμε, η αρνητική κριτική σε μία ρατσιστική συμπεριφορά φίλου… Όποιος μπορεί διοχετεύει την κριτική αυτή και στο δημόσιο λόγο, όπου αναλόγως με το μέγεθος του ο καθένας δίνει το αντιρατσιστικό του στίγμα. Τρανό παράδειγμα αυτό των Milwaukee Bucks του Γιάννη Αντετοκούνμπο, που προκάλεσαν σεισμό στην κοινωνία των ΗΠΑ . Μόνο αυτό, βέβαια, δεν αρκεί για την αντιμετώπιση του σεξισμού. Πρόκειται για ένα βαθύ κοινωνικό φαινόμενο που ακόμα και η πρόοδος που σήμερα εμφανίζει η κοινωνία επήλθε μετά από αρκετές δεκαετίες αγώνων και προσπάθειας. Θα μπορούσε κανείς να συμπυκνώσει την συνολική αντιμετώπιση του φαινομένου στην ατομική ευθύνη, τη σωστή διαπαιδαγώγηση, την προώθηση της ισότητας των φύλων και την προβολή σωστών προτύπων. Ωστόσο, το ΠΑΣΟΚ στο παρελθόν έκανε πράξη την αλλαγή με μια σειρά από νομοθετήματα που κατοχύρωσαν σε ένα επίπεδο τα δικαιώματα των γυναικών και βοήθησαν στη σταδιακή απομείωση σεξιστικών συμπεριφορών. Έτσι και εμείς, ως κόμμα και ως νεολαία, είναι σωστό να διεκδικούμε την ισότητα των φύλων και τα δικαιώματα των γυναικών καθημερινά, με συγκεκριμένες προτάσεις όσον αφορά την εργασία, τα κοινά και τη ζωή, διεκδικήσεις που μπορούν να διαμορφώσουν συνειδήσεις και να καταπολεμήσουν σταδιακά φαινόμενα σεξισμού.
Μέχρι τους επόμενους ‘Διαλόγους’, καλή αντάμωση.