ΠΟΛΙΤΙΚΗ
Στη Βουλή ο Μητσοτάκης μετά από παρέμβαση ΠΑΣΟΚ – Η “de facto” αξιωματική αντιπολίτευση είναι εδώ!
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης θα προσέλθει για να δώσει απαντήσεις στη συζήτηση που ζήτησε στα μέσα Αυγούστου ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ Νίκος Ανδρουλάκης, αποτιμώντας συνολικά την αντιπυρική περίοδο. Η οποία, όπως επισημαίνουν κυβερνητικά στελέχη, θα μπορούσε να θεωρηθεί εξαιρετικά επιτυχημένη, αν δεν υπήρχε η «κηλίδα» της μεγάλης πυρκαγιάς στην Αττική. Πάντως, αρμόδιες πηγές επισημαίνουν ότι αναλογικά με άλλες αντιπυρικές περιόδους κάηκαν πολύ λιγότερες δασικές εκτάσεις, ενώ το νέο επιχειρησιακό δόγμα που εφαρμόστηκε στην πράξη, με έμφαση στην άμεση πρώτη παρέμβαση, έδειξε να λειτουργεί. Παράλληλα, η κυβέρνηση δρομολογεί την υλοποίηση του σχεδίου ΑΙΓΙΣ για τον επανεξοπλισμό της Πολιτικής Προστασίας.
Ευρύτερα, πάντως, η σημερινή σύγκρουση είναι από τα… προσεχώς και ενώ εκκρεμεί το αν ο κ. Μητσοτάκης θα συναντηθεί με τον Νίκο Ανδρουλάκη, μετά την πρόσκληση που του απηύθυνε τηλεφωνικά το βράδυ της εκλογικής του νίκης ο πρωθυπουργός. «Να δούμε αν άλλαξε κάτι ή αν είναι ο ίδιος Ανδρουλάκης», αναφέρει σε συνομιλητές του κ. Μητσοτάκης, ο οποίος στο πρόσφατο παρελθόν έχει κατηγορήσει το ΠΑΣΟΚ για επαμφοτερίζουσα στάση σε κρίσιμες μεταρρυθμίσεις.
Μια από αυτές που η κυβέρνηση περίμενε από το ΠΑΣΟΚ να τοποθετηθεί πιο θετικά ήταν το νομοσχέδιο του υπουργείου Εσωτερικών για τη μεταρρύθμιση του ΑΣΕΠ, με τη σύντμηση των διαδικασιών και των χρονοδιαγραμμάτων.
«Δεν αρχίσατε καλά, γιατί δεν ψηφίζετε ένα νομοσχέδιο που έχει θετικά στοιχεία», είπε ο υπουργός Εσωτερικών, Θεόδωρος Λιβάνιος, απευθυνόμενος στον βουλευτή Επικρατείας του ΠΑΣΟΚ, Παναγιώτη Δουδωνή, ο οποίος σήκωνε το βάρος της κοινοβουλευτικής αντιπαράθεσης για το εν λόγω ζήτημα.
Η κυβέρνηση θα συνεχίσει να πετά το μπαλάκι της συναίνεσης στο ΠΑΣΟΚ για μια σειρά από κομβικά ζητήματα, στα οποία θα μπορούσε να υπάρξει συναίνεση. Συναίνεση που φαίνεται ότι θα υπάρξει, έστω και σε δεύτερο χρόνο, για την αναστολή χρηματοδότησης των Σπαρτιατών που αντιμετωπίζουν δικαστικές περιπέτειες ως «συνέχεια» της Χρυσής Αυγής, καθώς ο Θεόδωρος Λιβάνιος μπορεί να μην έκανε δεκτή την τροπολογία του ΠΑΣΟΚ, πλην όμως δεσμεύτηκε ότι σε δεύτερο χρόνο και με βάση τις εξελίξεις από τη δικαιοσύνη η κυβέρνηση θα φέρει σχετική ρύθμιση.
Το ΠΑΣΟΚ “de facto” η Αξιωματική Αντιπολίτευση στην χώρα:
Ο Νίκος Ανδρουλάκης μετά την επανεκλογή του στην ηγεσία του ΠΑΣΟΚ κινείται σαν de facto αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Με το κόμμα του να έχει σταθεροποιηθεί, δημοσκοπικά, στην δεύτερη θέση και την αποσύνθεση του ΣΥΡΙΖΑ να συνεχίζεται, επιχειρεί μια επανεκκίνηση που, δυνητικά, όπως ελπίζει, θα επαναφέρει το ΠΑΣΟΚ σε τροχιά εξουσίας.
Στην πρώτη συνεδρίαση του Συντονιστικού Πολιτικού Κέντρου, ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ κατέστησε σαφές ότι δεν εμπιστεύεται τον Πρωθυπουργό Κ. Μητσοτάκη. Σύμφωνα με συνομιλητές του:
– Εκτίμησε ότι με προσωπική απόφαση του Κ. Μητσοτάκη απορρίφθηκε από τον υπουργό Εσωτερικών Θ. Λιβάνιο η τροπολογία του ΠΑΣΟΚ για την αναστολή της κρατικής χρηματοδότησης στους Σπαρτιάτες, παρά τις διαρροές που είχαν προηγηθεί ότι η ΝΔ θα τη στήριζε. Και προανήγγειλε ότι ο ίδιος θα επιμείνει σ αυτό το ζήτημα, γιατί το θεωρεί θεσμικά και πολιτικά σημαντικό.
– Σε σχέση με τα ελληνοτουρκικά, εξέφρασε την άποψη ότι δεν πρόκειται να υπάρξουν σοβαρές εξελίξεις παρά το κλίμα έντονης κινητικότητας που διαμορφώνεται για επικοινωνιακούς κυρίως λόγους, όπως πιστεύει.
– Μιλώντας για την ανάγκη βελτίωση της επικοινωνιακής στρατηγικής του ΠΑΣΟΚ, έδειξε ότι θεωρεί τον Πρωθυπουργό υπεύθυνο για την περιορισμένη προβολή που, όπως υποστηρίζει, έχει το έργο του κόμματός του.
Με αυτές τις αναφορές έκανε σαφές ότι δεν εμπιστεύεται τον Κ. Μητσοτάκη και δεν αρκείται σε όσα λέγονται από τον Πρωθυπουργό, προσπαθώντας να διαπιστώσει τι κρύβεται πίσω από όσα φαίνονται. Δεν μίλησε καν για την προοπτική συνάντησης μαζί του, παρά την επιθυμία που έχει εκφραστεί από την πλευρά του Πρωθυπουργού, ενώ δεν έδειξε συναινετική διάθεση προς την κυβέρνηση σε κανένα επίπεδο.
Τόνισε -και συμφώνησαν όλοι- ότι το ΠΑΣΟΚ είναι πλέον ο αντίπαλος πόλος προς τη ΝΔ και ότι πρέπει να αρθούν στο ύψος των περιστάσεων που δημιουργεί το κοινωνικό αίτημα για αποτελεσματική αντιπολίτευση.