ΓΝΩΜΕΣ
“Τα δημοκρατικά κόμματα λαμβάνουν τα μηνύματα των Δημοσκοπήσεων;” – Του Τάσου Δαρσινού

- Ο Τάσος Δαρσινός, είναι μέλος ΚΠΕ του ΠΑΣΟΚ- ΚΙΝΑΛ και μέλος της Γραμματείας της Ανανεωτικής Αριστεράς
ΔΗΜΟΣΚΟΠΙΚΑ ΣΧΟΛΙΑ
Οι τελευταίες δημοσκοπήσεις επιβεβαιώνουν μια τάση που διαμορφώνεται σταθερά τα τελευταία χρόνια: τα παραδοσιακά κόμματα εξουσίας – ΝΔ, ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ, ΣΥΡΙΖΑ – χάνουν έδαφος, ενώ ανερχόμενες δυνάμεις που αυτοπροσδιορίζονται ως «αντισυστημικές» κερδίζουν έδαφος. Το ερώτημα που προκύπτει είναι γιατί οι πολίτες στρέφονται σε σχήματα χωρίς σαφές πολιτικό πρόγραμμα και χωρίς αναγνωρίσιμα στελέχη, πλην των αρχηγών τους.
Η απάντηση βρίσκεται στον τρόπο που οι νέοι πολιτικοί σχηματισμοί επιλέγουν να επικοινωνήσουν με την κοινωνία. Οι επικεφαλής τους αξιοποιούν στο έπακρο την εποχή της επικοινωνίας και των κοινωνικών δικτύων, όπου οι εντυπώσεις υπερισχύουν του περιεχομένου και οι συναισθηματικές εξάρσεις αντικαθιστούν τον πολιτικό διάλογο. Αντί για ολοκληρωμένες πολιτικές προτάσεις, προβάλλουν μια ατζέντα βασισμένη στη διαμαρτυρία, την καταγγελία και τη γενική απαξίωση του πολιτικού συστήματος.
Η Ζωή Κωνσταντοπούλου, για παράδειγμα, αποφεύγει να τοποθετηθεί ανοιχτά σε ιδεολογικό επίπεδο και επιλέγει να επικεντρωθεί σε ζητήματα που προκαλούν κοινωνική οργή: την τραγωδία στα Τέμπη, τη διαχείριση της καταστροφής στο Μάτι. Η στρατηγική αυτή είναι αποδοτική σε ένα εκλογικό σώμα που έχει πάψει να αναζητά συνεκτικά πολιτικά προγράμματα και επιβραβεύει όσους καταγγέλλουν και συγκρούονται, έστω και χωρίς σαφή πρόταση.
Το φαινόμενο δεν είναι ελληνικό. Στη Δύση, το παραδοσιακό πολιτικό πλαίσιο κλονίζεται, και στη θέση του αναδύεται ένας νέος λαϊκισμός – είτε από τα δεξιά, είτε από τα αριστερά. Η τάση αυτή, που ενισχύθηκε από τον «τραμπισμό», αναδιαμορφώνει το πολιτικό σκηνικό. Η κοινωνία μοιάζει να αποζητά ακραία αντιπαράθεση, και τα κόμματα που προσφέρουν αυτή τη σύγκρουση κερδίζουν έδαφος, ανεξαρτήτως του αν έχουν εφικτές λύσεις ή όχι.
Το διακύβευμα είναι σαφές: αν συνεχιστεί αυτή η αποσύνθεση του πολιτικού διαλόγου και η υποκατάσταση των προγραμμάτων από τη στείρα αντιπαράθεση, η Δημοκρατία θα βρεθεί αντιμέτωπη με σοβαρούς κινδύνους. Όπως στον Μεσοπόλεμο, η απώλεια εμπιστοσύνης στους δημοκρατικούς θεσμούς άνοιξε τον δρόμο σε απολυταρχικά καθεστώτα, έτσι και σήμερα η απογοήτευση από την πολιτική θα μπορούσε να οδηγήσει σε επικίνδυνες ατραπούς.
Το κρίσιμο ερώτημα είναι αν τα δημοκρατικά κόμματα θα μπορέσουν να απαντήσουν σε αυτή την πρόκληση. Αν συνεχίσουν να αδιαφορούν για την αποξένωση των πολιτών και δεν ανακτήσουν την αξιοπιστία τους, τότε ο κίνδυνος είναι ορατός. Η Δημοκρατία δεν είναι δεδομένη – και οι προειδοποιήσεις της Ιστορίας είναι ξεκάθαρες.