ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗ
Χρήστος Τζιουβάρας: Περιφερειακή Ανάπτυξη και Περιφέρεια Κεντρικής Μακεδονίας
Η επιδιωκόμενη οικονομική ανάπτυξη που αφορά μία περιφέρεια ή και την χώρα, πέρα από το αριθμητικό της μέγεθος θα πρέπει να περιλαμβάνει και τον όρο “ισόρροπη ανάπτυξη”, να είναι δηλαδή μια ανάπτυξη που να αφορά το σύνολο των περιοχών του γεωγραφικού χώρου στον οποίο αναφερόμαστε. Και φυσικά, θα πρέπει να είναι μία ανάπτυξη που θα βοηθάει τις λιγότερο αναπτυγμένες περιφέρειες και περιοχές να βελτιώσουν την σχετική τους κατάσταση και να αναπτύσσονται με ρυθμό ανάλογο σε σχέση με εκείνο των ήδη αναπτυγμένων περιφερειών.
Το παραπάνω πρόβλημα, που στις σχετικές επιστήμες είναι γνωστό ως “περιφερειακό πρόβλημα”, αφορά την χωρική – εδαφική ασυμμετρία στην ανάπτυξη ενός γεωγραφικού χώρου, και η οποία χωρική ασυμμετρία βέβαια μεταφράζεται σε οικονομική και κοινωνική ανισορροπία.
Το ζήτημα αυτό υπάρχει και στην χώρα μας, και έχουμε ήδη καταλήξει να απαντώνται περιφέρειες πολλών ταχυτήτων, με κάποιες από αυτές να είναι περισσότερο αναπτυγμένες και κάποιες άλλες λιγότερο. Η Περιφέρεια Κεντρικής Μακεδονίας με όρους κατά κεφαλήν Α.Ε.Π. βρίσκεται στην 9η θέση ανάμεσα στις 13 Περιφέρειες της χώρας, συμπολίτες μας που βρίσκονται αντιμέτωποι με τον κίνδυνο της φτώχειας εδώ είναι το 30% και κατατάσσεται στην 3η θέση, η ανεργία αγγίζει το 20% και βρίσκεται επίσης στην 3η θέση, ενώ πολλές περιοχές εντός της Περιφέρειας αντιμετωπίζουν τον κίνδυνο να καταστούν άγονες. Και ενώ για την Περιφέρεια Αττικής δικαιολογείται απόλυτα η υπεροχή της με όρους κατά κεφαλήν ΑΕΠ, αφού είναι ο κεντρικός πόλος της χώρας, στην Περιφέρεια Κεντρικής Μακεδονίας δεν δικαιολογείται η 9η θέση αφού αποτελεί την μεγαλύτερη σε έκταση και την δεύτερη μεγαλύτερη σε πληθυσμό περιφέρεια της χώρας, περιλαμβάνοντας στην επικράτειά της την δεύτερη μεγαλύτερη πόλη της χώρας που είναι η Θεσσαλονίκη, και λαμβάνοντας υπόψη την στρατηγική της θέση από εθνική άποψη, αλλά και κάθε άλλο πλεονέκτημα από τα πολλά που διαθέτει.
Οι παράγοντες που επηρεάζουν την ισορροπία στην ανάπτυξη είναι σίγουρα πολλοί.
Η κατανομή των πόρων που επιλέγει να κάνει το κράτος, τα κίνητρα που παρέχονται για την περιφερειακή ανάπτυξη, κάθε είδους πρωτοβουλία για την κατανομή των ιδιωτικών επενδύσεων έχουν προφανώς σημασία. Όπως επίσης και το Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων που επιλέγεται από την εκάστοτε κυβέρνηση, ο αναπτυξιακός νόμος που ισχύει και οι προτεραιότητες που θέτει, ο χωροταξικός σχεδιασμός στα διάφορα επίπεδά του και το πόσο αυτός τελικά λαμβάνεται υπόψη από τις επιλογές όλων των επιπέδων της διοίκησης, αλλά και ο ρόλος που έχουμε επιλέξει ως κράτος να προσδώσουμε στην Τοπική Αυτοδιοίκηση, η αυτοτέλεια και τα εργαλεία που διαθέτει ώστε να αποτελεί πραγματικά έναν φορέα ανάπτυξης και κοινωνικής συνοχής. Και βέβαια, η πολιτική συνοχής της Ευρωπαϊκής Ένωσης η οποία αποτελεί κορυφαία πρωτοβουλία για την συνοχή μεταξύ κέντρου περιφέρειας, και ο τρόπος υλοποίησής της από την χώρα μας και τις Περιφέρειες αποτελεί σίγουρα κρίσιμο παράγοντα στην επίτευξη μίας βιώσιμης και συγχρόνως ισόρροπης ανάπτυξης.
Τα παραπάνω, ωστόσο, ενώ κατά καιρούς υπάρχουν στον δημόσιο διάλογο οι ανισότητες εξακολουθούν να υφίστανται και η Περιφέρεια Κεντρικής Μακεδονίας, παρά την επικοινωνία, εξακολουθεί να μην ανταποκρίνεται στις προσδοκίες των πολιτών της, κάτι που αποδεικνύουν οι αριθμοί και επιβεβαιώνει η ίδια η ζωή.
Όμως τι θα πούμε για να εξηγήσουμε αυτήν την υστέρηση; Ότι η Περιφέρεια Κεντρικής Μακεδονίας – όπως και κάθε άλλη Περιφέρεια – είναι απλώς μία γεωγραφική περιοχή για την κατάσταση της οποίας δεν έχει κανένας την ευθύνη των πρωτοβουλιών και των αποτελεσμάτων, ή θα λάβουμε υπόψη το γεγονός ότι πλέον αποτελεί μία από τις δεκατρείς Περιφέρειες της χώρας, με αιρετή διοίκηση, προϋπολογισμό και υπηρεσίες και η οποία πλέον έχει την δυνατότητα να σχεδιάσει και να υλοποιήσει την ανάπτυξη και την συνοχή στον χώρο ευθύνης της;
Για να έχουμε αποτελέσματα περιφερειακής ανάπτυξης και ισορροπίας είναι βέβαια κρίσιμα όλα όσα αναφέρθηκαν παραπάνω, μέσα από την πολιτική που επιλέγει να ασκεί το κράτος, λαμβάνοντας υπόψη και τον ρόλο που έχει επιλέξει να προσδώσει στρατηγικά σε κάθε περιοχή της επικράτειάς του.
Με τον Καλλικράτη όμως θεσπίστηκε και μία άλλη διάσταση στην Περιφερειακή Ανάπτυξη. Μία διάσταση που θέλει την Περιφερειακή Αυτοδιοίκηση βασικό συντελεστή της Περιφερειακής Ανάπτυξης, που θα απαντά αποτελεσματικά στις ανάγκες εξυπηρέτησης του πολίτη και θα δίνει νέα αναπτυξιακή ώθηση σε κάθε γωνιά της επικράτειας, δίνοντας παράλληλα την δυνατότητα στην χώρα να λειτουργεί ανταγωνιστικά μέσα σε ένα μεταβαλλόμενο και απαιτητικό διεθνές περιβάλλον.
Έτσι, ανεξάρτητα από την ωριμότητα του θεσμού, ο ρόλος των αιρετών Περιφερειών και το όραμα που οι ηγεσίες τους έχουν για τον χώρο ευθύνης τους είναι καθοριστικά. Το όραμα αυτό όμως πρέπει να εξειδικεύεται πάνω σε ένα “σχέδιο”, ένα σχέδιο που θα αποτυπώνει την κατεύθυνση που κάθε Περιφέρεια θέλει να πάει και το οποίο θα καθορίζει τις επιλογές της, που θα αποτυπώνει τις δυνάμεις και τις αδυναμίες της κάθε περιοχής τής, που θα ιεραρχεί προκλήσεις και θα θέτει προτεραιότητες, που θα αξιοποιεί στο έπακρο κάθε αναπτυξιακό πόρο που της παρέχεται, και που θα επενδύει με μελέτη, προσήλωση και στόχευση πάνω στα πλεονεκτήματά και τα μειονεκτήματά της.
Αυτό το σχέδιο τουλάχιστον στην Περιφέρεια Κεντρικής Μακεδονίας δεν φαίνεται να υπάρχει, και όταν θέλουμε να ερμηνεύσουμε και να απαντήσουμε στο ζήτημα των ανισοτήτων πρέπει να λάβουμε σοβαρά υπόψη την απουσία του. Κάτι που βέβαια ισχύει και για κάθε άλλη ελληνική Περιφέρεια.