ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ
Γιώργος Μουλκιώτης: «Το σκοτεινό μέλλον της εργασίας με σφραγίδα ΝΔ»
Άρθρο Γιώργου Μουλκιώτη στην εφημερίδα “Το Παρόν της Κυριακής”
Με την χώρα να έχει ήδη συμπληρώσει ένα χρόνο στη δίνη της πανδημίας του κορωνοϊού και την αγορά εργασίας να βρίσκεσαι σε καταστολή, ένα εξάμηνο μετά την αρχική παρουσίαση του περίφημου εργασιακού νομοσχεδίου στο Υπουργικό Συμβούλιο και έχοντας διαμεσολαβήσει η αλλαγή της πολιτικής ηγεσίας του υπουργείου Εργασίας, ο Πρωθυπουργός φαίνεται πιο αποφασισμένος από ποτέ να φέρει τώρα τις δήθεν μεταρρυθμίσεις που είχε σχεδιάσει από καιρό στα εργασιακά.
Τα πρώτα δείγματα γραφής της νεοφιλελεύθερης πολιτικής της Κυβέρνησης ΝΔ είχαν εμφανιστεί από την αρχή της διακυβέρνησής της.
Δεν ήταν τυχαίο εξ άλλου ότι αμέσως μετά τις εκλογές, με τροπολογία της τελευταίας στιγμής, τον Αύγουστο 2019, κατάργησε τη διάταξη για «βάσιμο λόγο» απόλυσης. Ούτε ότι στο «εμβληματικό» νομοσχέδιο Γεωργιάδη τον Οκτώβριο 2019, διαμόρφωσε το κατάλληλο περιβάλλον που οδηγεί στην υποπροστασία των εργαζόμενων, απαξιώνοντας τις συλλογικές συμβάσεις και ενισχύοντας την εργοδοτική ασυδοσία. Τυχαία δεν ήταν ούτε η ανάρτηση του Κυριάκου Μητσοτάκη, τον ίδιο μήνα, μετά από απεργιακή συγκέντρωση των Εργατικών Κέντρων, της ΓΣΕΕ και της ΑΔΕΔΥ, που θύμισε έντονα Μάργκαρετ Θάτσερ.
Τώρα, η τόσο πιστή στο δόγμα του θατσερισμού Κυβέρνηση Μητσοτάκη, έρχεται να μας υπενθυμίσει με τον πιο κυνικό τρόπο, τα «πιστεύω» της περί κοινωνίας που αποτελείται από μεμονωμένα άτομα, όπου επιβιώνουν αυτοί που το αξίζουν και οι άλλοι είναι άξιοι της μοίρας τους.
Εξ άλλου, είναι συνήθης πρακτική της συντηρητικής παράταξης να πυροδοτεί τον κοινωνικό αυτοματισμό μέσα από κλισέ του τύπου: «Η κυβέρνηση κοιτάει στα μάτια την πραγματικότητα στην αγορά εργασίας και φέρνει τα ευρωπαϊκά δεδομένα για τον Έλληνα εργαζόμενο».
Η αλήθεια είναι ότι τα μόνα ευρωπαϊκά δεδομένα – τα οποία θα φέρει με τεράστια καθυστέρηση και αφού έχει θεσμοθετήσει την απόλυτη ασυδοσία, κυρίως μεγάλων επιχειρήσεων, οι οποίες, ελλείψει ρυθμιστικών κανόνων, έχουν μετατρέψει τα σπίτια των εργαζομένων σε «εργασιακές γαλέρες» – αφορούν την κατοχύρωση του δικαιώματος στην αποσύνδεση για τους τηλεργαζόμενους, ένα δικαίωμα που έχει ήδη ψηφιστεί στην αρμόδια Επιτροπή Απασχόλησης του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου από το περασμένο έτος.
Ταυτόχρονα όμως η Κυβέρνηση και ο Πρωθυπουργός, χωρίς αιδώ προσπαθούν να πείσουν το εκλογικό ακροατήριο ότι ο συνδικαλιστικός νόμος του 1982 «χρειάζεται επιτέλους κάποιον ουσιαστικό εξορθολογισμό». Στη διάσπαση άλλωστε, των συλλογικών διεκδικήσεων στοχεύουν τόσο η διευθέτηση του χρόνου εργασίας μέσω των ατομικών συμβάσεων εργασίας, όσο και η εισαγωγή του κεφαλαιοποιητικού συστήματος στην επικουρική ασφάλιση. Ο σημερινός Πρωθυπουργός άλλωστε ήδη από το 2018, είχε δηλώσει την απέχθειά του για το «ξεπερασμένο 8ωρο». Και έτσι γινόμαστε μάρτυρες των πιο απίθανων επιχειρημάτων από τη Κυβέρνηση.
Περαιτέρω, με λίαν απόλυτο και υποκριτικό τρόπο, η δεξιά συντηρητική παράταξη της χώρας, αδιαφορώντας στην πράξη για την υπαρκτή πρόκληση του δημογραφικού, φέρνει ένα νομοσχέδιο που υπονομεύει ξεκάθαρα τον θεσμό της οικογένειας. Την ώρα που δεκαετίες τώρα εκατοντάδες επιστημονικές έρευνες μιλούν για τη σημασία του οικογενειακού προγραμματισμού, του σταθερού χρόνου εργασίας και ενός πλαισίου προστασίας της μητρότητας στη μείωση της υπογεννητικότητας, το «dream-team» Μητσοτάκη – Χατζηδάκη μας λέει ότι με την άδεια πατρότητας, συμβάλλει καθοριστικά στην αντιμετώπιση του δημογραφικού προβλήματος κι ας μην έχουν οι γονείς σταθερό και συγκεκριμένο ωράριο εργασίας ή κι ας μην το έχουν καθορίσει μόνοι τους.
Τέλος, το πιο οξύμωρο στοιχείο είναι ότι ο Πρωθυπουργός και ο Υπουργός Εργασίας φαίνεται να μην μπορούν να αντιληφθούν ότι με όποιο τρόπο κι αν επιχειρήσουν να βαφτίσουν το κρέας ψάρι και όποιο μεταρρυθμιστικό μανδύα κι αν φορέσουν, με την ατομική διευθέτηση του χρόνου εργασίας (χωρίς ΣΣΕ και Συνδικάτα), με την εργάσιμη εβδομάδα –«λάστιχο» διάρκειας 30-50 ωρών την εβδομάδα, την «ευέλικτη» τηλεργασία πλήρους, μερικής ή εκ περιτροπής εργασίας, το ημερήσιο ωράριο-«λάστιχο» με συνδυασμό τηλεργασίας και εργασίας στις εγκαταστάσεις του εργοδότη, την κατάργηση του θεσμού της υπερεργασίας και του πενθήμερου (εργασία και το Σαββατοκύριακο), δεν πρόκειται να αποκρύψουν την απορρύθμιση της αγοράς εργασίας.
Γιατί αυτά δεν κρύβονται σε μια χώρα σαν την Ελλάδα, όπου η ανεργία και το brain drain καλπάζουν, όπου το κατώτατο ωρομίσθιο ($ 3.94) – είναι χαμηλότερο και από εκείνο της Τουρκίας ($ 6.70). Και δεν μπορούν να εφαρμόζονται σε μια χώρα που είναι «πρωταθλήτρια» εντός Ε.Ε., έχοντας τα υψηλότερα πραγματικά ωράρια εργασίας συμπεριλαμβανομένων των υπερωριών, ενώ επίσης κατέχει τη δεύτερη θέση, μετά την Εσθονία, καταγράφοντας τις περισσότερες κανονικές ετήσιες ώρες εργασίας (κατά 130 από την Ε27 και κατά 155 από την παλαιά Ε15).
Ιδίως τώρα που τα «εύκολα» τέλειωσαν και οι συγκυρίες δείχνουν τα δόντια τους, ο ελληνικός λαός κρίνει. Και συγκρίνει την επιθετική νεοφιλελεύθερη οικονομική πολιτική της ΝΔ, που αποδιοργανώνει πλήρως το κοινωνικό κράτος και απορρυθμίζει τις αγορές και την εργασία, με το ΠΑΣΟΚ – Κίνημα Αλλαγής των κοινωνικών μεταρρυθμίσεων και των προσαρμογών σε ένα ρυθμιστικό μοντέλο των αγορών, με κριτήριο τον άνθρωπο και το συνολικό όφελος της κοινωνίας.