ΔΙΕΘΝΗ
“Η «πολιτική του κατευνασμού» απέναντι στην Τουρκία, βοηθάει μόνο …την Τουρκία”. Γράφει η Ευαγγελία Λιακούλη.
Η «πολιτική του κατευνασμού» απέναντι στην Τουρκία, βοηθάει μόνο …την Τουρκία
Της Ευαγγελίας Λιακούλη*
Η «πολιτική του κατευνασμού» (= Appeasement) αποτελεί έναν δόκιμο διπλωματικό όρο, που φέρνει στο νου όλα τα λάθη που διαπράχθηκαν στη διεθνή σκακιέρα της δεκαετίας του 1930 λίγο πριν τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο από πλευράς των δημοκρατικών δυνάμεων (Αγγλία, Γαλλία, Η.Π.Α.), επιτρέποντας στα μιλιταριστικά κράτη της εποχής (Γερμανία, Ιταλία, Ιαπωνία) να εδραιώσουν τη διεθνή παρουσία τους, να κερδίσουν χρήσιμους, μικρότερους συμμάχους και στο τέλος να αιματοκυλίσουν ολόκληρο τον πλανήτη.
Επρόκειτο για μια σχολή διπλωματικής σκέψης η οποία προσπαθούσε να αποτρέψει οποιαδήποτε στιβαρή αντίδραση στις μικρο-αξιώσεις μέχρι τότε των δυνάμεων του Άξονα, έναντι των γειτόνων τους, στη λογική του να μην ξεσπάσει ένας ακόμη μεγάλος πόλεμος, μόλις 20 χρόνια από τον προηγούμενο (Α’ Π.Π.).
Ο βολονταρισμός των οπαδών της πολιτικής του «κατευνασμού», ως ήταν αναμενόμενο, δεν απέδωσε και ο νέος παγκόσμιος πόλεμος, προφανώς, ξέσπασε. Έτσι, όσοι πρέσβευαν τον «κατευνασμό» (Πρωθυπουργοί, Υπουργοί Εξωτερικών και εγνωσμένου κύρους διπλωμάτες), λίγο αργότερα βρέθηκαν στο στόχαστρο των συμπατριωτών τους και αργότερα, βέβαια, είχαν να αντιμετωπίσουν το κριτικό μάτι όλων όσοι ασχολούνται ή μελετούν τη διπλωματική και τη διεθνή ιστορία.
Τηρουμένων των αναλογιών, σήμερα βλέπουμε μια παρόμοια λογική να διέπει τις σχέσεις Ε.Ε. – Τουρκίας. Στη βάση των μεγάλων και αμοιβαίων οικονομικών συμφερόντων, στη βάση των εκατομμυρίων τούρκων πολιτών που κατοικούν επί δεκαετίες σε μεγάλες χώρες της Ε.Ε., αλλά και στη βάση του να μην αποξενωθεί διπλωματικά, μια σημαντική δύναμη που συνορεύει με την Ένωση, οι ηγέτες της – με τη λαμπρή εξαίρεση του κ. Μακρόν – δείχνουν μια σχετική δυσανεξία στο να ξεκαθαρίσουν τη θέση τους και να απαιτήσουν από την Τουρκία να σεβαστεί τις κόκκινες γραμμές της Ελλάδας και της Κύπρου, σύμφωνα με το Διεθνές Δίκαιο, αλλά και τις ίδιες τις ιδρυτικές Συνθήκες της Ε.Ε., επιβάλλοντάς της σοβαρές κυρώσεις.
Βολικά οι ηγέτες της Ένωσης τείνουν, όμως, να ξεχνούν πως η Τουρκία, δεν «παίζει» πλέον με τους όρους και τις σταθερές, με τις οποίους «έπαιζε» επί δεκαετίες το κεμαλικό κράτος κι ότι αποτελεί παράγοντα αποσταθεροποίησης της ευρύτερης περιοχής της Ανατολικής Μεσογείου. Οι ηγέτες τη Ε.Ε. επιλέγουν να στρουθοκαμηλίζουν, όταν βλέπουν την Τουρκία να παρουσιάζεται ως περιφερειακή δύναμη που διαπραγματεύεται βάσει των δικών της όρων τόσο με την ΕΕ, όσο και με τις ΗΠΑ, τη Ρωσία, αλλά και όλους τους Διεθνείς Οργανισμούς. Κάνουν πως δεν βλέπουν ότι η Τουρκία του Προέδρου Ερντογάν απειλεί την ειρήνη και την ασφάλεια, επιδιώκοντας την αναθεώρηση των Διεθνών Συνθηκών κι έχοντας επιλέξει μια στρατηγική ανασύστασης της οθωμανικής αυτοκρατορίας (νεο-οθωμανισμός) με περιφερειακά σε αυτήν φιλικά κράτη, που θα αναφέρονται ευθέως στην ίδια. Σε αυτό το πλαίσιο, όπλο της γειτονικής μας χώρας, η δήθεν προστασία των μουσουλμανικών πληθυσμών – ένας στην ουσία «φερετζές», προκειμένου να καλυφθεί η δική της στροφή προς τον θρησκευτικό φανατισμό και τη μισαλλοδοξία.
Η Ένωση, ωστόσο, οφείλει να βγει από το «ροζ σύννεφο», σύμφωνα με το οποίο η Τουρκία θα ήθελε δυνητικά να ενταχθεί σε αυτήν – όπως επεδίωκε επί δεκαετίες – και να κατανοήσει ότι όλες οι νέες αλλαγές τακτικής της στη διεθνή σκακιέρα, καταδεικνύουν πως ο Πρόεδρος Ερντογάν ούτε μπορεί, ούτε θέλει κάτι τέτοιο. Αντιθέτως, και στη βάση του ακραιφνούς μουσουλμανικού του background, απορρίπτει σχεδόν κάθε τι κοσμικό και θα ήθελε να καταστήσει την Τουρκία μια περιφερειακή δύναμη, που θα τρομοκρατεί όλους όσοι αντιτίθενται σε αυτήν, με αποκλειστικό και μόνο όπλο του την στρατιωτική ισχύ.
Σε αυτά του τα σχέδια, ο Πρόεδρος της Τουρκίας βοηθήθηκε τα τελευταία χρόνια κι από έναν ανέλπιστο σύμμαχο: το νυν Αμερικανό Πρόεδρο, ο οποίος την ώρα που γράφω τούτες τις γραμμές, ελπίζω πως αποτελεί ήδη παρελθόν και μια κακή παρένθεση. Γιατί ο Πρόεδρος Trump επιλέγοντας την «απόσυρση» των Η.Π.Α. από πολλές «καυτές» γωνιές του πλανήτη, άφησε πολύτιμο ζωτικό χώρο στον Ερντογάν, προκειμένου να ξεδιπλώσει και να βάλει σε εφαρμογή το σχέδιο της «περιφερειακής δύναμης» στη Συρία, το Ιράκ, την Αρμενία, την Κύπρο, αλλά και το Αιγαίο.
Στα καθ’ ημάς, το Κίνημα Αλλαγής διαπίστωσε από πολύ νωρίς αυτές τις αλλαγές στην εξωτερική πολιτική της Τουρκίας. Μόνιμη τακτική μας να «σπρώξουμε» τόσο τη νυν, όσο και την προηγούμενη κυβέρνηση στην κατεύθυνση της πίεσης προς την Ε.Ε., προκειμένου να επιδιωχθεί μια νέα συμφωνία με την Τουρκία, που θα σηματοδοτεί μια νέα σχέση, που δεν θα περιλαμβάνει μόνο οφέλη για την τελευταία, αλλά και δεσμεύσεις. Και κάτι τέτοιο περνάει μέσα από την κατανόηση όλων μας, πως τα προβλήματά μας με την Τουρκία δεν αποτελούν μια τριμερή διαφορά της Ελλάδας και της Κύπρου με την Τουρκία, αλλά μια συνολική στρατηγική της Τουρκίας απέναντι στην Ευρώπη, με την οποία η γειτονική χώρα ασκεί πιέσεις στα νοτιοανατολικά σύνορα της Ένωσης, προκειμένου να εξασφαλίσει την αναγνώρισή της ως περιφερειακής δύναμης, με νέες αυξημένες απαιτήσεις, αλλά και διεθνείς δυναμικές. Και μια τέτοια αναβάθμιση της Τουρκίας δεν συμφέρει ούτε εμάς, ούτε την Κύπρο, ούτε προφανώς και την Ε.Ε…
*Η Ευαγγελία Λιακούλη είναι Κοινοβουλευτική Τομεάρχης Εσωτερικών του Κινήματος Αλλαγής και βουλευτής ν. Λάρισας