ΠΟΛΙΤΙΚΗ
Kάρολος Παπούλιας: Σοσιαλιστής από “κούνια” – Η πολιτική του διαδρομή
Το στρατιωτικό πραξικόπημα του 1967 τον βρήκε, όπως αναφέρει το sansimera.gr, στη Δυτική Γερμανία. Εκεί πρωτοστάτησε στην οργάνωση της Σοσιαλιστικής Δημοκρατικής Ένωσης Εξωτερικού, η οποία κινητοποίησε τους έλληνες εργαζομένους, φοιτητές και επιστήμονες της Δυτικής Ευρώπης εναντίον της χούντας των συνταγματαρχών.
Υπήρξε, επίσης, ιδρυτικό μέλος της πρώτης συνδικαλιστικής αντιστασιακής οργάνωσης και ήταν ένας από τους τακτικότερους συνεργάτες της «Ντόιτσε Βέλλε».
Το 1974 επέστρεψε στην Ελλάδα και εντάχθηκε στο ΠΑΣΟΚ. Το 1977 εξελέγη για πρώτη φορά βουλευτής Ιωαννίνων και επανεκλεγόταν συνεχώς μέχρι τις εκλογές του 2004. Στις κυβερνήσεις του Ανδρέα Παπανδρέου διετέλεσε Υφυπουργός και Αναπληρωτής Υπουργός Εξωτερικών (1981-1985), και Υπουργός Εξωτερικών (1985-1989 και 1993-1996). Επί Οικουμενικής Κυβέρνησης ανέλαβε Υπουργός Αναπληρωτής Εθνικής Άμυνας (1989-1990), ενώ επί πρωθυπουργίας Κώστα Σημίτη ήταν Πρόεδρος της Διαρκούς Επιτροπής Εθνικής Άμυνας και Εξωτερικών Υποθέσεων της Βουλής (1998-2004).
Κατά τη διάρκεια της μακρόχρονης θητείας του στο Υπουργείο Εξωτερικών διακρίθηκε για την πολυεπίπεδη εξωτερική πολιτική που άσκησε στο πλαίσιο των κυβερνήσεων Ανδρέα Παπανδρέου. Τη δεκαετία του ογδόντα πρωταγωνίστησε σε όλες τις προσπάθειες επίλυσης του μεσανατολικού ζητήματος, με κορυφαίο γεγονός την επιτυχή διαμεσολάβηση του για την ασφαλή αποχώρηση των εγκλωβισμένων μαχητών της παλαιστινιακής αντίστασης και του ίδιου του Αραφάτ με ελληνικά πλοία από την Τρίπολη του Λιβάνου (1983).
Απέδωσε ιδιαίτερη σημασία στη δημιουργία στέρεων σχέσεων με τον αραβικό κόσμο και ήταν σταθερά προσανατολισμένος στη διαρκή και επίπονη προσπάθεια εξομάλυνσης των ελληνοτουρκικών σχέσεων (Μνημόνιο Παπούλια – Γιλμάζ το 1988). Την τριετία 1993-1996 υπήρξε σημαντική η συμβολή του στην έναρξη των ενταξιακών συνομιλιών της Κυπριακής Δημοκρατίας, ιδιαίτερα στον καθοριστικό για την ένταξή της συμβούλιο κορυφής της Ευρωπαϊκής Ένωσης στο Έσσεν (10 Δεκεμβρίου 1994).
Διατήρησε ανοιχτούς διαύλους επικοινωνίας με όλους τους Βαλκάνιους ηγέτες και λειτούργησε κατ’ επανάληψη ως μεσολαβητής της Ε.Ε. Με δική του πρωτοβουλία πραγματοποιήθηκε η πρώτη διαβαλκανική διάσκεψη Υπουργών Εξωτερικών στο Βελιγράδι (1988), όπου πέτυχε την έναρξη συνομιλιών με τη Βουλγαρία και την τότε ΕΣΣΔ για τον πετρελαιαγωγό Μπουργκάς – Αλεξανδρούπολης. Αποκατέστησε σχέσεις φιλίας και καλής γειτονίας με την Αλβανία, αίροντας την εμπόλεμο κατάσταση που μέχρι τότε επικρατούσε στις ελληνοαλβανικές σχέσεις (28 Αυγούστου 1987).
Ο Κάρολος Παπούλιας υποστήριξε με αμείωτο ενδιαφέρον κάθε θετικό βήμα προς την κατεύθυνση της ύφεσης της ειρήνης και του αφοπλισμού. Στο πλαίσιο αυτό εντάσσεται η «Πρωτοβουλία των Έξι ηγετών για την ειρήνη και τον αφοπλισμό» (Αλφονσίν, Ντε Λα Μαδρίδ, Νιερέρε, Πάλμε, Γκάντι, Α. Παπανδρέου) του 1985.
Στις εκλογές της 7ης Μαρτίου 2004 εξετέθη για μια ακόμη φορά υποψήφιος βουλευτής στο Νομό Ιωαννίνων, αλλά δεν εξελέγη. Στις 12 Δεκεμβρίου 2004 ο πρωθυπουργός Κώστας Καραμανλής τον πρότεινε για το ύψιστο αξίωμα της Πολιτείας. Την υποψηφιότητά του υποστήριξε και το ΠΑΣΟΚ. Στις 8 Φεβρουαρίου 2005, με 279 ψήφους επί συνόλου 300, εξελέγη Πρόεδρος της Ελληνικής Δημοκρατίας έως το 2010, διαδεχθείς τον Κωνσταντίνο Στεφανόπουλο.
Ορκίστηκε και ανέλαβε τα καθήκοντά του στις 12 Μαρτίου 2005. Επανεξελέγη στις 3 Φεβρουαρίου 2010 με τις ψήφους του ΠΑΣΟΚ, της Ν.Δ και του ΛΑΟΣ (266 επί συνόλου 300). Στις 13 Μαρτίου 2015 έληξε η θητεία του στο ύπατο αξίωμα της χώρας με την ορκωμοσία του Προκόπη Παυλόπουλου ως νέου Προέδρου της Ελληνικής Δημοκρατίας.
Ο Κάρολος Παπούλιας υπήρξε πρωταθλητής Ελλάδος στο άλμα επί κοντώ, παίκτης της εθνικής ομάδος του βόλεϊ και πρόεδρος για 25 χρόνια του ιστορικού Εθνικού Γυμναστικού Συλλόγου (ΕΓΣ). Ήταν παντρεμένος με την ψυχολόγο Μαρία Πάνου με την οποία είχαν τρεις κόρες.
Η σχέση του με τον Ανδρέα Παπανδρέου
Μιλώντας στα «ΝΕΑ», το 1997, αποκάλυψε για πρώτη φορά λεπτομέρειες για τη σχέση του με τον ηγέτη του ΠΑΣΟΚ, αυτά που τους ένωσαν, τα μικρά τους μυστικά, αλλά και μεγάλης εμβέλειας χειρισμούς στην εξωτερική πολιτική, των οποίων εμπνευστής ήταν ο Ανδρέας Παπανδρέου.
«Εκείνος λέει είχε μόλις αποφυλακισθεί από τις Φυλακές Αβέρωφ. Εγώ, τότε, ήμουν στη Γερμανία γραμματέας της Σοσιαλιστικής Δημοκρατικής Ένωσης, μίας σημαντικής οργάνωσης επιστημόνων και εργατών που είχε παραρτήματα στις περισσότερες χώρες της Δυτικής Ευρώπης. Δεν θυμάμαι τώρα από πού ερχόταν. Θυμάμαι, όμως, ότι το ραντεβού για να γνωρισθούμε είχε οριστεί στον σταθμό της Κολωνίας και ότι τον συνόδευαν ο Γιώργος Κίσσονας και ο Μάκης Παπασταύρου.
»Κατέβηκε από το τρένο, με μια σβελτάδα που με εντυπωσίασε, ήρθε κοντά, μας σύστησαν και με χαιρέτησε θερμά. Εκείνη η χειραψία ήταν η αρχή μίας φιλίας, που κράτησε μέχρι τον θάνατό του».
Στα συν και τα πλην του ανθρώπου που σημάδεψε την πορεία της νεώτερης Ελλάδας, ο Κάρολος Παπούλιας τού «καταλόγισε» την ανθρωπιά: «Ήταν ένας πολύ ανθρώπινος χαρακτήρας και αυτή η ανθρωπιά που είχε ήταν η μόνη αδυναμία του στην πολιτική. Πίστευε ότι πρέπει να δίνει δεύτερη και τρίτη ευκαιρία στους συνεργάτες του. Πολλές φορές έδινε και τέταρτη και πέμπτη. Και αυτό συχνά το πλήρωνε».
Ο Ανδρέας Παπανδρέου κατάφερε το 1984 να πραγματοποιήσει για «την εδραίωση της ειρήνης στη Μεσόγειο», μια ιστορική συνάντηση στην Ελούντα της Κρήτης με τους ηγέτες της Γαλλίας και της Λιβύης.
Ο πρώην υπουργός Εξωτερικών δήλωσε για τον Α. Παπανδρέου ότι «ήταν ένας πολιτικός με εξαιρετική ικανότητα στις στρατηγικές συλλήψεις και αναλύσεις· ένας πολιτικός που τον χαρακτήριζε η εξαιρετική γενναιότητα και ο πατριωτισμός. Έζησα μαζί του πάρα πολλά και κανείς δεν μπορεί να αμφισβητήσει αυτά που λέω. Δεν ήταν ένας πολιτικός της σειράς και της ρουτίνας. Θα έλεγα και των ρήξεων».
Από τα τόσα που έζησε δίπλα στον Α. Παπανδρέου, θυμόταν ίσως την κορυφαία στιγμή της διπλωματικής δεξιοτεχνίας του προέδρου του ΠΑΣΟΚ, τότε δηλαδή όταν έφερε στο ίδιο τραπέζι δύο εχθρούς, τον Μουαμάρ Καντάφι και τον Φρανσουά Μιτεράν, οι οποίοι ήταν ήδη στα πρόθυρα του πολέμου.
Θυμόταν το μήνυμα που του έφερε ο απεσταλμένος του Μιτεράν, πρώην υπουργός Εξωτερικών της Γαλλίας Ρολάν Ντιμά («τρώγαμε ένα μεσημέρι στον «Αστέρα» όταν έφθασε») και αποκάλυψε για πρώτη φορά ότι «αμέσως μετά, ταξίδεψα μυστικά στην Τρίπολη με εντολή του Α. Παπανδρέου μαζί με τον Ντιμά, για να συναντήσουμε τον Καντάφι».
Αποκάλυψε, επίσης, ότι μυστικά εστάλη, τότε, ομάδα Ελλήνων αξιωματικών, η οποία προωθήθηκε στα σύνορα Λιβύης – Τσαντ, για να εποπτεύσει την αποχώρηση των λιβυκών στρατευμάτων.
Και τι θυμόταν από την ιστορική συνάντηση Μιτεράν – Καντάφι – Παπανδρέου στην Ελούντα; «Τον εντυπωσιασμό του Μιτεράν από τη συγκρότηση και την πολιτική σκέψη του Καντάφι και την τόλμη, τη στρατηγική και τη διείσδυση στην ουσία τού θέματος του Α. Παπανδρέου».
Ζωντανή πηγή για τη νεώτερη ελληνική Ιστορία ο Κάρολος Παπούλιας, μίλησε στα «ΝΕΑ» για τις διπλωματικές ικανότητες του Ανδρέα Παπανδρέου, όπως και για το πόσο «δυνατός παίκτης» ήταν. Θυμόταν πώς κέρδισε το 1987 στην αντιπαράθεση με την Τουρκία, όταν τον έστειλε προσωπικό απεσταλμένο στον πρόεδρο της Βουλγαρίας Τ. Ζίβκοφ, και πώς έπειτα από σύντομες συνομιλίες μαζί του, ο Βούλγαρος πρόεδρος δέχθηκε την ενεργοποίηση της αμυντικής συμφωνίας με την Ελλάδα, πράγμα που κατά τη γνώμη του «εξανάγκασε τον Οζάλ να υποχωρήσει».
Για τους χειρισμούς που έγιναν κατά τη διάρκεια εκείνης της κρίσης, είπε: «Πιστεύω ότι η στρατηγική σημασία των κινήσεων του Ανδρέα Παπανδρέου πρέπει να διδάσκεται σε σεμινάρια αντιμετώπισης διεθνών κρίσεων».
Έχουν λεχθεί πολλά για τις προσωπικές τους σχέσεις, όπως και για το γεγονός ότι έκαναν παρέα ως φίλοι, λέγοντας ανέκδοτα. «Τα ανέκδοτά μας» δήλωνε ο κ.
Παπούλιας «ήταν ιστορίες που ζήσαμε μαζί, από ιστορίες που έζησε ή άκουσε από τον πατέρα του και από αυτά που γνώριζε από την διεθνή πολιτική. Τίποτε άλλο».
Πίστευε, ότι δεν έχει εκτιμηθεί σε όλες τις διαστάσεις η προσωπικότητα του Ανδρέα Παπανδρέου, ειδικά «διανοούμενου των διεθνών σχέσεων». Τον χαρακτήριζε
αντικειμενικά ως «μεγάλο πολιτικό» και σημείωνε ότι «το εύρος και οι ακριβείς διαστάσεις της πολιτικής του εμβέλειας θα δημοσιοποιηθούν κάποτε μέσα από
επίσημα έγγραφα και επιστολές».