ΠΟΛΙΤΙΚΗ
Μανώλης Χριστοδουλάκης: “Στόχος, να αποδείξουμε στην πράξη, όχι ότι είμαστε καλύτερη αντιπολίτευση από τον ΣΥΡΙΖΑ, αλλά ότι μπορούμε να γίνουμε καλύτερη κυβέρνηση από τη ΝΔ.”
ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ
ΜΑΝΩΛΗ ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΑΚΗ
ΓΡΑΜΜΑΤΕΑ ΤΟΥ ΚΙΝΗΜΑΤΟΣ ΑΛΛΑΓΗΣ
ΣΤΗΝ ΕΦΗΜΕΡΙΔΑ «ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΗ» ΤΗΣ ΡΟΔΟΥ
ΚΑΙ ΤΗ ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟ Μ. ΦΩΤΗ
Κύριε Χριστοδουλάκη, διανύουμε μια περίοδο με πάρα πολλά «μέτωπα» ανοιχτά. Θα ήθελα να ξεκινήσουμε την συνέντευξη από τo δεύτερο lockdown. Κλείσαμε ήδη μια εβδομάδα αλλά όπως φαίνεται θα έχουμε παράταση στη διάρκεια του. Θα ήθελα την άποψη σας για τους χειρισμούς της κυβέρνησης, ειδικά την κρίσιμη περίοδο του καλοκαιριού και αν ίσως θα μπορούσαμε να είχαμε αποφύγει αυτή την εξέλιξη.
Δυστυχώς, το δεύτερο lockdown στο οποίο βρισκόμαστε σήμερα, ήταν πραγματικά κάτι το οποίο όλοι μας το απευχόμασταν. Και φυσικά, η συζήτηση δε γίνεται για το αν με βάση τα υφιστάμενα επιδημιολογικά δεδομένα, σήμερα, ήταν αναγκαίο το δεύτερο lockdown. Επί αυτών, έχουμε μάθει να εμπιστευόμαστε την επιστημονική κοινότητα και τις εισηγήσεις των ειδικών, χωρίς καμία διάθεση, ούτε να τους «καπελώσουμε», αλλά ούτε και να απαξιώσουμε τη δουλειά που κάνουν όλους τους τελευταίους μήνες. Όμως, το πραγματικό ερώτημα είναι, αν έγιναν όλα όσα έπρεπε, για να μη φτάσουμε στο σημείο να είναι αναγκαίο το δεύτερο lockdown. Και επειδή με ρωτάτε, συγκεκριμένα, για την κρίσιμη περίοδο του καλοκαιριού, πρέπει να κάνουμε σαφές ότι υπάρχει μία ειδοποιός διαφορά με τα άλλα ευρωπαϊκά κράτη, που ορισμένοι σήμερα χρησιμοποιούν ως σημείο σύγκρισης. Ότι εμείς μπήκαμε στη μεταβατική περίοδο του καλοκαιριού, έχοντας σχεδόν εκμηδενίσει τα ενεργά κρούσματα και τις εστίες διασποράς της νόσου. Πράγμα που δεν συνέβη σχεδόν σε καμία άλλη ευρωπαϊκή χώρα. Αυτό, μας έδωσε τη δυνατότητα να έχουμε μπροστά μας τρεις κρίσιμους μήνες για έναν ολοκληρωμένο σχεδιασμό πρόληψης και έγκαιρης διαχείρισης του δεύτερου κύματος της πανδημίας, που όλοι περιμέναμε ότι θα ερχόταν από το φθινόπωρο. Δυστυχώς, η κυβέρνηση, αντί να αξιοποιήσει το διάστημα αυτό, έστειλε αντιφατικά μηνύματα υπέρμετρης χαλάρωσης, έδωσε λανθασμένα παραδείγματα με την παρουσία ανώτερων κυβερνητικών αξιωματούχων σε φαινόμενα συνωστισμού σε εγκαίνια και πλατείες, άνοιξε πολύ πρόχειρα την εστίαση και τον τουρισμό, δεν έλεγξε αποτελεσματικά τα χερσαία μας σύνορα αλλά και τις αεροπορικές αφίξεις, συμβιβάστηκε στις πιέσεις για παράλογες «πληρότητες» σε πλοία και αεροπλάνα και δεν πήρε έγκαιρα εμπροσθοβαρή οικονομικά μέτρα που θα γέμιζαν με ασφάλεια τους επαγγελματίες και θα διευκόλυναν την τήρηση των υγειονομικών περιορισμών από τη δική τους πλευρά. Αποτέλεσμα, ο ελληνικός λαός, να χάσει την εμπιστοσύνη του και η κυβέρνηση την αξιοπιστία της στη διαχείριση της κρίσης. Δυστυχώς, δεν είμαστε εκεί που ήμασταν τον Μάρτιο και η κυβέρνηση έχει ευθύνη γι αυτό.
Έχετε ασκήσει έντονη κριτική στην κυβέρνηση το τελευταίο χρονικό διάστημα για αναποτελεσματικότητα και έλλειψη σχεδιασμού. Μπορείτε να μας επισημάνετε τα βασικά σημεία που την εντοπίζετε αλλά και τι καλύτερο θα μπορούσε να έχει κάνει;
Είναι γεγονός ότι στο θέμα της πρόληψης και του σχεδιασμού για τον περιορισμό της διασποράς του κορωνοϊού, σίγουρα υπήρχαν πολλά περιθώρια ενεργειών, που ίσως να απέτρεπαν το καθολικό lockdown στο οποίο βρισκόμαστε σήμερα. Θα αναφερθώ επιγραμματικά σε τέσσερα βασικά που για μένα είναι και τα απολύτως αυτονόητα. Πρώτον, η προβληματική ιχνηλάτηση των κρουσμάτων και ο συντονισμός των test για τον εντοπισμό τους. Είμαστε σήμερα τελευταίοι μεταξύ των 15 δυτικοευρωπαϊκών χωρών σε test, σε αναλογία πληθυσμού, και με τα ορφανά κρούσματα να ανέρχονται στο εξωπραγματικό 84% του συνόλου. Είχαμε προτείνει, από την πρώτη στιγμή, την αξιοποίηση κινητών κλιμακίων της πρωτοβάθμιας φροντίδας, τη διατίμηση του κόστους των test ή την κάλυψη τους από τον ΕΟΠΥΥ για να είναι εύκολα προσβάσιμα σε όλους, την ένταξη στον κεντρικό σχεδιασμό των περιφερειακών και ιδιωτικών εργαστηρίων και τη συγκρότηση αποτελεσματικών πρωτοκόλλων για την προστασία του υγειονομικού προσωπικού αλλά και των ευαίσθητων δομών, όπως τα γηροκομεία. Δεύτερον, η στήριξη του Συστήματος Υγείας και η αύξηση των διαθέσιμων κλινών ΜΕΘ. Στην πράξη, βάφτισαν τις υφιστάμενες, «ΜΕΘ για covid», ενώ οι μόνες που προστέθηκαν από δωρεές, όπως για παράδειγμα στο νοσοκομείο «Σωτηρία», υπολειτουργούν λόγω της έλλειψης προσωπικού. Αποτέλεσμα, τόσο τα νοσοκομεία μας, όσο και οι λειτουργοί του ΕΣΥ, που δίνουν καθημερινά την μάχη στην πρώτη γραμμή, να είναι κυριολεκτικά, στα όρια τους. Τρίτον, η διαχείριση στο άνοιγμα των σχολείων. Με τους μαθητές να φτάνουν ακόμα και τους 25 ανά τάξη, κάνοντας αντικειμενικά προβληματική την τήρηση των απαιτούμενων αποστάσεων. Έπρεπε να είχε εγκαίρως διασφαλιστεί η διαθεσιμότητα πρόσθετων αιθουσών, είτε από τους Δήμους, είτε με συνεργασία του ιδιωτικού τομέα, ώστε το πλήθος αυτό, και κατά τα ευρωπαϊκά πρότυπα, να μη ξεπερνά τους 15 μαθητές ανά τάξη. Εναλλακτικά, διενέργεια εναλλάξ μαθημάτων πρωί και απόγευμα, ή μείωση της ύλης και εκ περιτροπής διδασκαλία, όπως έγινε και τον περασμένο Μάιο. Και τέταρτον, ο συνωστισμός στα Μέσα Μαζικής Μεταφοράς, και ειδικά στα αστικά κέντρα. Με 230 οχήματα στην Αττική να είναι εκτός λειτουργίας, λόγω έλλειψης ανταλλακτικών και τεχνικών, που θα έπρεπε έγκαιρα να έχουν προβλεφθεί και αντικατασταθεί. Αντί για την θωράκιση των νευραλγικών αυτών τομέων, προτιμήθηκε η αξιοποίηση χρημάτων για τη «θωράκιση» των μέσων διάχυσης της πληροφορίας. Για να νομίζουμε όλοι μας, πως πάντα φταίνε κάποιοι άλλοι, εκτός από αυτούς που έχουν την ευθύνη να παίρνουν αποφάσεις.
Γίνεται μια μεγάλη συζήτηση το τελευταίο χρονικό διάστημα για το ποιος πρέπει να είναι ρόλος της αντιπολίτευσης στις δύσκολες αυτές στιγμές. Ποια είναι η δική σας άποψη και η στρατηγική του Κινήματος Αλλαγής και ειδικά στις κρίσιμες συνθήκες της πανδημίας;
Για εμάς, τα πράγματα είναι πάρα πολύ απλά. Ο εχθρός όλων μας είναι ένας, είναι η πανδημία και η απειλή της ανθρώπινης ζωής. Όμως, για να μπορέσουμε να τον αντιμετωπίσουμε όσο πιο αποτελεσματικά γίνεται, δε φτάνει απλά να σιωπούμε, να δίνουμε λευκή επιταγή, ή να παραβλέπουμε αστοχίες, λάθη και προβληματική διαχείριση. Ο ελληνικός λαός μας έδωσε εντολή ελέγχου της κυβέρνησης. Και θα το κάνουμε με τρόπο υπεύθυνο, σοβαρό και πάντα προς όφελος των συμπολιτών μας. Το κάναμε ήδη από την αρχή της πανδημίας, με 150 παρεμβάσεις και προτάσεις εντός και εκτός Βουλής. Το κάναμε τον Μάιο, με το τεκμηριωμένο και κοστολογημένο Ενδιάμεσο μας Πρόγραμμα, για το πώς θα κρατηθεί ζωντανή η οικονομία και όρθια η κοινωνία. Το κάναμε το Σεπτέμβριο, με την πρόταση μας για την αναγέννηση του ΕΣΥ αλλά και με το ολοκληρωμένο σχέδιο που παρουσιάσαμε για την παραγωγική ανασυγκρότηση της χώρας και την αξιοποίηση των ευρωπαϊκών πόρων. Δεν μας αφορούν άναρχες και λαϊκίστικες φωνές, όπως αντίστοιχα, όμως, δεν μας αφορά η αλαζονεία και η προπαγάνδα. Έχουμε όλοι μας χρέος και ευθύνη απέναντι στον ελληνικό λαό, να βάλουμε το δικό μας λιθαράκι για την καλύτερη αντιμετώπιση της κρίσης. Όμως, φυσικά και η αποτελεσματική πολιτική λειτουργία, πάντα, απαιτεί δύο. Έναν που προτείνει και παράγει πολιτική και έναν που είναι διατεθειμένος να ακούει και να υιοθετεί. Είμαστε οι πρώτοι και περιμένουμε τους δεύτερους.
Η Ρόδος, και γενικά τα νησιά μας, είναι από τις πρώτες περιοχές που λόγω των επιπτώσεων στον τουρισμό, ζουν στο «πετσί» τους τις συνέπειες της πανδημίας. Με πλήθος εργαζομένων σε εποχιακά επαγγέλματα, όπως λ.χ. στον κλάδο του τουρισμού και του επισιτισμού να αντιμετωπίζουν ποικίλα ζητήματα, με αποτέλεσμα ο χειμώνας να προβλέπεται ιδιαίτερα «βαρύς». Ποια είναι η θέση του Κινήματος Αλλαγής για όλα αυτά;
Δυστυχώς, τυγχάνει να έχω και εγώ προσωπικά μία πολύ καλή εικόνα για τα θέματα των απασχολούμενων στον κλάδο του τουρισμού-επισιτισμού, που είναι πραγματικά πολύ σοβαρά, ειδικά σε περιοχές που στηρίζονται παραδοσιακά στο τουριστικό μας προϊόν. Είμαστε σε συνεχή επικοινωνία με τα Εργατικά Κέντρα τόσο της Ρόδου όσο και Κρήτης που αντιμετωπίζει αντίστοιχα προβλήματα, με σκοπό τη διαρκή ενημέρωση μας για την τραγική κατάσταση που βιώνουν οι εργαζόμενοι της κατηγορίας αυτής. Ως Κίνημα Αλλαγής, έχουμε καταθέσει επανειλημμένα σχετικές επερωτήσεις στη Βουλή προς τους αρμόδιους Υπουργούς. Δυστυχώς, μέχρι σήμερα, δεν έχουμε πάρει καμία απάντηση για το συγκεκριμένο θέμα. Οι εργαζόμενοι του κλάδου είναι κυριολεκτικά απροστάτευτοι. Εμείς από την πλευρά μας, κάνουμε σαφές πως θα συνεχίσουμε να αναδεικνύουμε το ζήτημα και να είμαστε στο πλευρό των θεσμικών εκπροσώπων των εργαζομένων. Γιατί αυτό πραγματικά σημαίνει για εμάς, και να βάζεις πολιτικές προτεραιότητες, αλλά και να παρεμβαίνεις με προτάσεις και διεκδικήσεις για να τις υλοποιείς.
Παραλλήλως με την απαιτητική περίοδο της πανδημίας, είναι ανοιχτό και το μέτωπο των ελληνοτουρκικών. Πόσο μεγάλο ρόλο εκτιμάτε ότι θα διαδραματίσει η εκλογή Μπάιντεν στην Αμερική;
Προσωπικά, θεωρώ ότι σχεδόν οποιοσδήποτε Αμερικανός Πρόεδρος έπαιρνε τη θέση ενός ακραίου λαϊκιστή, όπως ήταν ο D. Trump, αυτό θα είχε θετικές επιπτώσεις σε πάρα πολλά επίπεδα. Πόσο μάλλον, όταν αυτό συνδυάζεται και με την ανάληψη της διακυβέρνησης των ΗΠΑ από το Δημοκρατικό Κόμμα, που χαρακτηρίζεται από κατεξοχήν προοδευτικές αντιλήψεις, θέσεις και πρόγραμμα. Βέβαια, στο ζήτημα που μας αφορά, προσωπικά θα κρατούσα μικρό «καλάθι». Γιατί η γεωπολιτική στρατηγική στα επίπεδα αυτά, δεν χαρακτηρίζεται πάντα από ιδεολογικούς όρους και προτάγματα. Είναι αδιαμφισβήτητη η προσωπική σχέση, ίσως και η «αυταρχική» ταύτιση του D. Trump με τον Erdogan, όπως αντίστοιχα και η αρχική πρόθεση των Δημοκρατικών να ανακτήσουν τη χαμένη τους κυριαρχία σε κρίσιμες γειτονιές του κόσμου, όπως η δική μας. Όμως, επειδή χορτάσαμε τόσο από λόγια όσο και από σωτήρες, δεν πρέπει ποτέ να ξεχνάμε ότι η διασφάλιση των εθνικών μας συμφερόντων, της κυριαρχίας και των δικαιωμάτων μας, ήταν, είναι και θα είναι ζήτημα το οποίο θα πρέπει να λύσουμε με σαφή προτεραιότητα τις δικές μας δυνάμεις.
Το διάστημα που προηγήθηκε, η Τουρκία τέντωσε θα λέγαμε το σχοινί, δοκιμάζοντας τα όρια και τις αντοχές όχι μόνο της Ελλάδας, αλλά και της Ευρώπης. Παράλληλα φαίνεται πως με την παρουσία του Oruc Reis, θεωρεί δεδομένο ότι μπορεί να κινείται μεταξύ των 6 και των 12 μιλίων δηλώνοντας ότι είναι σε «διεθνή ύδατα». Ποια είναι η άποψή σας; Έχουμε «υπερασπιστεί» ως χώρα την κόκκινη γραμμή των 12 μιλίων όλο αυτό το διάστημα;
Η προκλητικότητα και η επιθετικότητα της Τουρκίας είναι πλέον κάτι δεδομένο. Αυτό που χρειάζεται από τη δική μας πλευρά, είναι η αναθεώρηση της στρατηγικής του διαρκούς κατευνασμού. Γιατί, δυστυχώς, οδηγεί σε τετελεσμένα, όπως χαρακτηριστικά και με το όριο των 12 ναυτικών μιλίων. Tα 12 ναυτικά μίλια, δεν είναι απλώς κυριαρχικό δικαίωμα, είναι δυνητική εθνική κυριαρχία, όπου μάλιστα η επέκταση αυτή, αποτελεί μονομερές δικαίωμα της χώρας μας, βάσει των κανόνων του διεθνούς δικαίου. Πρέπει η Ελλάδα να στείλει ένα ισχυρό μήνυμα ότι οι κόκκινες γραμμές υπάρχουν για να τηρούνται, και όχι απλώς για να ξεθωριάζουν με βολικές δικαιολογίες. Και αυτό πρέπει να γίνει σαφές τόσο επιχειρησιακά, όσο φυσικά πολιτικά και διπλωματικά σε ευρωπαϊκό και διεθνές επίπεδο. Να τεθεί η Ευρώπη προ των ευθυνών της, ακόμα και αν αυτό απαιτεί βέτο σε θεσμικές αποφάσεις. Φτάνει πια με την πολιτική των ίσων αποστάσεων.
Να κλείσουμε με τις εσωκομματικές εκκρεμότητες του ΚΙΝ.ΑΛ. καθώς είχαν δρομολογηθεί αρκετές δράσεις με φόντο τις εσωκομματικές εκλογές του 2021 ωστόσο πολλές μπήκαν στον πάγο λόγω covid. Ο σχεδιασμός για το επόμενο διάστημα τι περιλαμβάνει;
Το φόντο όλων μας των πολιτικών διεργασιών είναι η ενίσχυση των πολιτικών μας συσχετισμών, η ισχυροποίηση της φωνής μας στην κοινωνία. Είναι λογικό ο σχεδιασμός που είχαμε καθορίσει, σε μεγάλο βαθμό, να αναπροσαρμόζεται από το δεύτερο lockdown. Επενδύουμε ξανά στην τεχνολογία για την επικοινωνία μας, συγκροτούμε τα οριζόντια θεματικά μας δίκτυα σε κρίσιμους κλάδους, όπως της παιδείας, της υγείας, της εργασίας, της αυτοδιοίκησης και των αγροτών, οργανώνουμε τις κομματικές μας δυνάμεις στους χώρους δουλειάς, προχωράμε τις διαδικασίες για τη συγκρότηση της νεολαίας του Κινήματος Αλλαγής και επιμένουμε στη διαρκή επικοινωνία και συνεργασία με τα στελέχη, τις οργανώσεις μας αλλά και θεσμικούς φορείς ανά την Ελλάδα, για την εντατικοποίηση των πολιτικών παρεμβάσεων. Στόχος, να αποδείξουμε στην πράξη, όχι ότι είμαστε καλύτερη αντιπολίτευση από τον ΣΥΡΙΖΑ, αλλά ότι μπορούμε να γίνουμε καλύτερη κυβέρνηση από τη ΝΔ.