ΓΝΩΜΕΣ
Ν.Καλίτσου: Πόσο εύκολα εκκενώνεις το σπίτι σου;
Γράφει η Νικολέτα Καλίτσου, M.Sc Γεωπόνος Α.Π.Θ
Υπ. Κοινοτική Σύμβουλος στην Α’ Δημοτική Ενότητα του Δ. Θεσσαλονίκης
Βρίσκομαι στη Μεταμόρφωση Χαλκιδικής όλο τον Ιούλιο (στα θερινά ανάκτορα της οικογένειας) με την οικογένεια μου. Σήμερα Πέμπτη 27/7, φυσάει πολύ, πάρα πολύ. Ξύπνησα και σκέφτηκα πως θα είναι δύσκολη μέρα. Επιβεβαιώθηκα!
Γύρω στις 11:00 ξεκινήσαμε να ακούμε σειρήνες, το ρεύμα έπεσε μετά από λίγο, ο αέρας όλο και δυνατότερος. Το άγχος αρχίζει να με κυριεύει. Καπνούς δεν βλέπω στον ουρανό, αλλά οι σειρήνες συνεχίζουν. Ψάχνω στο twitter μήπως κάποιος ανέβασε κάτι.
Τσουπ, χτυπάει τηλέφωνο η φίλη μου η Φαίδρα (ζει Ψακούδια). Έπιασε φωτιά μεταξύ Μεταμόρφωσης – Νικήτης και φαίνεται από τις κατασκηνώσεις.
Στο καπάκι η θεία μου γυρνάει από το χωριό και μας λέει πως φωνάζουν στο κόσμο να βρέξει τα ξερά χόρτα και να είναι σε επιφυλακή. Μεγαλώνει το άγχος.
Τρέχω στην παραλία, δεν βλέπω φωτιές.
Τρέχω στο δρόμο, έχουν κόψει την κυκλοφορία.
Φυσάει.
Γυρνάω σπίτι, ο μικρός παίζει με τα νερά. Τον βάζω να βρέχει τα δέντρα.
Οκ, τι κάνουμε; Μαζεύουμε πράγματα και φεύγουμε;
Η Φαίδρα για ό,τι μαθαίνει, με παίρνει τηλ. Περιορισμένης έκτασης, έχουν πάει 10 πυροσβεστικά.
Οι σκέψεις τρέχουν, υπολογίζεις ότι παίρνεις τα βασικά και φεύγεις γιατί φυσάει. Πως βάζεις τον μικρό στο αμάξι, χωρίς να φάει;
Εντωμεταξύ, βάζω τα ρούχα του μικρού στον σάκο του (φυσικά και έχει δικό του), θα αφήσω τα πράγματα του camping εδώ, μόνο την υπεργαμάτη σκηνή μου θα πάρω και θα φορτώσω όλα τα πράγματα του μικρού και τα βασικά δικά μας.
Έχω ενημερώσει τους συναδέλφους στο γραφείο ότι δεν έχω ρεύμα και είμαι σε επιφυλακή.
Μαζεύω.
Σκέφτομαι.
Ποιον δρόμο να πάρω; Θα κολλήσουμε στο κεντρικό; Θα αφήσω το σπίτι μας να καεί; Και αν είναι μικρής έκτασης;
Ειδοποιώ την άλλη μου θεία που είναι εκτός να ξέρει, μια γειτόνισσα που είναι μόνη της και περιμένω. Περιμένω. Περιμένω (καμιά ώρα όλα αυτά).
Παίρνει η Φαίδρα, λέει εντάξει έμαθε πως την σβήσανε (είχε πληροφορίες από εθελοντή που ήταν εκεί).
Ουφ, ουφ.Κάτι καταλαγιάζει μέσα μου. Συνεχίζει να φυσάει.
Σιγά σιγά ηρεμώ. Πάει 14:00, ακόμα ο κόμπος στο στομάχι.
Ξανακούω πυροσβεστικό, μιλάω με Φαίδρα, φωτιά στον Άγιο Νικόλαο. Ωχ.
Έτσι θα μας πάει. Μακριά ο Άγιος Νικόλαος, είναι μικρής έκτασης, την θέτουν υπό έλεγχο.
Μιλάω με φίλους, με ρωτάνε, ο μικρός έχει κατατσιμπιθεί από κουνουπάρες τόση ώρα στα νερά.
Ας δούμε τα δεδομένα:
Η πρόσβαση από το σπίτι μου είναι εύκολη στη θάλασσα. Αν μας πιάσει κάτι, θα παλέψω όσο μπορώ ή θα φύγω στη θάλασσα; Αν έρθει 112, μπαίνω στο αμάξι και φεύγω; και αν κολλήσω στον κεντρικό που όλοι αυτό θα κάνουν; Έχουμε και τους τουρίστες που θα τρέξουν να σωθούν (δικαιολογημένα, να τους πούμε να φέρνουν και από ένα πυροσβεστήρα βέβαια στο μέλλον).
Τι κάνεις αλήθεια στη στιγμή της κρίσης;
Η φωτιά ξέσπασε κοντά σε ένα κομμάτι που είναι μέσα στα πεύκα, τα μπροστά οικόπεδα έχουν κλειστή την πρόσβαση στη θάλασσα, όποτε όσοι βρίσκονται ανάμεσα θα καταφέρουν να φτάσουν σε ασφαλές σημείο; Εσύ προλαβαίνεις να φύγεις; Θα τα αφήσεις όλα όμως στην τύχη τους; Δεν θα σώσεις την περιοχή σου;
Έχεις ένα παιδί να προστατέψεις. Είναι ασφαλές να τρέξεις στη θάλασσα ή να μπεις στο αμάξι;
Όλες αυτές οι σκέψεις γίνονται αστραπιαία από έναν άνθρωπο που άκουσε ότι υπάρχει φωτιά αλλά δεν την έβλεπε. Σκεφτείτε σε τι κατάσταση βρίσκονται όσοι την βλέπουν να τους πλησιάζει.
Δεν πρέπει να ρωτάμε γιατί δεν έφυγε, γιατί έτρεξε για τα ζώα του, γιατί έφυγε, γιατί έτρεξε να βοηθήσει, γιατί δεν βοήθησε, γιατί δεν γνωρίζουμε ποιες σκέψεις και ποιους υπολογισμούς έκανε στο μυαλό του. Δε ξέρουμε σε τι ψυχολογική κατάσταση βρίσκεται ο καθένας μπροστά σε κάτι τέτοιο.
Θλίβομαι για όσους έχασαν κάτι (οτίδηποτε) σε μια πυρκαγιά.
Οργίζομαι για την ανεξέλεγκτη κατάσταση σε Ρόδο, Κάρυστο, Βόλο, Λαμία (ανήκουστο), Δαδιά, Μάτι, Ηλεία, Πελοπόννησο, Εύβοια, και πολλές άλλες περιοχές.
Ευχαριστώ όλους τους πυροσβέστες και εθελοντές που έτρεξαν όλοι στα σημεία και τα έθεσαν υπό έλεγχο άμεσα.
Περιμένω μια ειλικρινής παραίτηση και διερεύνηση της κατάστασης.
Ευχομαι να μην χάσει κανένα άλλο ζώο, φυτό ή άνθρωπος το σπίτι του και τη ζωή του για κανένα λόγο.