ΠΟΛΙΤΙΚΗ
Νίκος Μποζιονέλος: “Υποκλοπές και Δεξιά στην Ελλάδα, μια σχέση διαρκείας”
Η υπόθεση του Σάμπυ Μιωνή, που υπέκλεψε συνομιλία του με τον πρώην υπουργό Νίκο Παππά, προκειμένου να την αξιοποιήσει η ΝΔ του Κυριάκου Μητσοτάκη (και επιχειρεί να το κάνει τώρα ως αντιπερισπασμό στη σκανδαλώδη δράση της που καθημερινά έρχεται στο φως) μας θυμίζει μια ανάλογη ιστορία, με πρωταγωνιστή έναν άλλο Μητσοτάκη, τον πατέρα του σημερινού πρωθυπουργού.
Αξέχαστα δύο ονόματα. Ο στρατηγός Νίκος Γρυλλάκης και ο Χρήστο Μαυρίκης, ως υπεύθυνος ασφαλείας του κόμματος, την εποχή που πρόεδρος της ΝΔ ήταν ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης. Μεγαλούργησαν κι αυτοί επί Μητσοτάκη… Ηχογραφούσαν ό,τι κινούταν. Μέσα κι έξω από τη Νέα Δημοκρατία. Και κατήγγειλαν ότι το έκαναν με εντολή του τότε πρωθυπουργού.
Η υπόθεση Μαυρίκη ήταν απόνερα του «σκανδάλου Κοσκωτά», μια υπόθεση με αντικείμενο τηλεφωνικές συνομιλίες δημοσίων προσώπων που κυριαρχούσαν μετά το 1989 δεν μπορεί και δεν είναι εύκολο να ξεχαστεί.
Μετά την απόφαση της Βουλής για αναστολή της δίωξης του Ανδρέα Παπανδρέου τον Μάιο του 1992, τον Απρίλιο του 1993 ο υπάλληλος του ΟΤΕ, Χρήστος Μαυρίκης, καταγγέλλει ότι διενεργούσε υποκλοπές κατ’ εντολή του στρατηγού Γρυλλάκη, στενού συνεργάτη του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη.
Ο Μαυρίκης, και ενώ έχει προηγηθεί η δημοσίευση στον Τύπο, εμφανίζεται με πλήθος κασετών τηλεφωνικών υποκλοπών πολιτικών προσώπων κυρίως του ΠΑΣΟΚ -ανάμεσά τους και ο Παπανδρέου. Ο ίδιος ο υπάλληλος του ΟΤΕ, σε τηλεοπτικές εμφανίσεις δήλωνε ότι το περιεχόμενο των συνομιλιών τον διασκέδαζε , εκβιάζοντας έτσι εμμέσως αρκετά πρόσωπα, τα οποία γνώριζαν πλέον ότι παρακολουθούνταν.
Τον Μάιο του 1993 συγκροτήθηκε επιτροπή για τη διερεύνηση των καταγγελιών του Χρήστου Μαυρίκη σε βάρος του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη για τις τηλεφωνικές υποκλοπές. Στο στόχαστρο μπαίνουν αυτή τη φορά ο τότε πρωθυπουργός και η κόρη του, Ντόρα Μπακογιάννη. Τον Ιούλιο του 1993, δώδεκα βουλευτές του ΠΑΣΟΚ, των οποίων οι συνομιλίες παρακολουθούνταν, υποβάλλουν μηνυτήρια αναφορά και το πόρισμα των ανακριτών δημοσιεύεται τον Δεκέμβριο του 1993, ενώ η ΝΔ έχει ήδη απωλέσει την εξουσία. Τον Ιανουάριο του 1994 οι Κωνσταντίνος Μητσοτάκης και Ντόρα Μπακογιάννη παραπέμπονται σε προανακριτική επιτροπή. Μετά το πόρισμα της προανακριτικής ακολούθησαν οι παραπομπές στο Ανώτατο Ειδικό Δικαστήριο.
Στις 16 Ιουνίου 1994, η Βουλή παρέπεμψε ως «υποκλοπέα» μόνο τον Κωνσταντίνο Μητσοτάκη, χωρίς τους πιθανούς συνενόχους του για πέντε αδικήματα με 164 υπέρ, 6 κατά και 5 «παρών», αλλά με απόντες τους βουλευτές της ΝΔ. Τον Νοέμβριο του 1994, το δικαστήριο παραπέμπει τα μη πολιτικά πρόσωπα και στις 16 Ιανουαρίου 1995, ο Παπανδρέου ζητεί από τη Βουλή την αναστολή των ποινικών διώξεων.
Ο τότε πρόεδρος της Νέας Δημοκρατίας Μιλιτάδης Εβερτ ζητά να προχωρήσουν οι διαδικασίες για να μη δοθεί η εντύπωση του συμψηφισμού. Τα αποτελέσματα της μυστικής ψηφοφορίας οδηγούν στην αναστολή των διώξεων του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη και των συνεργατών του.
Ο Μαυρίκης, λίγο αργότερα, καταδικάστηκε και φυλακίστηκε για την υπόθεση των υποκλοπών.
Ο στρατηγός Γρυλλάκης λίγα χρόνια αργότερα, με ένα βιβλίο του, ενοχοποιούσε τον Κ. Μητσοτάκη και για το κύκλωμα των υποκλοπών, καθώς ισχυριζόταν ότι ο πρώην πρωθυπουργός όχι μόνο είχε γνώση, όχι μόνο έκανε χρήση των προϊόντων των υποκλοπών, αλλά και έδινε εντολές για το ποιοι έπρεπε να παρακολουθούνται!
Υποστήριζε επίσης ότι πολλά από τα στοιχεία που προέρχονταν από τις υποκλοπές ο Μητσοτάκης τα χρησιμοποίησε στη δημόσια πολιτική αντιπαράθεση, αλλά ακόμη και με ανορθόδοξο τρόπο.
Τι μπαμπά, τι γιος…