ΠΟΛΙΤΙΚΗ
“To Kέντρο δεν βρίσκεται ούτε δεξιά ούτε αριστερά αλλά στο κέντρο.”
Άρθρο του Τομεάρχη Πολιτικής Προστασίας του Κινήματος Αλλαγής στο “The Socialist”, Παναγιώτη Καρκατσούλη:
Με έχει εντυπωσιάσει η ρηχότητα ορισμένων κυβερνητικών κονδυλοφόρων οι οποίοι θέλουν να αποδείξουν ότι η ΝΔ είναι ένα κεντρώο κόμμα και ότι ο κ. Μητσοτάκης δεν είναι ένας σε- καμία- περίπτωση- δεξιός πολιτικός.
Ως απόδειξη του ισχυρισμού τους δεν προβάλλονται οι θέσεις, οι αποφάσεις ή τα προγράμματα του κόμματος της ΝΔ ούτε βεβαίως τα πεπραγμένα της κυβέρνησης. Προβάλλονται μόνον πρόσωπα που όλα έχουν το ίδιο χαρακτηριστικό: Ανήκαν στο ΠΑΣΟΚ και αυτομόλησαν στην Δεξιά για λόγους καθαρά συμφεροντολογικούς.
Το Κέντρο, ωστόσο, κάθε άλλο παρά κάτι αυτονόητο ή «σούπα» είναι, όπου κατά δήλωσή του μπορεί ο καθείς να το οικειοποιείται. Το Κέντρο, επίσης, δεν αποτελείται από δύστροπους και απολίτικους ψηφοφόρους που αιωρούνται μεταξύ Δεξιάς και Αριστεράς, όπως πρόσφατα μας εξήγησε ένας εντεταλμένος του Μαξίμου.
Δυστυχώς, όμως, η γνώση για το «ριζοσπαστικό κέντρο» που εμφανίζεται στη σύγχρονη βιβλιογραφία και την πολιτική πρακτική πολλών κομμάτων ανά τον κόσμο, στην Ελλάδα είναι εξαιρετικά περιορισμένη.
Το ριζοσπαστικό κέντρο ήρθε να εκφράσει ένα «θεραπευτικό ριζοσπαστισμό», όπως απέδωσε η Renata Adler στο εμβληματικό έργο της «Toward a Radical Middle» (1969) την ανάγκη για άμεσες βαθιές μεταρρυθμίσεις. Στο κλίμα της εποχής της, με τις βίαιες συγκρούσεις μεταξύ λευκών και μαύρων να είναι καθημερινότητα, η Adler υποστήριζε ότι η πολιτική δύναμη που θα μπορούσε να κατοχυρώσει τις βασικές αξίες και τα θεμελιώδη δικαιώματα στη βάση ενός ορθολογικού πολιτικού προγράμματος ήταν το «ριζοσπαστικό κέντρο».
Βαθμιαία στο ριζοσπαστικό κέντρο συνέρευσαν άνθρωποι με διαφορετική οικονομική επιφάνεια, φιλελεύθεροι, αντικρατιστές, οικολόγοι και κοινωνιστές.
Στις δύο τελευταίες δεκαετίες του 20ου αώνα, το 1980 και 1990, το ριζοσπαστικό κέντρο άρχισε να σχηματοποιείται ως «ένας δρόμος που δεν είναι ούτε ουδέτερος ούτε ένα σημείο στη μέση του δρόμου αλλά μια αντίληψη του συνόλου του δρόμου» (Marilyn Ferguson). Η φυσιογνωμία του κέντρου είναι διαφορετική από τις δεξιές και αριστερές εκδοχές του. Η κεντροδεξιά δεν είναι παρά η Δεξιά που επιχειρεί να προσεταιριστεί κάποιους κεντρώους και η κεντροαριστερά μια Αριστερά που επιχειρεί το ίδιο.
Το ριζοσπαστικό κέντρο δεν μπορεί, όμως, να ακρωτηριάζεται προκειμένου να χωρέσει στα ιδεολογικά κοστούμια της Δεξιάς και της Αριστεράς. Έχει τη δική του αυθεντική, πολύπλευρη και μη δογματική στάση και ιδεολογία απέναντι στα γεγονότα.
Υπό την έννοια του πραγματισμού, η πολιτική του ριζοσπαστικού κέντρου μπορεί να περιέχει ιδέες και προτάσεις που έχουν διατυπωθεί από την Δεξιά ή την Αριστερά αλλά υπακούουν σε μια ιδιοτυπική λογική και προσέγγιση.
Η σχέση του ριζοσπαστικού κέντρου με την σοσιαλδημοκρατία αναδείχτηκε, ιδιαίτερα, από τον πρωτεργάτη του «Τρίτου Δρόμου», τον Anthony Giddens. Η ανάλυσή του δέχεται ότι η σοσιαλδημοκρατία έχοντας χάσει την παραδοσιακή της βάση στους βιομηχανικούς εργάτες, αναζήτησε ερείσματα στη μεσαία τάξη που ενεργοποιείται στον τομέα των υπηρεσιών. Η μεσαία τάξη αυτή είναι, κατ’ εξοχήν, δια-ταξιακή (cross–class), που σημαίνει ότι δεν περιορίζεται σε μια συγκεκριμένη κοινωνική ομάδα/κατηγορία.
Οι αρχές του ριζοσπαστικού κέντρου που περιλήφθηκαν στην σοσιαλδημοκρατική ατζέντα είναι:
- Η αναμόρφωση της εκπαίδευσης με την ενδυνάμωση των υπαρχουσών σχολικών δομών και την δημιουργία νέων με σκοπό την άρση των ανισοτήτων μεταξύ των διαφορετικών περιοχών.
- Η υποστήριξη της συνεργασίας του δημόσιου με τον ιδιωτικό τομέα σε κρίσιμους τομείς της οικονομίας (υγεία, ενεέργεια, περιβάλλον) υπό τον όρο της αυστηρής ρύθμισης των συμφωνηθέντων, προκειμένου η ιδιωτική πρωτοβουλία να υποστηρίζει, όντως, τα δημόσια αγαθά.
- Η διασφάλιση εργασίας σε όλους όσους το επιθυμούν είτε με την επιδότηση της στον ιδιωτικό τομέα είτε με την δημιουργία νέων επαγγελμάτων στον δημόσιο τομέα. Εννοείται, επαγγελμάτων που αντιστοιχούν σε ειδικότητες τις οποίες έχει πραγματική ανάγκη ο δημόσιος τομέας.
- Ο σεβασμός και η τήρηση των αρχών της χρηστής διακυβέρνησης όχι μόνον στον αναπτυγμένο αλλά και στον αναπτυσσόμενο κόσμο.
Η ατζέντα της ΝΔ αποκλίνει σημαντικά από τη άνω ατζέντα. Οι «μεταρρυθμίσεις» στην τριτοβάθμια εκπαίδευση, για παράδειγμα, δεν εντάσσονται στην εκπαιδευτική ατζέντα του κέντρου, ενώ η συνεργασία με τον ιδιωτικό τομέα που λαμβάνει χώρα σε καθεστώς αδιαφάνειας και τυχαιότητας, κάθε άλλο παρά διασφαλίζει τα δημόσια αγαθά. Κανένας δεν γνωρίζει από πριν τι πρόκειται να δοθεί σε ποιόν και γιατί. Εξ άλλου η διασφάλιση των θέσεων εργασίας, με τους μικρομεσαίους (βλ. εστίαση) στο απόσπασμα, ακούγεται σαν κακόγουστο αστείο ενώ η πληθώρα των μετακλητών και των τροπολογιών-μαμούθ έχουν καταρρακώσει το κράτος δικαίου. Ο ΣΥΡΙΖΑ, εξ άλλου, ούτε στην περίοδο της διακυβέρνησής του ούτε σήμερα υποστηρίζει τις κεντρικές θέσεις του ριζοσπαστικού κέντρου. Κόμμα βαθιά κρατικιστικό με εμπεδωμένη μια κομματική κουλτούρα κλειστότητας και αποκλεισμών. απέχει πόρρω από τις κεντρώες θέσεις.
Η προγραμματική ατζέντα του ριζοσπαστικού κέντρου υποστηρίζεται, αυθεντικά, από το Κίνημα Αλλαγής. Στο ευρύτερο πλαίσιο μιας σύγχρονης σοσιαλδημοκρατίας οι σκοποί του εντάσσονται οργανικά σ’ αυτήν, Αδιάψευστη απόδειξη του ισχυρισμού αυτού είναι τόσο η εφαρμογή των μεταρρυθμίσεων που χαρακτηρίζουν τα χρόνια της διακυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ ενώ σήμερα το Κίνημα Αλλαγής, με σωρεία προτάσεων, υπερασπίζεται την ακεραιότητα στη διαχείριση των δημοσίων αγαθών μέσα από ένα ισχυρό κοινωνικό δίχτυ προστασίας με διασφάλιση της δημόσιας υγείας και παιδείας.
Παραμένει ζητούμενο η ευρεία αποδοχή των προτάσεων από τους εργαζόμενους, τους νέους και την πλειοψηφία των παραγωγικών δυνάμεων της χώρας. Ο αγώνας είναι δύσκολος αλλά είναι ειλικρινής.