ΠΟΛΙΤΙΚΗ
Χάρης Καστανίδης για Γενοκτονία των Ποντίων: “Η γενοκτονία είναι έγκλημα κατά της ανθρωπότητας. Γι’ αυτό και είναι απαράγραπτο.”
Ομιλία Χάρη Καστανίδη στη Βουλή για την επέτειο της Γενοκτονίας του Ποντιακού Ελληνισμού
Η γενοκτονία είναι έγκλημα κατά της ανθρωπότητας. Γι’ αυτό και είναι απαράγραπτο. Μια γενοκτονία μπορεί να συντελεστεί δύο φορές. Την πρώτη φορά ως γεγονός και τη δεύτερη ως λήθη του δράματος.
Αυτόν τον κίνδυνο επιχείρησε να αντιμετωπίσει με αίσθημα εθνικής ευθύνης η Βουλή των Ελλήνων, όταν το 1994, με πρωτοβουλία των βουλευτών του ΠΑΣΟΚ, αναγνώρισε τη Γενοκτονία των Ελλήνων του Πόντου και καθιέρωσε ως ημέρα μνήμης τη 19η Μαΐου. Δεν ήταν, δηλαδή, μόνο η εύλογη υποχρέωση της πολιτείας να αναγνωρίσει τον ποταμό αίματος και τη θυσία μιας κοινότητας των Ελλήνων, αλλά και η στέρεη εθνική πεποίθηση, ότι μέσα στη σιωπή της λήθης ξεριζώνεσαι κι, έτσι, ευάλωτο από την άγνοια το έθνος αδυνατεί να ορίσει τους δρόμους που του αξίζει να βαδίσει προς το μέλλον.
Δεν είναι εύκολο να περιγράψει κανείς τη βαρβαρότητα που υπέστησαν όσοι χάθηκαν και όσοι επέζησαν, την εξόντωση 353.000 ψυχών με όλα σχεδόν τα μέσα που μπορεί να επινοήσει η ανθρώπινη ραδιουργία, τις εκτελέσεις, τις δηώσεις, τις ατέλειωτες πορείες θανάτου, τα τάγματα εργασίας. Δεν είναι εύκολο να περιγράψει κανείς την εικόνα των χιλιάδων άταφων νεκρών, την αλλαγή του ρου των ποταμών από τα στιβαγμένα πτώματα, τις κακουχίες στα χιόνια ή στα λιοπύρια.
Ας κρατήσουν οι νεότερες γενιές τρεις εικόνες βαθιά μέσα στην καρδιά τους και στη μνήμη τους, ως οδηγό για το δικό τους αυριανό εθνικό χρέος.
Νοέμβριος 1916. Στην πόλη της Κερασούντας προστρέχουν πολλοί Ρωμιοί κατατρεγμένοι από τους διωγμούς στα χωριά και τις πόλεις τους, με την ελπίδα μεγαλύτερης προστασίας. Οι Οθωμανοί συγκεντρώνουν τους ενήλικες στην εκκλησία του Αγίου Γεωργίου και κάθε φορά που ο αριθμός των συγκεντρωμένων ξεπερνά τα 250 άτομα τους εκτοπίζουν σε άγνωστη κατεύθυνση. Τα βρέφη και παιδιά παραδίδονται στους άτακτους Τσέτες, που τα μεταφέρουν στην παραλία της Κερασούντας και τα συνθλίβουν ανάμεσα στα βράχια των ακτών.
Δεκέμβριος 1917. Ο Αυστριακός πρόξενος Κβιατκόφσκι περιγράφει σε τηλεγράφημά του προς το αυστριακό υπουργείο Εξωτερικών την έλευση στη Σαμψούντα ενός Τούρκου λοχαγού, που με θολωμένο από τη σφαγή βλέμμα παρακαλεί τον στρατιωτικό διοικητή της περιοχής να σταματήσει το μακελειό που οι τουρκικές δυνάμεις προκαλούν σε βάρος των Ποντίων κατοίκων της περιοχής της Πάφρας. Η βαθιά νύχτα του σκοταδισμού ποτέ δεν επέτρεψε να μάθουμε την τύχη του Τούρκου λοχαγού.
Εικόνα τρίτη. Η Σανταία μάνα αναγκάζεται να θυσιάσει το μωρό της, για να μην προδοθεί από το κλάμα του, η θέση των διωκόμενων γυναικόπαιδων και γερόντων, που κρύβονταν μέσα στο δάσος. Ένα απίστευτο τραύμα στη συλλογική μνήμη του γένους των Ποντίων.
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι,
Δεν έχω την απαίτηση ούτε διατηρώ τη ψευδαίσθηση ότι ένας νεοοθωμανός θα μπορούσε να ακολουθήσει το συγκλονιστικό και ταυτόχρονα διδακτικό παράδειγμα του γονυπετούς Βίλλυ Μπράντ, να ζητά την καθαρτήρια συγνώμη για το Ολοκαύτωμα των Εβραίων.
Έχω όμως την απαίτηση από την Ελληνική Πολιτεία να ηγηθεί του αγώνα που δίνουν οι Ποντιακές οργανώσεις ανά τον κόσμο, για να αναγνωρισθεί από διεθνείς οργανισμούς και ξένα κοινοβούλια η Γενοκτονία του Ποντιακού Ελληνισμού. Όπως συνέβη, με την Αρμενική Γενοκτονία.
Έχω την απαίτηση από την Ελληνική Πολιτεία να εντάξει στην ημερήσια διάταξη της επίσημης διπλωματίας της αιτήματα που απορρέουν από το δράμα της Ποντιακής Γενοκτονίας, όπως π.χ. ο σεβασμός και η παράδοση ιστορικών κειμηλίων.
Έχω την απαίτηση από την Ελληνική Πολιτεία να έχει μονίμως προ οφθαλμών την ιστορική αλήθεια, ότι, εάν το Ολοκαύτωμα των Εβραίων συμπυκνώνεται στην εικόνα του Άουσβιτς, η Γενοκτονία των Ελλήνων του Πόντου συμπυκνώνεται στη δραματική διατύπωση του Πολυχρόνη Ενεπεκίδη «Άουσβιτς εν ροή».
Να θυμηθούμε την πυκνή, ιστορικά ακριβή και οδυνηρά αποκαλυπτική περιγραφή του:
«Η γενοκτονία αλά Τούρκα είναι βουβή, πονηρή, ανατολίτικη, δεν έχει θεωρητικά background, αλλά μάλλον πρακτικά, πλιατσικολογικά. Οι καλούμενες εκτοπίσεις, εξορίες των κατοίκων ολόκληρων χωριών, οι εξοντωτικές εκείνες οδοιπορίες μέσα στο χιόνι των γυναικόπαιδων και των γερόντων-οι άνδρες βρίσκονται ήδη στα τάγματα εργασίας ή στο στρατό- δεν οδηγούν φυσικά σε κανένα Ausschwitz με τους διαβολικά οργανωμένους μηχανισμούς της φυσικής εξόντωσης του ανθρώπου- όχι! Ήταν, όμως, ένα Ausschwitz εν ροή, οι άνθρωποι πέθαιναν καθ΄ οδόν, δεν περπατούσαν για να φτάσουν κάπου. Όχι, περπατούσαν για να πεθάνουν από τις κακουχίες, την παγωνιά, την πείνα, τον εξευτελισμό του ανθρώπινου. Αυτό ήταν το διαβολικό σύστημα, πονηρά οργανωμένο. Δεν υπήρχε στο τέρμα κανένα Ausschwitz, γιατί για τους περισσότερους δεν υπήρχε τέρμα. Το ταξίδι προς το θάνατο ήταν ο θάνατος, όχι το τέρμα του ταξιδιού.».