ΔΙΕΘΝΗ
Η Ευρωπαϊκή διάσταση της εκπαίδευσης αναγκαία για την πολιτική ενοποίηση της Ε.Ε.
Της Ιωάννας Μπαμπέ
Εκπαιδευτικού,
O όρος «Ευρωπαϊκή Διάσταση της Εκπαίδευσης», η αλλιώς «ΕΔΕ» ως συντομογραφία, είναι μία έννοια η οποία καθιερώθηκε περίπου τέσσερις δεκαετίες πριν, συγκεκριμένα το 1976, στα πλαίσια του πρώτου Κοινοτικού Προγράμματος Δράσης για την Εκπαίδευση (Community Education Action Programme).
Μέχρι και τότε, όλες οι προσπάθειες της Ευρωπαϊκής Ένωσης (Ε.Ε.) για τον τομέα της Παιδείας περιορίζονταν στη συμφωνία πως η εκπαίδευση δε θα έπρεπε να θεωρείται ως μία μόνο συνιστώσα της οικονομικής ζωής αλλά να γίνονται σεβαστές τόσο οι παραδόσεις της κάθε χώρας, όσο και η ποικιλομορφία του εκπαιδευτικού τους συστήματος. Ωστόσο κάτι τέτοιο δε φαίνεται να είχε άμεση εφαρμογή. Από τα μέσα του 1980 και έπειτα, αναδύονται μία σειρά από ανεξάρτητα εκπαιδευτικά προγράμματα (ERASMUS, LINGUA, COMETT), τα οποία επικεντρώνονταν στην επαγγελματική εκπαίδευση-κατάρτιση και άρα έχουν ως κύριο στόχο τους την προβολή της οικονομικής διάστασης της Εκπαίδευσης.
Την πρώτη Ιανουαρίου του 1981, η Ελλάδα γίνεται πλέον και επίσημο μέλος της Ένωσης. Από τότε έως και σήμερα δεν είναι λίγες οι φορές που η Ελλάδα έχει καταβάλει φιλότιμες προσπάθειες να εναρμονίσει την εκπαιδευτική της πολιτική με εκείνη της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Παρόλα αυτά η ένταξη της ΕΔΕ στα εκπαιδευτικά προγράμματα θα αποτελέσει κύριο στόχο των εκπαιδευτικών μεταρρυθμίσεων μόνο από τα μέσα της δεκαετίας του 90 και έπειτα. Οι προηγούμενες μεταρρυθμίσεις ήθελαν την εκπαίδευση να έχει κυρίως εθνοκεντρικό χαρακτήρα.
Σύμφωνα με τον Οργανισμό Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ), ενώ όλες οι μεταρρυθμιστικές προσπάθειες της χώρας για την εκπαίδευση έχουν κινηθεί προς τη σωστή κατεύθυνση, απέτυχαν ωστόσο να επιφέρουν τις αναμενόμενες αλλαγές στο σύστημα λόγω της συγκεντρωτικής δομής του τελευταίου (ΟΟΣΑ, 2011). Το 2011 ενώ η Ελλάδα βρισκόταν στα πρόθυρα οικονομικής κατάρρευσης, η έκθεση του ΟΟΣΑ αναφέρει πως η χώρα υστερούσε σημαντικά σε τομείς όπως η αξιολόγηση των εκπαιδευτικών, των μαθητών και του εκπαιδευτικού έργου καθώς και η οικονομική βιωσιμότητα – αποδοτικότητα του εκπαιδευτικού έργου.
Η πρόσφατη δεκαετή κρίση της ελληνικής οικονομίας, η κρίση του προσφυγικού καθώς και η πανδημία Covid – 19 που βρίσκονται σε εξέλιξη, επηρεάζουν καθοριστικά το μέλλον όλης της ευρωπαϊκής ένωσης. Παρόλα αυτά οι προσπάθειες της χώρας μας για εναρμόνιση του εκπαιδευτικού συστήματος με βάση τους όρους και τους κανόνες της ΕΔΕ συνεχίζονται μέχρι και σήμερα. Η τωρινή αβεβαιότητα ίσως φέρει αμετάκλητες αλλαγές στην ταυτότητα του Ευρωπαίου, στη σημασία της ευρωπαϊκής ιθαγένειας καθώς και στον τρόπο που πλέον θα διδάσκονται μαθήματα όπως η Ιστορία ή η Γεωγραφία. Η Ευρώπη καλείται να δώσει εξετάσεις αντοχής και πολιτικής συνοχής σε όλους τους τομείς.
Για το ευαίσθητο ζήτημα της εκπαίδευσης η Ελλάδα θα κληθεί ν’ ακολουθήσει μία κοινή με την Ένωση πολιτική σε ποικίλα θέματα όπως το ψηφιακό σχολείο και οι νέες τεχνολογίες καθώς και η επιμόρφωση εκπαιδευτικών σε θέματα όπως ο ρατσισμός, η ξενοφοβία και η ενδοσχολική βία. Οι αλλαγές στο εκπαιδευτικό σύστημα θα είναι αρωγός για τους στόχους της Ελλάδας για ολοκλήρωση σε άλλους τομείς, και ιδιαίτερα στον οικονομικό. Γνωρίζουμε από τις βέλτιστες πρακτικές του ΟΟΣΑ πως ένα ανοιχτό και προσβάσιμο σε όλους εκπαιδευτικό σύστημα μπορεί να λειτουργήσει επικουρικά στην ανάπτυξη του πολιτικού, κοινωνικού και πολιτισμικού πεδίου μιας χώρας.
Η Ευρώπη και η Ελλάδα πρέπει να προσδιορίσουν εκ νέου την εκπαιδευτική τους πολιτική καθώς κάτι τέτοιο δεν έχει γίνει εφικτό μέχρι και σήμερα. Η Ελλάδα μπορεί να επιτύχει να εναρμονίσει την πολιτική της σύμφωνα με τις επιταγές της ΕΔΕ καθώς επίσης και να καινοτομήσει η ίδια με μία πετυχημένη και ολοκληρωμένη πλέον εκπαιδευτική μεταρρύθμιση.