ΠΟΛΙΤΙΚΗ
Κώστας Σκανδαλίδης: «Το δικαίωμα στην αξιοπρέπεια και η άνυδρη Δημοκρατία μας»
Εν μέσω πανδημίας, εξωτερικής απειλής και οικονομικής κρίσης, η αμήχανη και ανασφαλής κοινωνία μας παρακολουθεί άναυδη τα κύμα των καταγγελιών για – παρενόχληση- βιασμούς, παιδεραστία. Σιωπές που σπάνε με φωνές που κραυγάζουν, θαμμένες εγκληματικές πράξεις που βγαίνουν στην επιφάνεια.
Το κίνημα #MeToo σπάει την κρούστα της υποκρισίας, το θολό πέπλο αποτρόπαιων πράξεων καταχωνιασμένων στην μνήμη ως στίγμα, ως ανεξίτηλο ψυχικό τραύμα. Ένα κίνημα κοινωνικής απελευθέρωσης επί της ουσίας από αναρίθμητους ανθρώπους σε όλο τον κόσμο που ένιωσαν κάποια στιγμή της ζωής τους υποχείριο κτηνώδους μεταχείρισης, είτε πρόκειται για παιδιά ή για νέες γυναίκες και άνδρες.
Το δικαίωμα στην ανθρώπινη αξιοπρέπεια ισοδύναμο σχεδόν με το δικαίωμα για τη ζωή και την προστασία της όχι απλά παραβιάζεται από ανομολόγητες ως τώρα πράξεις αλλά κυριολεκτικά συνθλίβεται. Και το ερώτημα που αναφύεται αυτές τις δύσκολες μέρες είναι τι μεσολαβεί ανάμεσα στην αποκάλυψη και την αναγκαία τιμωρία στην ανοιχτή και φιλελεύθερη Δημοκρατία μας και το συνταγματικά κατοχυρωμένο Κράτους Δικαίου.
Μεσολαβεί ο εσμός των πάσης φύσεως εξουσιαστών που τους βαραίνει το ανομολόγητο ως τώρα παρελθόν τους και που θα επιχειρήσουν με όλα τα μέσα να διαφύγουν. Μεσολαβεί ο εσμός των δημόσιων κατήγορων των πάσης φύσεως μέσων επικοινωνίας και ιδίως το ανεξέλεγκτο καθεστώς του διαδικτύου που κατά συρροή σπιλώνουν και ατιμώρητα διαπομπεύουν. Μεσολαβούν οι κατ’ επάγγελμα εισαγγελείς που σπεύδουν να εκπονήσουν αποφάσεις εμποδίζοντας τη Δικαιοσύνη να πάρει τις αποστάσεις της και συντεταγμένα να λάβει τις δικές της αποφάσεις.
Μέσα σ’ αυτό το κλίμα σύγχυσης, δυσπιστίας και αποπροσανατολισμού υπεισέρχεται η πολιτική και το χρέος του πολιτικού κόσμου που εκπροσωπεί το δημοκρατικό κομματικό τόξο. Ο Πρωθυπουργός έστω με σημαντική καθυστέρηση έφερε το θέμα στη Βουλή υποβαθμίζοντας το σε μια ενημερωτική διαδικασία όπου για μια ακόμη φορά διασταύρωσε τα ξίφη του με τον Αρχηγό της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης.
Η εικόνα υπήρξε αποκαρδιωτική. Προσωπικές αντεγκλήσεις, ρητορικές μονομαχίες με φόντο όχι βεβαίως την ποιότητα της δημοκρατίας αλλά την απόδοση ευθυνών στον αντίπαλο πάντα σε σχέση με το παρελθόν. Σε μια κρίσιμη στιγμή για την πορεία του τόπου αυτό που έλειπε από τη δημόσια ζωή είναι να χωριστούμε σε υπερασπιστές και κατήγορους θυτών και θυμάτων. Να χωριστούμε ξανά για το ύψος των ποινών που εμείς αποφασίσαμε καλύτερα από τους άλλους. Να χωριστούμε επιχειρώντας ανοίκειους συμψηφισμούς και ανταλλάσσοντας αιχμές. Να χωριστούμε για τον τρόπο και τον βαθμό που υπερασπιζόμαστε τα ανθρώπινα δικαιώματα και αυτό καθ’ αυτό το δικαίωμα στην αξιοπρέπεια των ανθρώπων που δεινά σήμερα δοκιμάζονται. Και προπαντός να μην αναλαμβάνουμε καμία πολιτική ευθύνη. Κρίμα! Ούτε το ήθος, ούτε το ύφος αυτής της αντιπαράθεσης τιμά το Κοινοβούλιο, το πολιτικό μας σύστημα και ασφαλώς δεν προάγει ούτε τη Δημοκρατία, ούτε το Κράτος Δικαίου. Για μια ακόμη φορά περάσαμε κάτω από τον πήχη της ανάγκης επιλήσμονες τους χρέους μας. Το Κίνημα Αλλαγής προσπάθησε και στάθηκε στο ύψος της ευθύνης και της ανάγκης. Αλλά, δυστυχώς, υπήρξε «φωνή βοώντος εν τη ερήμω». Άνυδρη Δημοκρατία.