Connect with us

ΠΟΛΙΤΙΚΗ

Κώστας Σκανδαλίδης: «Υπόθεση Νίκου Παππά: η υποκρισία σε όλο της το μεγαλείο»

Published

on

“Η δημοκρατία είναι καιρός να λύσει τα δομικά της προβλήματα”

Ομιλία του Κοινοβουλευτικού εκπροσώπου του Κινήματος Αλλαγής, Κώστα Σκανδαλίδη, στη συζήτηση επί του διανεμηθέντος πορίσματος της «Ειδικής Κοινοβουλευτικής Επιτροπής προς διενέργεια προκαταρκτικής εξέτασης σχετικά με τη διερεύνηση αδικημάτων που τυχόν έχουν τελεσθεί από τον πρώην Υπουργό Επικρατείας κ. Νικόλαο Παππά.

Eίναι η πολλοστή φορά που παρευρίσκομαι σε μια τέτοια διαδικασία. Δεν θα μακρηγορήσω, αλλά πριν μπω στην ουσία της, θα ήθελα να κάνω ορισμένα σχόλια που θεωρώ πολύ σημαντικά για την πορεία της πολιτικής και του εθνικού Κοινοβουλίου.

Το δικαίωμα των πολιτών στη γνώση της αλήθειας, στη διαφανή πολιτεία των πολιτικών, στη χρηστή διαχείριση της εξουσίας, στη συνεπή υπεράσπιση του δημόσιου συμφέροντος είναι αναφαίρετο και πρέπει να είναι απαραβίαστο.

Δεύτερον, ο ρόλος των μέσων μαζικής ενημέρωσης στη σύγχρονη δημοκρατία ανέδειξε το περίφημο «τρίγωνο των Βερμούδων» της πολιτικής, το τρίγωνο οικονομική εξουσία-πολιτική εξουσία-εξουσία στην πληροφόρηση που με τη σημερινή σύμφυση των συμφερόντων και για πολλά χρόνια τώρα αναδεικνύει ως μείζον πρόβλημα του καιρού μας το πρόβλημα της σύγχρονης κοινοβουλευτικής δημοκρατίας.

Τρίτον, από την πολύχρονη εμπειρία μου, το ηθικό πλεονέκτημα ή το ανήθικο μειονέκτημα δεν αποτελούν ούτε προνόμιο ούτε καταδίκη οποιασδήποτε παράταξης. Καμιά δεν μπορεί να το επικαλεστεί για τον εαυτό της ως ηθικό πλεονέκτημα ή για τον αντίπαλό της ως αντίστοιχη καταδίκη.

Η διαδρομή της Μεταπολίτευσης στο σύνολό της απομυθοποίησε κάθε έννοια συλλογικής ευθύνης ιδιαίτερα από τότε που η εθνική πίτα μεγάλωσε, οι πόροι μεγάλωσαν στη χώρα μας και τα μέσα μαζικής ενημέρωσης αναδείχθηκαν κυριολεκτικά σε διαμορφωτές και χειραγωγούς της κοινής γνώμης και του δημόσιου συστήματος. Αυτό έγινε κατάδηλο και καλό θα είναι να μην το επικαλείται καμιά παράταξη εναντίον της άλλης.

Τέταρτον, η στάση των κομμάτων απέναντι στο φαινόμενο υπήρξε στην ίδια διάρκεια διαφορετική. Θυμίζω ότι η εξουσία του ΠΑΣΟΚ το 1989 μέσα σε ένα εξάμηνο είχε φθαρεί και κατέπεσε από τη συγχορδία των Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης. Η εξουσία του ΣΥΡΙΖΑ προσπάθησε αποδεδειγμένα να χειραγωγήσει τον διαγωνισμό για τις άδειες. Η εξουσία της Νέας Δημοκρατίας σήμερα επιχειρεί να οργανώσει ένα επικοινωνιακό «imperium» μέσω συγκεκριμένων οικονομικών κέντρων και όχι μόνο προς τα ίδια τα Μέσα.

Advertisement

Πέμπτον, η στάση των κομμάτων και απέναντι στα φαινόμενα διαφθοράς και διαφάνειας και στην αντιμετώπισή τους υπήρξε επίσης διαφορετική. Σε όλη μας τη διαδρομή από το 1989 μέχρι τώρα στηρίξαμε την πολιτική «όλα στο φως». Απομακρύναμε τα δικά μας στελέχη υπό κατηγορία, μέχρι τη δικαίωση ή την καταδίκη τους. Το κυριότερο, θεσπίσαμε πλαίσιο διαφάνειας –έστω και όχι ολοκληρωμένο, το αναγνωρίζω- για την πραγματική αντιμετώπιση του προβλήματος, ώστε να μην μπορεί να αναπαραχθεί το φαινόμενο.

Τέλος, και σήμερα που μιλάμε καταθέσαμε συγκεκριμένες προτάσεις για την αντικειμενική και πλουραλιστική ενημέρωση των πολιτών, για τη στήριξη, την ανεξαρτησία και τη χειραφέτηση των Μέσων, ενώ και στις αναθεωρητικές διαδικασίες του Συντάγματος προτείναμε πιο ριζοσπαστικές λύσεις από τα άλλα κόμματα. Μια σειρά από θεσμικές μας πρωτοβουλίες για την Ανεξάρτητη Αρχή του ΕΣΡ, τη συνταγματική ρύθμιση του 2001, τη ΔΙΑΥΓΕΙΑ, τον Οικονομικό Εισαγγελέα, την Αρχή Καταπολέμησης Οικονομικού Εγκλήματος και τόσες άλλες μεταρρυθμίσεις έδειξαν από τη μία μεριά την αυτοκριτική μας για τις καταχρήσεις της δικής μας εξουσίας –για να το πω έτσι πολύ καθαρά- και από την άλλη μεριά τη θέλησή μας και την ταυτότητά μας να θωρακίσουμε τη δημοκρατία με θεσμούς διαφάνειας. Γι’ αυτό είμαστε περήφανοι όταν μιλάμε γι’ αυτά τα θέματα, παρά τις κατηγορίες που δεχτήκαμε για το παρελθόν.

Έρχομαι στο συγκεκριμένο θέμα. Θέλω να ξεκαθαρίσω με τρόπο απόλυτο ότι όχι μόνο για λόγους αρχής και δικαιοσύνης, αλλά και για λόγους προσωπικής ιδιοσυστασίας, το δικαίωμα κάθε πολίτη ή πολιτικού να υπερασπιστεί την αθωότητά του είναι αναφαίρετο και ιερό. Καμία εκ των προτέρων καταδίκη δεν είναι επιτρεπτή, ιδιαίτερα όταν έχουμε γίνει μάρτυρες διασυρμού προσώπων που οι πηχυαίοι τίτλοι των Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης έριξαν στον Καιάδα και όταν η δικαιοσύνη τους αθώωνε, κανείς δεν πληροφορήθηκε την αποκατάστασή τους. Αυτή τη σκοτεινή πλευρά του πολιτικού συστήματος που έπρεπε να τη γιατρέψει, δεν την είδαμε.

Άκουσα με πολλή προσοχή τον Νίκο Παππά και θέλω να τον ρωτήσω ευθέως το εξής: Θα έκανε την ίδια ομιλία στη σκευωρία κατά δέκα πολιτικών προσώπων που σκηνοθέτησε η Κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ για τη NOVARTIS, υπερασπιζόμενος με πάθος την αθωότητά τους και την ανυπαρξία οποιουδήποτε επιβαρυντικού στοιχείου; Αντίθετα, υπερασπίστηκε με πάθος την ενοχή τους. Είναι  υποκρισία σε όλο της το μεγαλείο.

Ρωτώ το εξής: Υπάρχει Έλληνας πολίτης που συνειδητά πιστεύει στην έλλειψη και της παραμικρής σκοπιμότητας στη σκηνοθεσία και την εκτέλεση του έργου του διαγωνισμού; Σας παραπέμπω στην ατμόσφαιρα εκείνης της εποχής. Αυτή τη σκοπιμότητα αποκάλυψαν τα στοιχεία που ήρθαν εκ των υστέρων στη δημοσιότητα. Το ότι υπήρχε χειραγώγηση και συντονισμός από τον αρμόδιο να εγγυηθεί ουσιαστικά τη διαδικασία φαινόταν να είναι σχεδόν αυταπόδεικτο. Η Βουλή είχε υποχρέωση να αναζητήσει τις ευθύνες και την αλήθεια. Ήταν σωστό να ρίξει φως στην υπόθεση.

Ρωτώ το εξής: Γιατί ενώ η Επιτροπή διερευνούσε την υπόθεση εν μέσω αντιφατικών τοποθετήσεων, καταγγελιών για στοιχεία, υπαρκτών και αναπάντητων ερωτημάτων, αιφνιδιαστικά, χωρίς εξήγηση, χωρίς αιτία, χωρίς κάποιον πραγματικό λόγο να μεσολαβήσει, διέκοψε τις εργασίες της; Η Επιτροπή εξέδωσε άρον-άρον ένα πόρισμα, χωρίς επαρκή αιτιολόγηση. Τι συνέβη; Τι συμφωνήθηκε; Τι διαμεσολάβησε; Αυτό αφορά την Κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας που είχε υποχρέωση να εξηγήσει γιατί διέκοψε τις εργασίες της Επιτροπής. Είχε μεγάλη υποχρέωση και, δυστυχώς, λείπει από δω να το ακούσει.

Μετά την έκδοση του πορίσματος, και η Νέα Δημοκρατία και ο ΣΥΡΙΖΑ εμφανίζονται δικαιωμένοι και πανηγυρίζοντες, η μία για την παραπομπή, ο άλλος για την αθώωση.

Advertisement

Ρωτώ το εξής: Θεωρείτε την παράβαση καθήκοντος μικρό ατόπημα και δικαίωση ουσιαστικής αθώωσης, αν αυτή αποδειχτεί, αφού το πόρισμα, λέτε, αθωώνει την υπόθεση; Δεν μπαίνουν σε ζυγαριά για τους πολιτικούς και την πολιτική οι αξιόποινες πράξεις, ιδιαίτερα όταν αφορούν την ουσία της δημοκρατίας, την ανεξαρτησία των Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης, την πολυφωνία και τη διαφάνεια.

Kαι μόνο για την απάντηση σε αυτά τα ερωτήματα θα έπρεπε η δικαιοσύνη να διερευνήσει όχι μόνο τις κατηγορίες του πορίσματος, αλλά και τα συμπαρομαρτούντα στη λειτουργία της Επιτροπής της Βουλής. Γι’ αυτό, η παράταξή μας κατέθεσε την πρότασή της, σύμφωνα με το άρθρο 86 παράγραφος 3 του Συντάγματος και το άρθρο 5 παράγραφος 4 του ν. 3126 και επί τη βάσει των όσων προηγήθηκαν και αναλύθηκαν. Έχουμε, λοιπόν, τη γνώμη και προτείνουμε, πρώτον, να ασκηθεί δίωξη κατά του πρώην Υπουργού Επικρατείας για το αδίκημα της παράβασης καθήκοντος κατά συρροή και κατ’ εξακολούθηση, να συνεχιστεί από τις αρμόδιες δικαστικές αρχές η κατά νόμο διερεύνηση τυχόν άλλων αξιόποινων πράξεων από πολιτικά ή μη πρόσωπα, να ανακοινωθεί το πόρισμα της Επιτροπής καθώς και όλες οι πληροφορίες και τα στοιχεία που συγκεντρώθηκαν κατά τις εργασίες της στον Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου και στον Προϊστάμενο της Εισαγγελίας Πρωτοδικών Αθηνών και να ανακοινωθεί το πόρισμα της Επιτροπής, καθώς και όλες οι πληροφορίες και τα στοιχεία που συγκεντρώθηκαν στην Αρχή Καταπολέμησης Εσόδων από Εγκληματικές Δραστηριότητες.

Θα κάνω κι έναν επίλογο, που τον θεωρώ απαραίτητο. Στη Βουλή μπήκα για πρώτη φορά τον Ιούνιο του 1989. Η παρθενική μου ομιλία ήταν την επομένη της δολοφονίας του Παύλου Μπακογιάννη και η πρώτη μου πολιτική αντιπαράθεση, δραματική και δύσκολη, ήταν με τον Λεωνίδα Κύρκο.

Αυτή ήταν η πρώτη μου, λοιπόν, εμπειρία. Έζησα από τότε τριάντα ολόκληρα χρόνια όλες τις αντίστοιχες συζητήσεις και είχα μία σταθερή θέση. Δεν τόλμησε το πολιτικό σύστημα να αντιμετωπίσει θεσμικά την παθογένεια που το ίδιο προκάλεσε στη διαχείριση εξουσίας, να υπερβεί τον εαυτό του και να κατοχυρώσει τη δημοκρατία. Υποτάχθηκε πάντοτε στην κομματική σκοπιμότητα και στην κυβερνητική αυθαιρεσία.

Στη σύμφυση αυτών των συμφερόντων θα έπρεπε η Κυβέρνηση να ξαναθέσει το θέμα της δημοκρατίας, για να το ξανασυζητήσει η Βουλή των Ελλήνων και να πάρει οριστικές αποφάσεις για θεσμούς που δεν αναπαράγουν το πρόβλημα, όχι για να έρχεται μία κυβέρνηση να κατηγορεί την άλλη για πραγματικά ή φανταστικά φαινόμενα κακοδιαχείρισης.

Η δημοκρατία είναι καιρός να λύσει τα δομικά της προβλήματα. Αν κάτι μας διδάσκει και η σημερινή συζήτηση, όπως και τόσες άλλες που βαρέθηκα να τις παρακολουθώ, είναι να συζητήσουμε μία φορά για το τι πρέπει να γίνει για να μην υπάρξουν ξανά τέτοια φαινόμενα.

Advertisement