ΓΝΩΜΕΣ
Βασιλική Μελέτη: Το δημογραφικό: μια βραδυφλεγής βόμβα στην πόρτα μας
Η μεγαλύτερη εθνική απειλή που αντιμετωπίζει η χώρα μας σήμερα είναι η δημογραφική κρίση. Η μείωση του ελληνικού πληθυσμού κατά 3,5%, σε σχέση με την προηγούμενη δεκαετία, είναι απόρροια της χρόνιας δημογραφικής παρακμής και της μεγάλης φυγής νέων στο εξωτερικό: είμαστε η 4η πιο γερασμένη χώρα στην Ευρωπαϊκή Ένωση, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για την οικονομία και την κοινωνία μακροπρόθεσμα. Οι εγχώριες γεννήσεις σήμερα είναι λιγότερες από τους θανάτους και ο πληθυσμός μας γηράσκει, με τις γεννήσεις να μειώνονται δραματικά ήδη από τη δεκαετία του 1980.
Υπάρχει ένας περίφημος δείκτης στη δημογραφία, ο λεγόμενος δείκτης γονιμότητας, ο οποίος μετράει κατά μέσο όρο πόσα παιδιά φέρνει στον κόσμο μια γυναίκα. Ο δείκτης αυτός για να μπορεί ένας πληθυσμός να διατηρείται θα πρέπει να είναι στο 2,1, δηλαδή να γεννάει στατιστικά μια γυναίκα στην Ελλάδα 2 παιδιά, ένα γιο και μια κόρη που θα την αντικαταστήσει. Στην πράξη, ωστόσο, από τη δεκαετία του 1980 και εντεύθεν, βρισκόμαστε στην Ελλάδα στο 1,3 με 1,4 παιδιά ανά γυναίκα, γεννιούνται επομένως περίπου τα μισά από όσα θα έπρεπε. Έχουμε έτσι σταδιακά εισέλθει σε μια υπογεννητική ζώνη, δηλαδή τα παιδιά που έρχονται στη ζωή είναι λιγότερα από εκείνα που χρειάζονται για να αντικαταστήσουν τους γονείς τους. Κάθε γενιά που έρχεται στον κόσμο είναι γενιά μικρότερη των γονέων της. Συνεπώς καταγράφεται μια επαγωγική διαδικασία, η οποία μας οδηγεί όλο και πιο χαμηλά, χωρίς σημείο ισορροπίας, ενώ η προβολή αυτή σε βάθος χρόνου θεωρητικά καταλήγει στο μηδέν.
Είναι σαφές ότι μετά από 40 αιώνες ιστορικής πορείας, εισερχόμαστε πλέον σε μια τερματική φάση, όχι πολύ μακριά από σήμερα, δηλαδή στις επόμενες 2 με 3 γενιές. Και είναι δραματικό να το συνειδητοποιεί κανείς αυτό. Η εικόνα του παζλ ολοκληρώνεται, εάν λάβουμε υπόψη μας και την οικονομική παράμετρο, γιατί, όταν η χώρα μας έχει τη μεγαλύτερη ανεργία στην Ευρώπη, τα νέα ζευγάρια δεν αποφασίζουν να σχηματίσουν οικογένειες. Ανάλογο πρόβλημα εντοπίζεται ασφαλώς και στην υπόλοιπη Ευρώπη, για παράδειγμα στη Γερμανία και στην Ιταλία, χώρες που μαστίζονται εξίσου από σοβαρό δημογραφικό πρόβλημα, καθώς έχουν ως βάση οργάνωσης και κουλτούρας την αστικοποίηση, το ενταντικό χτίσιμο καριέρας στις νέες ηλικίες και ένα κώδικα κοινωνικών αξιών που δίνει περισσότερο έμφαση στην ατομικότητα και λιγότερο στην ανάληψη ευθυνών που συνεπάγεται η δημιουργία οικογένειας. Στον αντίποδα βρίσκεται η μεταναστευτική εισροή από τις χώρες της Ασίας και της Αφρικής, λαών με σημαντική διαφορά κουλτούρας, που η Ελλάδα δέχεται με δυσανάλογο τρόπο, λόγω αφενός της γεωγραφικής της θέσης, αφετέρου εξαιτίας της γειτνίασής της με την Τουρκία, που έχει ως γνωστόν εργαλειοποιήσει το πρόβλημα, με την κατάχρηση της έννοιας του ασύλου.
Το σημερινό πολιτικό σύστημα – μετά και τη δέκατη κατά σειρά χρονιά μείωσης του ελληνικού πληθυσμού – δεν μπορεί να αγνοεί τις διεθνώς δημοσιευμένες στατιστικές περί του επιπέδου γήρανσης του ελληνικού πληθυσμού. Περαιτέρω, η έλλειψη εθνικού αναπτυξιακού σχεδίου για τον 21ο αιώνα, τον αιώνα της τεχνολογίας, επιφέρει δραματικές μεταβολές στην παραγωγή όσο και στο σύγχρονο μοντέλο οικονομίας. Σε αυτή την κοινωνία βαίνουμε διαρκώς μειούμενοι: τα αποτελέσματα της απογραφής του 2021, αφαιρώντας τα μεγάλα αστικά κέντρα, είναι συνταρακτικά: δεν είναι ότι μειώθηκε κατά 400.000 ο γενικός πληθυσμός, στην πραγματικότητα ο ελληνικός πληθυσμός κατά 800.000, δηλαδή έχουμε χάσει μέσα σε μια δεκαετία κάτι λιγότερο από 1.000.000, αλλά αν δει κανείς την εικόνα στην ελληνική περιφέρεια, και όχι μόνο στους παραμεθόριους νομούς, θα διαπιστώσει ότι η ελληνική ύπαιθρος τελεί υπό δημογραφική κατάρρευση. Από τα επίσημα στατιστικά της ΕΛΣΤΑΤ που δημοσιεύονται κάθε χρόνο, διαπιστώνουμε μια διαφορά της τάξεως των 52.000 – 53.000 γεννήσεων και θανάτων, και εάν αφαιρέσουμε τις γεννήσεις αλλοδαπών, η Ελλάδα βρίσκεται κοντά στις -60.000 γεννήσεις κατ’ έτος.
Για τους παραπάνω λόγους, το δημογραφικό αποτελεί κατά κοινή ομολογία πολυπαραγοντικό πρόβλημα, στο οποίο συγκεντρώνονται η πολιτική καχεξία, το έλλειμμα δημοκρατίας, η έλλειψη πλαισίου ανάπτυξης, κυρίως στην περιφέρεια, που φυλλορροεί καθ’ όλη τη μεταπολεμική περίοδο και βρίσκεται στα όρια των βιολογικών της αντοχών. Απαίτηση λοιπόν είναι να υπάρξει μια ρωμαλέα δημογραφική πολιτική απέναντι στο μείζον εθνικό μας ζήτημα. Διαφορετικά δεν θα έχουμε περιθώρια επιβίωσης ή αντιμετώπισης ενδεχόμενης εθνικής απειλής, όπως εκείνη που θέτει η Τουρκία, ούτε δυνατότητες ανάπτυξης, ούτε βιώσιμο ασφαλιστικό σύστημα. Να εκπονηθεί μια κοινή δημογραφική πολιτική μακράς πνοής και ένα κατάλληλο θεσμικό πλαίσιο, το οποίο θα διευθύνει αυτή την πολιτική. Θέση του ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝ.ΑΛ είναι η ύπαρξη ενός εκτεταμένου προγράμματος κοινωνικής κατοικίας με πόρους από το Ταμείο Ανάκαμψης, ώστε οι νέες γενιές να αποκτήσουν πρόσβαση σε φτηνή και ποιοτική κατοικία. Με δυνατότητα πρόσβασης όλων των παιδιών σε βρεφονηπιακό σταθμό και μια σειρά από εργασιακές διευκολύνεις, ώστε η δημιουργία οικογένειας να μην αποτελεί αντικίνητρο απασχόλησης ή επαγγελματικής εξέλιξης. Αλλά και με διεύρυνση των δικαιούχων των επιδομάτων τέκνων, όπως επίσης και με την καθιέρωση Εθνικού Αποταμιευτικού Λογαριασμού για κάθε παιδί με συμμετοχή τόσο του γονέα όσο και της Πολιτείας. Λύσεις υπάρχουν, όπως υπάρχουν χώρες του εξωτερικού, οι οποίες έχουν εφαρμόσει ενδιαφέρουσες πολιτικές, π.χ. οι σκανδιναβικές, αλλά και η Γαλλία που έχει πετύχει το «2 παιδιά ανά γυναίκα», καθώς και το εξαιρετικό παράδειγμα του δυτικού κόσμου, το Ισραήλ, που ακολουθώντας τολμηρή δημογραφική πολιτική, έχει φθάσει σε ένα ρυθμό γεννήσεων που επί δεκαετίες υπερβαίνει τα 3 παιδιά ανά γυναίκα.
Κοντολογίς, στην Ελλάδα στους 100 κατοίκους της χώρας οι 22 είναι άνω των 65 ετών, ενώ το 2050 το ένα τρίτο θα είναι ηλικίας άνω των 65. Πρακτικά αυτό σημαίνει ότι θα μειωθεί δραματικά ο πληθυσμός και της εργάσιμης ηλικίας. Τα επόμενα 20 χρόνια κρίνεται αναμφίβολα η τύχη και η ιστορική πορεία του Ελληνισμού των τελευταίων 40 αιώνων. Και εδώ αναζητούνται ανακλαστικά από την κοινωνία μας. Αυτή είναι η πραγματικότητα, αυτό και το διακύβευμα. Ας μην ξεχνάμε ότι, πάνω απ’ όλα, έχουμε να δώσουμε λόγο στα παιδιά μας.
Βασιλική Π. Μελέτη, Δικαστικός, Διδάκτωρ Κοινωνικής Πολιτικής, Συγγραφέας
Μέλος Τοπικής Οργάνωσης ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝ.ΑΛ Νέας Ιωνίας