Connect with us

ΠΟΛΙΤΙΚΗ

Δημήτρης Μάντζος: Όποιος δεν θέλει την αλήθεια στην υπόθεση των υποκλοπών, δεν θέλει μια ισχυρή δημοκρατία.

Published

on

Συνέντευξη στο “ΠΡΩΤΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ” της ΕΡΤ και τον δημοσιογράφο Αλφόνσο Βιτάλη, παραχώρησε σήμερα ο εκπρόσωπος Τύπου του ΠΑΣΟΚ – Κινήματος Αλλαγής, Δημήτρης Μάντζος.

Σχολιάζοντας την εξέλιξη της Εξεταστικής Επιτροπής, ο Δ. Μάντζος επισήμανε ότι «πολλοί από τους κρίσιμους μάρτυρες που προτείναμε δεν κλήθηκαν, με ευθύνη της πλειοψηφίας της ΝΔ, ενώ και οι δύο τελευταίοι διοικητές της ΕΥΠ συνέχισαν να επικαλούνται προσχηματικά το απόρρητο σε απόρρητες διαδικασίες της Βουλής. Είναι ο ίδιος ο κ. Πρωθυπουργός που μπορεί να άρει το απόρρητο, σύμφωνα με τον Νόμο, όμως δεν το κάνεις, σε μια προφανή απόπειρα να συγκαλύψει ευθύνες».

Ενώ αποσαφήνισε ότι: «Ο Πρόεδρος Ν. Ανδρουλάκης, από την αρχή της υπόθεσης, κινείται θεσμικά, με το γράμμα του Νόμου και του Συντάγματος. Προφανώς θα καταθέσει στην Εξεταστική Επιτροπή και θα συμβάλει έως το τέλος στην αποκάλυψη της αλήθειας, τόσο στην ελληνική Βουλή όσο και στα αντίστοιχα όργανα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου τα οποία είναι βέβαιο ότι θα εξετάσουν και εκείνα με τη σειρά τους την υπόθεση αυτή».

Ο Δ. Μάντζος σχολίασε: «επειδή ακούστηκε ότι “κουράζει” η υπόθεση, εγώ θα προτιμήσω τη λέξη “επιμονή”. Δεν θα υποχωρήσουμε από τον αγώνα για ένα πιο ισχυρό κράτος δικαίου. Το ζήτημα, όπως και η Πρόεδρος της Δημοκρατίας παρατήρησε, άπτεται της δημοκρατίας και του κράτους δικαίου και των ελευθεριών μας. Είναι τα δικαιώματα και οι ελευθερίες μας που διακυβεύονται. Είναι το δικαίωμά μας να ζούμε ελευθέρα, να μιλάμε ελεύθερα στο κινητό μας τηλέφωνο, είναι το δικαίωμά μας να συνδιαλεγόμαστε με όποιον θέλουμε, να αναπτύσσουμε την πολιτική, κοινωνική και οικονομική μας δραστηριότητα ελεύθερα. Αυτό διακυβεύεται εδώ. Όποιος δεν θέλει την αλήθεια σε αυτή την υπόθεση, δεν θέλει μια ισχυρή δημοκρατία. Και θα το πω καθαρά: χωρίς ισχυρή δημοκρατία, δεν μπορεί να μιλάμε για ευημερία του λαού, για καλύτερες ημέρες και οικονομική ασφάλεια για τους πολίτες».

Συμπλήρωσε δε ότι «από τις δημοσκοπήσεις προκύπτει ότι ένα μεγάλο ποσοστό της κοινής γνώμης -ένας στους δύο πολίτες- θεωρούν ότι το ζήτημα είναι πάρα πολύ σημαντικό. Εμείς ποτέ δεν είπαμε ότι η υπόθεση πρέπει να επισκιάσει όλα τα άλλα προβλήματα. Άλλωστε, γι’ αυτό, τόσο από τη Διεθνή Έκθεση Θεσσαλονίκης με τους βασικούς άξονες που παρουσίασε ο Ν. Ανδρουλάκης, όσο και με τις δημόσιες παρεμβάσεις μας, τις προτάσεις μας, τις δράσεις μας στις γειτονιές και την κοινωνία, ήδη εδώ και μήνες προσπαθούμε να δώσουμε λύσεις στην οικονομική στενωπό που περνούν οι πολίτες και οι επιχειρήσεις. Με προτάσεις για την ενέργεια, για μείωση της φορολογίας στα βασικά καταναλωτικά αγαθά, για την κοινωνική κατοικία, για την ενίσχυση και ρύθμιση της αγοράς εργασίας, για συλλογικές διαπραγματεύσεις. Είμαστε, λοιπόν, παρόντες στο δημόσιο διάλογο, με ρεαλιστικές προτάσεις. Όλα τα άλλα, είναι αβάσιμες κατηγορίες που μας αποδίδει η Νέα Δημοκρατία για το δικό της μικροκομματικό όφελος».

Απαντώντας σε ερώτηση σχετικά με το γενικό πολιτικό κλίμα, ο εκπρόσωπος Τύπου του ΠΑΣΟΚ – Κινήματος Αλλαγής παρατήρησε ότι: «η ανάδειξη του ζητήματος των παρακολουθήσεων δικαιώνει την αντιπαράθεσή μας με όλους όσοι εκφράζουν μια ιδιοκτησιακή αντίληψη για την πολιτική εξουσία. Είμαστε απέναντι σε όσους στο παρελθόν προσπάθησαν να “καταλάβουν τους αρμούς της εξουσίας” και στους επόμενους, που δημιούργησαν μια κλειστή κάστα εξυπηρέτησης συμφερόντων, με αδιαφάνεια, με απευθείας αναθέσεις, με εξυπηρέτηση ημετέρων και αρεστών συμφερόντωνΚινούμαστε αξιακά και όχι α λα καρτ. Είμαστε από άλλο υλικό φτιαγμένοι, εκφράζουμε κάτι εντελώς διαφορετικό από τις δύο αντιλήψεις, τόσο της Νέας Δημοκρατίας, όσο και του ΣΥΡΙΖΑ και έτσι θα πορευτούμε μέχρι τις εκλογές. Με το δικό μας προγραμματικό πλαίσιο. Και έτσι θέλουμε να αξιολογηθούμε». Ενώ κατέληξε ότι «το ΠΑΣΟΚ-Κίνημα Αλλαγής είναι απέναντι σε όσους βλέπουν τους πολίτες ως επαίτες που περιμένουν μια φιλανθρωπία του κράτους. Θέλουμε μια άλλη “αρχιτεκτονική”, άλλο παραγωγικό μοντέλο, με ισχυρή κοινωνία, προοπτική για τη νέα γενιά και ισχυρούς δημοκρατικούς θεσμούς».