ΠΟΛΙΤΙΚΗ
Μανώλης Χριστοδουλάκης: «Αποτυγχάνετε να απαντήσετε στις σύγχρονες ανάγκες ενός ολοκληρωμένου, βιώσιμου και περιβαλλοντικά φιλικού πολεοδομικού σχεδιασμού»
Την αντίθεση του ΠΑΣΟΚ στο σχέδιο νόμου του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας, εξέφρασε ως ειδικός αγορητής, ο βουλευτής Ανατολικής Αττικής του ΠΑΣΟΚ-Κινήματος Αλλαγής, Μανώλης Χριστοδουλάκης.
Ο βουλευτής και υπεύθυνος του Κ.Τ.Ε. Περιβάλλοντος, ξεκινώντας την ομιλία του, εισαγωγικά, έψεξε την αδράνεια της κυβέρνησης να υποβάλει την Αναθεωρημένη Εθνική Στρατηγική για την Ενέργεια και το Κλίμα και να επικαιροποιήσει την Εθνική Στρατηγική για την Προσαρμογή στην Κλιματική Αλλαγή, όπως υποχρεούται βάσει του ευρωπαϊκού σχεδιασμού και του Εθνικού Κλιματικού Νόμου. Άσκησε, δε, σοβαρή κριτική στο Υπουργείο για την παραπομπή της Ελλάδας στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο, λόγω της μη δημοσίευσης των επικαιροποιημένων χαρτών κινδύνων πλημμύρας, κατά παράβαση των προβλέψεων της σχετικής ευρωπαϊκής οδηγίας.
Στη συνέχεια, στηλίτευσε το πρώτο νομοσχέδιο του Υπουργείου για τη νέα κυβερνητική περίοδο. «Βρισκόμαστε σε κατάσταση επείγουσας κλιματικής ανάγκης. Που όμως, δυστυχώς, η κυβέρνηση την επικαλείται, συνήθως, μόνο για να δικαιολογήσει την αποτυχία της να προστατέψει τους πολίτες από τις φυσικές καταστροφές. Ο κ. Υπουργός χαρακτήρισε στην Επιτροπή το νομοσχέδιο ως «ερανιστικό». Με εμφανή την αμηχανία του, ως προς τον προσδιορισμό της κεντρικής ιδέας που το διέπει. Καμία μεταρρύθμιση, παρά μόνο πολεοδομικές μικροεξυπηρετήσεις».
Ο κ. Χριστοδουλάκης ξεκαθάρισε ότι το ΠΑΣΟΚ είναι υπέρ των επενδύσεων που δημιουργούν οικονομική ανάπτυξη και ποιοτικές θέσεις εργασίας. Αλλά αυτές οι επενδύσεις πρέπει να γίνονται με σεβασμό στους υπάρχοντες κανόνες, και όχι να εισάγουν ακόμα περισσότερα ειδικά καθεστώτα, τροποποιώντας τους κανόνες αυτούς κατά το δοκούν.
Έκανε ειδική αναφορά στο άρθρο του νομοσχεδίου που προβλέπει την πολεοδομική αυτονόμηση των λιμένων της χώρας που έχουν χαρακτηρισθεί ως διεθνούς ενδιαφέροντος ή εθνικής σημασίας, επισημαίνοντας πως παρέχεται εν λευκώ εξουσιοδότηση για τροποποίηση του πολεοδομικού και χωροταξικού σχεδιασμού κατά το δοκούν, χωρίς να ερωτηθούν καν οι τοπικές κοινωνίες, οι Δήμοι και οι Περιφέρειες στα γεωγραφικά όρια των οποίων ανήκουν τα λιμάνια αυτά.
Ιδιαίτερη κριτική άσκησε επίσης στην νομοθετική παρέμβαση που αφορά στη δημόσια διοίκηση. «Επιμένετε στην περιφρόνηση της δημόσιας διοίκησης, και κατ’ επέκταση, στην προτεραιοποίηση των μετακλητών έναντι των μονίμων δημοσίων υπαλλήλων», και συνέχισε επισημαίνοντας πως «νομιμοποιείτε τη δυνατότητα παρέμβασης της πολιτικής ηγεσίας, ενισχύετε τις αρμοδιότητες του Γενικού Γραμματέα έναντι των υπηρεσιακών αρμοδιοτήτων, ενδυναμώνετε την αδιαφάνεια, αποδυναμώνετε τον δημόσιο χαρακτήρα του χωρικού σχεδιασμού».
Συμπερασματικά, το εν λόγω σχέδιο νόμου επιβεβαιώνει για άλλη μια φορά την λογική της κυβέρνησης υπέρ των εξυπηρετήσεων μικρών και μεγαλύτερων συμφερόντων, των αποσπασματικών ρυθμίσεων, των ειδικών ρυθμίσεων χωρίς κανένα περιβαλλοντικό πρόσημο και χωρίς μακρόπνοο περιβαλλοντικό σχέδιο.
«Διαιωνίζετε το καθεστώς των ειδικών ρυθμίσεων, των διαρκών παρατάσεων που δεν τηρούνται, με το περιβαλλοντικό πρόσημο του νομοσχεδίου να είναι ισχνό, διεκπεραιωτικό και καθόλου φιλόδοξο. Συνεχίζετε τόσο την πρακτική της κακής νομοθέτησης της κυβέρνησης, όσο και το συγκεντρωτικό μοντέλο οικονομικής ανάπτυξης, με μία δημόσια διοίκηση υποστελεχωμένη και περιθωριοποιημένη. Μία περιβαλλοντική στρατηγική στα χαρτιά, που αναιρείται μέσα από έναν κυκεώνα επιμέρους εξυπηρετήσεων και διευθετήσεων συμφερόντων. Είμαστε σθεναρά απέναντι σε αυτή τη φιλοσοφία», κατέληξε.
Ακολουθεί ολόκληρη η ομιλία του Μανώλη Χριστοδουλάκη.
Κ. Πρόεδρε, κ. Υπουργέ,
Προτού ξεκινήσω την επιμέρους τοποθέτηση μου αναφορικά με το νομοσχέδιο που φέρνει προς ψήφιση σήμερα στην Ολομέλεια το Υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας, δεδομένου ότι είναι το πρώτο νομοσχέδιο του Υπουργείου για τη νέα κοινοβουλευτική περίοδο, οφείλουμε πρωτίστως να βάλουμε στη συζήτηση μας το πλαίσιο που αφορά σημαντικές διεθνείς εξελίξεις για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής.
Και το λέω αυτό γιατί, παρόλο που η διεθνής προστασία του περιβάλλοντος προωθείται με τη Σύμβαση-Πλαίσιο για την Κλιματική Αλλαγή του Ρίο, τη Συμφωνία των Παρισίων και αποτελεί έναν από τους 17 στόχους για τη βιώσιμη ανάπτυξη του ΟΗΕ, δυστυχώς τα τελευταία στοιχεία δείχνουν ότι βρισκόμαστε πια σε καθεστώς έκτακτης ανάγκης.
Γιατί;
Σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Μετεωρολογικό Οργανισμό, ο Σεπτέμβριος του 2023 ήταν ο θερμότερος μήνας στην ιστορία.
Σύμφωνα με τον ΟΗΕ, ο άνθρακας, το πετρέλαιο και το φυσικό αέριο εξακολουθούν να ευθύνονται για το 75% των παγκόσμιων εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου, που συνεχίζουν να τροφοδοτούν την κλιματική κρίση.
Σύμφωνα με τα στοιχεία του Copernicus, η περασμένη Παρασκευή 17 Νοεμβρίου, ήταν η πρώτη μέρα που η θερμοκρασία του πλανήτη ξεπέρασε τους 2 βαθμούς Κελσίου πάνω από τα προβιομηχανικά επίπεδα, δηλαδή από το μέσο όρο της περιόδου 1850-1900.
Οι συνθήκες, λοιπόν, γίνονται όλο και πιο επείγουσες. Με την ανάγκη μείωσης των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου, αλλά και εμπέδωσης της κλιματικής δικαιοσύνης, να είναι περισσότερο επιτακτική από ποτέ.
Όλα αυτά τι μας δείχνουν; Ότι βρισκόμαστε σε κατάσταση επείγουσας κλιματικής ανάγκης. Που όμως, δυστυχώς, η κυβέρνηση την επικαλείται, συνήθως, μόνο για να δικαιολογήσει την αποτυχία της να προστατέψει τους πολίτες από τις φυσικές καταστροφές. Γιατί στην πραγματικότητα υστερούμε κατά πολύ από το να ανταποκριθούμε στις δικές μας απαιτήσεις, στο δρόμο για την πολυπόθητη κλιματική ουδετερότητα, και μία βιώσιμη προοπτική για εμάς και τα παιδιά μας.
Άκουσα χθες τον Πρωθυπουργό από το βήμα της Ολομέλειας να δηλώνει ότι: «γνωρίζουμε ότι οι επιπτώσεις της Κλιματικής κρίσης ήδη χτυπούν την πόρτα μας, η προσαρμογή σε αυτές τις επιπτώσεις και στα νέα ακραία καιρικά φαινόμενα αποτελεί απόλυτη πολιτική προτεραιότητα»
Δυστυχώς όμως, από τα λόγια στα έργα υπάρχει μία απόσταση μεγάλη.
Γιατί για παράδειγμα, μέχρι και σήμερα, δεν έχει καταρτιστεί ακόμη η Εθνική Στρατηγική για την Προσαρμογή στην Κλιματική Κρίση, όπως προβλέπει το άρθρο 5 του Εθνικού Κλιματικού Νόμου. Και αποδεικνύεται για ακόμα μία φορά, ότι η κυβέρνηση έχει κάνει επάγγελμα τις μεγαλόστομες διακηρύξεις, μετά από μεγάλες περιβαλλοντικές και ανθρωπιστικές καταστροφές, οι οποίες, όταν φεύγουν τα φώτα της δημοσιότητας, τις περισσότερες φορές μένουν κενό γράμμα.
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι,
Έρχομαι τώρα στο νομοσχέδιο που συζητάμε σήμερα. Το οποίο ο κ. Υπουργός χαρακτήρισε στην Επιτροπή ως «ερανιστικό». Με εμφανή, θα έλεγα εγώ, την αμηχανία, ως προς τον προσδιορισμό της κεντρικής ιδέας που το διέπει. Ποια είναι η βασική του φιλοσοφία του νομοσχεδίου, πέραν του ότι θα μπορούσε να χαρακτηριστεί απλώς και ως μία «συρραφή τροπολογιών»;
Η αμηχανία αυτή επιχειρήθηκε να καλυφθεί από μία «υπόσχεση» ότι το επόμενο νομοσχέδιο του Υπουργείου θα είναι αρκετά φιλόδοξο και μεταρρυθμιστικό. Θα αφορά τη δασική πολιτική, την εκτός σχεδίου δόμηση, θέματα ενεργειακά και θέματα υδάτων.
Όλα αυτά, όμως, την ώρα που ήδη υπάρχει μία πραγματικότητα, όχι και ιδιαίτερα κολακευτική για το Υπουργείο.
Και αναφέρομαι στην πρόσφατη ανακοίνωση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για την παραπομπή της Ελλάδας στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο, για την μη δημοσίευση των επικαιροποιημένων χαρτών κινδύνων πλημμύρας και επικινδυνότητας πλημμύρας, κατά παράβαση των προβλέψεων της σχετικής ευρωπαϊκής οδηγίας για τα ύδατα. (2007/60)
Και όντως, δεν είναι ιδιαίτερα κολακευτικό, το ότι η Ελλάδα είναι το μόνο κράτος-μέλος που δεν έχει υλοποιήσει τις ενωσιακές της υποχρεώσεις. Και δεν είναι καθόλου κολακευτικό να γίνεται δέκτης αρνητικής δημοσιότητας από μεγάλα μέσα του εξωτερικού για το θέμα αυτό. Και δεν είναι η πρώτη φορά που σας το λέμε.
Όμως δεν είναι η μόνη περίπτωση αδράνειας που παρουσιάζεται. Το ίδιο συμβαίνει και με την υποβολή της Αναθεωρημένης Εθνικής Στρατηγικής για την Ενέργεια και το Κλίμα, η οποία ενώ έπρεπε να έχει γίνει μέχρι τις 30 Ιουνίου 2023, την υποβάλλατε μόλις στις 2 Νοεμβρίου 2023, χωρίς καμία διαβούλευση με την επιστημονική κοινότητα και την κοινωνία των πολιτών. Με αποτέλεσμα σαφείς και σοβαρές ελλείψεις.
Το ίδιο και ως προς την επικαιροποίηση της Εθνικής Στρατηγικής για την Προσαρμογή στην Κλιματική Αλλαγή και των συνοδευόμενων αυτής Περιφερειακών Σχεδίων. Που όπως ανέφερα και προηγουμένως, η αντίστοιχη ευρωπαϊκή στρατηγική εγκρίθηκε τον Ιούνιο του 2021. Και εμείς 2.5 χρόνια μετά, ακόμα περιμένουμε.
Για να ανακαλύπτουμε μαζί, λοιπόν, σιγά-σιγά τη φιλοσοφία που ψάχνουμε.
Το πρώτο βασικό χαρακτηριστικό της, είναι η μη συμμόρφωση, ή η αδράνεια συμμόρφωσης, στις βασικές ενωσιακές υποχρεώσεις και επιταγές, που οφείλει να τηρεί η χώρα μας στο τομέα του περιβάλλοντος.
Το δεύτερο χαρακτηριστικό της είναι η αποσπασματικότητα της νομοθέτησης σας.
Φέρνετε προς ψήφιση ένα ετερόκλητο πλέγμα διατάξεων που αφορούν τον πολεοδομικό και χωροταξικό σχεδιασμό και σε μικρότερο βαθμό το περιβάλλον και την ενέργεια.
Κατά τη διάρκεια της συνεδρίασης των Επιτροπών, είχα την ευκαιρία να αναλύσω διεξοδικά τα βασικά προβληματικά άρθρα που αφορούν τα κεφάλαια του πολεοδομικού και χωροταξικού σχεδιασμού και σας τα επεσήμαναν και οι φορείς κατά την ακρόαση της Επιτροπής.
Ότι, δηλαδή, το παρόν νομοσχέδιο συμβάλλει στην επιδείνωση της ποιότητας των νομοθετικών ρυθμίσεων, εντείνει την αποσπασματικότητα του νομοθετικού πλαισίου, αλλά και την περαιτέρω απορρύθμιση του χωροταξικού σχεδιασμού.
Στις αιτιάσεις αυτές θα συμπλήρωνα ένα τρίτο βασικό χαρακτηριστικό της φιλοσοφίας σας: Η εργαλειοποίηση του πολεοδομικού και χωροταξικού σχεδιασμού, μέσω πολεοδομικών και όχι οικονομικών κινήτρων, προς όφελος μικρότερων ή μεγαλύτερων ιδιωτικών συμφερόντων. Και όλα αυτά, μέσα στον ήδη υποβαθμισμένο περιβαλλοντικά και επιβαρυμένο από την υπερδόμηση αστικό ιστό.
Όπως κάνετε για παράδειγμα με τα data centers, και σε περιοχές που δεν έχουν καθοριστεί χρήσεις γης, και επιτρέποντας έως και κατά 1.5 όροφο επιπλέον δόμηση, σε σχέση με τα προβλεπόμενα από την Πολεοδομική Μελέτη της εκάστοτε περιοχής.
Για να το ξεκαθαρίσω και εδώ: Είμαστε προφανώς υπέρ των επενδύσεων που δημιουργούν οικονομική ανάπτυξη και ποιοτικές θέσεις εργασίας. Αλλά αυτές οι επενδύσεις πρέπει να γίνονται σεβόμενες τους υπάρχοντες κανόνες, και όχι να εισάγουν ακόμα περισσότερα εξαιρετικά και ειδικά καθεστώτα. Και όχι, δηλαδή, να τροποποιούνται οι κανόνες αυτοί κατά το δοκούν.
Και θα αναφερθώ αμέσως στο εμβληματικό για εμάς άρθρο 11 του νομοσχεδίου που προβλέπει την πολεοδομική αυτονόμηση των λιμένων της χώρας που έχουν χαρακτηρισθεί ως διεθνούς ενδιαφέροντος ή εθνικής σημασίας.
Με το άρθρο 11, όχι μόνο εισάγεται ένα ειδικό πολεοδομικό και χωροταξικό καθεστώς, αλλά με δύο βασικά προβληματικά χαρακτηριστικά:
1. Δίνεται η δυνατότητα, το προεδρικό διάταγμα που θα εκδοθεί να τροποποιεί ήδη εγκεκριμένα Ειδικά ή Τοπικά Πολεοδομικά Σχέδια.
2. Παρέχεται εν λευκώ εξουσιοδότηση για τροποποίηση του πολεοδομικού και χωροταξικού σχεδιασμού κατά το δοκούν, χωρίς να ερωτηθούν καν οι τοπικές κοινωνίες που τους αφορά, καθιστώντας διακοσμητική την Επιτροπή Ανάπτυξης και Σχεδιασμού Λιμένων. Παραμερίζοντας ακόμα και τους Δήμους και τις Περιφέρειες, στα γεωγραφικά όρια των οποίων βρίσκονται τα λιμάνια.
Κύριε Υπουργέ, θα πρέπει να επανεξετάσετε το άρθρο 11 και να λάβετε υπόψη την άποψη της ΚΕΔΕ, η οποία στο υπόμνημα της αναφέρει ότι θα πρέπει στη διαδικασία να ενταχθεί στάδιο ενημέρωσης και γνωμοδότησης των Δημοτικών και Περιφερειακών Συμβουλίων.
Προχωρώ με το τέταρτο βασικό χαρακτηριστικό της φιλοσοφίας σας, που είναι η περιφρόνηση της δημόσιας διοίκησης. Και κατ’ επέκταση, η προτεραιοποίηση των μετακλητών έναντι των μονίμων δημοσίων υπαλλήλων, και η μη επαρκής στελέχωση ατάκτως συγχωνευόμενων διοικητικών αρχών, κρίσιμων για το δημόσιο συμφέρον, όπως στην περίπτωση της Ρυθμιστικής Αρχής Αποβλήτων Ενέργειας και Υδάτων.
Θα αναφερθώ σε δύο παραδείγματα:
Άρθρο 35 που αφορά τα Συμβούλια Πολεοδομικών Θεμάτων και Αμφισβητήσεων και Αρχιτεκτονικής:
Δίνετε τη δυνατότητα διαβίβασης θεμάτων προς τα Συμβούλια αυτά, σύμφωνα με τις σκοπιμότητες του εκάστοτε μετακλητού, μέσω του ενημερωτικού σημειώματος που καταρτίζεται από τον Γενικό Γραμματέα Χωρικού Σχεδιασμού του Υπουργείου. Ενώ μέχρι σήμερα, οι αρμόδιες υπηρεσίες του Υπουργείου είναι εκείνες που εισηγούνται τα προς εξέταση θέματα στα Συμβούλια αυτά. Με τη ρύθμιση αυτή, υποκαθιστάτε και αγνοείτε την δημόσια διοίκηση, νομιμοποιείτε τη δυνατότητα παρέμβασης της πολιτικής ηγεσίας, ενισχύετε τις αρμοδιότητες του Γενικού Γραμματέα έναντι των υπηρεσιακών αρμοδιοτήτων, ενδυναμώνετε την αδιαφάνεια, αποδυναμώνετε τον δημόσιο χαρακτήρα του χωρικού σχεδιασμού.
Άρθρο 50 που αφορά την Εταιρεία Παγίων της ΕΥΔΑΠ:
Διαιωνίζετε την πάγια πρακτική της κυβέρνησης σας, να τοποθετεί στις θέσεις προϊσταμένων μετακλητούς και όχι μόνιμους υπαλλήλους μέχρι και τον Ιούνιο του 2024, και συνεχίζετε την απαξίωση των μόνιμων υπηρεσιακών παραγόντων που διαθέτουν την αναγκαία κατάρτιση και εμπειρία.
Και περνώ στις διατάξεις που αφορούν τις περιβαλλοντικές ρυθμίσεις.
Ο κ. Υπουργός ανέφερε επί λέξει για το Πράσινο Ταμείο ότι: «θα αποτελέσει κεντρικό χρηματοδοτικό εργαλείο, για τα θέματα της προσαρμογής στην κλιματική αλλαγή». Όμως η ίδια η πραγματικότητα τον διαψεύδει. Ακόμη και σήμερα η κυβέρνηση προσφεύγει κατά καιρούς στο Πράσινο Ταμείο για εύρεση πόρων λόγω έκτακτων αναγκών, χρηματοδοτώντας δράσεις μη σχετικές με τα όσα προβλέπει ο ιδρυτικός του νόμος.
Το Πράσινο Ταμείο ιδρύθηκε το 2010, με νόμο (ν. 3889/2010) της κυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ, πολύ πριν καν η ΝΔ ανακαλύψει τις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής και της επερχόμενης κλιματικής κρίσης. Και δημιουργήθηκε για να πρωταγωνιστήσει πραγματικά στην πράσινη και δίκαιη μετάβαση. Όχι για να αποτελεί ουρά του ΤΑΙΠΕΔ, νοθεύοντας τον ιδρυτικό του σκοπό.
Ως προς τις υπόλοιπες περιβαλλοντικές διατάξεις, θέλω να επισημάνω ότι είναι προς τη θετική κατεύθυνση οι διατάξεις που αφορούν:
- την εθνική στρατηγική για την βιοποικιλότητα
- τα Σχέδια Διαχείρισης των προστατευόμενων περιοχών και
- την παροχή επιπλέον γνωμοδοτικής αρμοδιότητας του ΟΦΥΠΕΚΑ και για έργα που δεν εμπίπτουν στο καθεστώς περιβαλλοντικής αδειοδότησης
Θέλουμε κ. Υπουργέ, γόνιμα και συμπληρωματικά να επισημάνουμε ότι, όπως αναδείχθηκε και από το στάδιο της διαβούλευσης, θεωρούμε την 15ημερη προθεσμία που παρέχει το άρθρο 46 του νομοσχεδίου ασφυκτική, και τον κατάλογο των έργων και των δραστηριοτήτων που δεν υπόκεινται σε καθεστώς περιβαλλοντικής αδειοδότησης και υπόκεινται πλέον στη γνωμοδοτική αρμοδιότητα του ΟΦΥΠΕΚΑ, ασαφή.
Για αυτό κ. Υπουργέ, ζητάμε τα δύο θέματα αυτά να επανεξεταστούν με νομοτεχνικές βελτιώσεις.
Κλείνω με ορισμένες παρατηρήσεις επί των ενεργειακών διατάξεων.
Είναι προς τη σωστή κατεύθυνση τα άρθρα που εμπλέκουν τον ΔΕΔΔΗΕ και τους κατόχους σταθμών Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας στη δασοπροστασία και δασοπυρόσβεση αντίστοιχα, και προφανώς ο καθένας πρέπει να κάνει τη δουλειά του στον βαθμό που του αναλογεί.
Όμως αυτό δεν σημαίνει ότι τέτοιες ρυθμίσεις πρέπει να απεμπολούν την πρώτιστη ευθύνη της Πολιτείας να διαμορφώσει έναν ολοκληρωμένο μηχανισμό δασοπυρόσβεσης και δασοπροστασίας τον οποίο θα αναλάβει να εξοπλίσει με τα κατάλληλα μέσα, πόρους και προσωπικό.
Όσον αφορά το καθεστώς των ΑΠΕ στη χώρα μας. Με τις ρυθμίσεις που φέρνετε, αναδεικνύεται ένα πέμπτο βασικό χαρακτηριστικό της κυβέρνησης, που δεν είναι άλλο από το ότι νομοθετεί εκ νέου πάνω σε διατάξεις που έχει ήδη νομοθετήσει σε δικούς της νόμους, αναιρώντας πολλές φορές τον εαυτό της.
Προφανώς και είμαστε υπέρ στην περαιτέρω απλοποίηση των διαδικασιών που αφορούν στην αδειοδότηση και εγκατάσταση των ΑΠΕ. Όμως αυτό πρέπει να γίνεται με ένα σταθερό και καλά μελετημένο θεσμικό πλαίσιο που θα λαμβάνει υπόψη όλες τις περιβαλλοντικές παραμέτρους και δεν θα αλλάζει μέσα σε μερικούς μήνες.
Είτε επειδή παρατηρούνται στην πράξη γραφειοκρατικές καθυστερήσεις, είτε επειδή η διοίκηση αδυνατεί να ανταποκριθεί σε ένα πολυδαίδαλο και πολλές φορές πληθωριστικό νομοθετικό πλαίσιο, χωρίς μάλιστα να της παρέχονται από το κεντρικό κράτος οι απαιτούμενοι ανθρώπινοι πόροι.
Συμπέρασμα. Δυστυχώς για εμάς, το παρόν νομοσχέδιο αποτυγχάνει να απαντήσει στις σύγχρονες ανάγκες ενός ολοκληρωμένου, βιώσιμου και περιβαλλοντικά φιλικού πολεοδομικού σχεδιασμού.
Διαιωνίζει το καθεστώς εξαιρετικών και ειδικών ρυθμίσεων, διαρκών παρατάσεων που δεν τηρούνται, με το περιβαλλοντικό του πρόσημο να είναι ισχνό, διεκπεραιωτικό και καθόλου φιλόδοξο.
Και θα συμφωνήσω κ. Υπουργέ. Το παρόν νομοσχέδιο πράγματι είναι ερανιστικό: “Ερανίζει” τόσο την πρακτική της κακής νομοθέτησης της κυβέρνησης, όσο και το συγκεντρωτικό μοντέλο οικονομικής ανάπτυξης, με μία δημόσια διοίκηση υποστελεχωμένη και περιθωριοποιημένη. Μία περιβαλλοντική στρατηγική στα χαρτιά, που αναιρείται μέσα από τον κυκεώνα επιμέρους εξυπηρετήσεων και διευθετήσεων συμφερόντων.
Είμαστε σθεναρά απέναντι σε αυτή τη φιλοσοφία. Θα ψηφίσουμε θετικά τα άρθρα με τα οποία συμφωνούμε, αλλά καταψηφίζουμε το νομοσχέδιο επί της αρχής.