ΠΟΛΙΤΙΚΗ
Το Κίνημα Αλλαγής καταθέτει τροπολογία για την προστασία της πρώτης κατοικίας και των δανειοληπτών!
Σύμφωνα με όλες τις προβλεπόμενες διατάξεις, η προστασία των δανειοληπτών και της πρώτης κατοικίας παύει να είναι σε ισχύ τις επόμενες μέρες. Το Κίνημα Αλλαγής κάνει ουσιαστική αντιπολίτευση, καταθέτοντας τροπολογία σχετικά με την επαναφορά της προστασίας της πρώτης κατοικίας:
Στο σχέδιο νόμου του Υπουργείου Οικονομικών «Φορολογικές παρεμβάσεις για την ενίσχυση της αναπτυξιακής διαδικασίας της ελληνικής οικονομίας, ενσωμάτωση στην ελληνική νομοθεσία των Οδηγιών (ΕΕ) 2017/1852, (ΕΕ) 2018/822, (ΕΕ) 2020/876, (ΕΕ) 2016/1164, (ΕΕ) 2018/1910 και (ΕΕ) 2019/475, συνεισφορά Δημοσίου για την αποπληρωμή δανείων πληγέντων δανειοληπτών λόγω των δυσμενών συνεπειών της νόσου COVID-19 και άλλες διατάξεις».
Αιτιολογική Έκθεση
Θέμα: «Επαναφορά της προστασίας της κύριας κατοικίας των υπερχρεωμένων φυσικών προσώπων και βελτίωση της διαδικασίας ρύθμισης των δανειακών υποχρεώσεων».
Ο Ν. 3869/2010 εισήγαγε στη χώρα μας τον θεσμό της ατομικής πτώχευσης, δίνοντας τη δυνατότητα στους υπερχρεωμένους καταναλωτές να ρυθμίζουν τα χρέη τους με βάση τις πραγματικές τους δυνατότητες, καθιερώνοντας παράλληλα την προστασία της κατοικίας των υπερχρεωμένων νοικοκυριών. Ο υπερχρεωμένος οφειλέτης, εφόσον είχε περιέλθει χωρίς δόλο σε μόνιμη αδυναμία πληρωμής, μπορούσε να αιτηθεί την προστασία της κύριας κατοικίας του, υπό την προϋπόθεση ότι θα αποπλήρωνε με το χαμηλό επιτόκιο ενός στεγαστικού δανείου σε μακροχρόνια βάση, το ποσό που θα εισέπρατταν οι τράπεζες από τη ρευστοποίησή της.
Ο Ν. 3869/2010 αποτέλεσε, μέσα στην κορύφωση της οικονομικής κρίσης, το πιο σημαντικό εργαλείο των αδύναμων δανειοληπτών για να ρυθμίσουν τα χρέη τους με βάση τις πραγματικές τους δυνατότητες και να προστατεύσουν την κατοικία τους. Αυτό συνέβη την ίδια στιγμή που οι τράπεζες εμφανίζονταν απρόθυμες να προβούν σε ουσιαστικές ρυθμίσεις και αναπροσαρμογές των χρεών. Πλέον, υπό τις νέες δραματικές οικονομικές συνθήκες που διαμορφώνει η αντιμετώπιση της πανδημίας είναι ακόμη περισσότερο αναγκαία η διαφύλαξη της κατοικίας των νοικοκυριών που έχουν περιέλθει σε μόνιμη αδυναμία.
Η προηγούμενη Κυβέρνηση όχι μόνο δεν στήριξε την εφαρμογή του Ν. 3869/2010 αλλά, δυστυχώς, κατήργησε τις διατάξεις για την προστασία της κύριας κατοικίας. Στη θέση τους εισήγαγε τον Ν. 4605/2019, ένα νόμο που απέχει πολύ από το να προσφέρει αποτελεσματική προστασία της κατοικίας των υπερχρεωμένων πολιτών. Ο Ν. 4605/2019 αφορά στην ουσία ένα πρόγραμμα διαθέσιμο για μία ορισμένη χρονική περίοδο, για τη ρύθμιση ορισμένων, ενυπόθηκα εξασφαλισμένων, τραπεζικών πιστώσεων. Ως τέτοιο πρόγραμμα, δεν μπόρεσε να καλύψει το κενό που άφησε η απάλειψη της προστασίας της κατοικίας στο πλαίσιο του Ν. 3869/2010.
Άλλωστε, το πλήθος των προϋποθέσεων που θέτει για την υπαγωγή στις ρυθμίσεις του, με βάση και τα στοιχεία που ανακοινώθηκαν, αποκλείει το συντριπτικό μέρος των δανειοληπτών που βρίσκονται είτε σε πρόσκαιρη ή σε μόνιμη αδυναμία. Ο Ν. 4605/2019 έχει πρόσκαιρη ισχύ, δεν λαμβάνει υπόψη τις συνολικές οφειλές, δεν προβλέπει τη συλλογική τους ρύθμιση, ενώ δεν διαμορφώνει προϋποθέσεις για ένα νέο οικονομικό ξεκίνημα, καθώς μεταφέρει στο απώτερο μέλλον το σύνολο των υποχρεώσεων του οφειλέτη ή τα τυχόν περιορισμένα ευεργετήματα διαγραφής χρέους.
Σήμερα, τα νοικοκυριά απειλούνται όσο ποτέ άλλοτε από την απώλεια της κατοικίας. Οι τράπεζες, αντί της διευκόλυνσης των ρυθμίσεων με βάση τις δυνατότητες των δανειοληπτών, έχουν επιλέξει τη στρατηγική της πώλησης των δανείων. Χιλιάδες πλειστηριασμοί κατοικιών επισπεύδονται, πλέον και από τις εταιρίες που αγοράζουν τα δάνεια αποβλέποντας στο γρήγορο κέρδος τους. Ο Κώδικας Δεοντολογίας της Τράπεζας της Ελλάδος δεν έχει παράγει τα επιθυμητά αποτελέσματα. Καθίσταται επιβεβλημένο, προκειμένου να αποφευχθεί το τραγικό αδιέξοδο αρκετών νοικοκυριών, να αποκατασταθεί το πλέγμα προστασίας της κύριας κατοικίας που προέβλεπε ο Ν. 3869/2010.
Η δικαστική κρίση και η πρόσβαση που έχουν, πλέον, οι πιστωτές, σε όλα τα κρίσιμα οικονομικά δεδομένα του δανειολήπτη εγγυώνται και διασφαλίζουν την αξιόπιστη εφαρμογή του νόμου. Συγχρόνως όμως, η αποκατάσταση της προστασίας θα προσφέρει στα υπερχρεωμένα νοικοκυριά μία στοιχειώδη διαπραγματευτική δύναμη για την επιδίωξη μίας ουσιαστικής, ρεαλιστικής και κατάλληλης ρύθμισης.
Με την πρώτη παράγραφο της προτεινόμενης τροπολογίας επαναφέρεται η προστασία της κύριας κατοικίας του Ν. 3869/2010. Τα όρια προστασίας αναπροσαρμόζονται, ώστε να καλύπτουν ευρύτερα κοινωνικά στρώματα. Συγχρόνως, προβλέπεται η δυνατότητα αξιοποίησης της συνεισφοράς του Δημοσίου του άρθρου 76 του Ν. 4605/2019, στη λογική του νόμου αυτού, για τη βελτίωση της ικανότητας αποπληρωμής του οφειλέτη, αλλά και τη βέλτιστη αποπληρωμή των χρεών προς τους πιστωτές.
Με τη δεύτερη παράγραφο προβλέπεται η αντίστοιχη εφαρμογή των διατάξεων για την προστασία της κύριας κατοικίας και για την αγροτική ακίνητη περιουσία. Το επάγγελμα των αγροτών είναι συνυφασμένο με τους αγρούς που εκμεταλλεύονται. Η προστασία της αγροτικής περιουσίας είναι αναγκαία προκειμένου οι αγρότες να είναι σε θέση να εξακολουθούν να ασκούν το μόνο εν τέλει επάγγελμα το οποίο έχουν επιλέξει και έχουν αναπτύξει τις δεξιότητές τους. Μέσα, άλλωστε, από την εκμετάλλευση των αγρών τους αντλούν τα εισοδήματα εκείνα που θα τους επιτρέψουν να αποπληρώσουν και την οφειλή για τη διάσωση της κύριας κατοικίας τους. Με την προτεινόμενη διάταξη καθιερώνεται το δικαίωμα των κατ’ αποκλειστικό επάγγελμα αγροτών να ζητούν την εξαίρεση της ρευστοποίησης ακίνητης αγροτικής περιουσίας (γεωργικής ή κτηνοτροφικής) που θα τους επιτρέπει να ασκούν το επάγγελμά τους. Με βάση τις ιδιαιτερότητες της κάθε περιοχής το δικαστήριο καλείται να καθορίζει την έκταση που θα εξαιρεθεί από την ρευστοποίηση και τους όρους αποπληρωμής της οφειλής που συναρτάται και εξασφαλίζεται με τη διάσωση της αγροτικής περιουσίας.
Με την τρίτη παράγραφο επέρχεται τροποποίηση διατάξεων για το πρόγραμμα επιδότησης αποπληρωμής στεγαστικών και επιχειρηματικών δανείων με υποθήκη σε κύρια κατοικία του Ν. 4605/2019.
Το Κίνημα Αλλαγής είχε επισημάνει κατά τη συζήτηση του Ν. 4605/2019 ότι οι διατάξεις για την προστασία της κύριας κατοικίας δεν θα μπορούσαν σε καμία περίπτωση να αναπληρώσουν το έλλειμμα από την κατάργηση των διατάξεων του άρθρου 9 του Ν. 3869/2010, ενώ απεδείχθη παντελώς ανεπαρκές και το πρόγραμμα ρύθμισης ενυπόθηκων δανείων που έχουν εξασφάλιση στην κύρια κατοικία. Οι εκτιμήσεις του Κινήματος Αλλαγής, δυστυχώς, επιβεβαιώθηκαν πανηγυρικά από το ασήμαντο αριθμό αιτήσεων που ευδοκίμησαν, σε σχέση με το πραγματικό πρόβλημα και τις προσδοκίες που καλλιεργήθηκαν. Γι’ αυτό και μία παράταση της ισχύος του εν λόγω νόμου, δίχως την προηγούμενη αποκατάσταση του Ν. 3869/2010 και τη ριζική βελτίωση των προϋποθέσεων υπαγωγής, δεν θα ήταν μόνο αναποτελεσματική, αλλά και εξόχως υποκριτική.
Το Κίνημα Αλλαγής θεωρεί ότι οι λόγω διατάξεις θα μπορούσαν να λειτουργήσουν συμπληρωματικά προς τον Ν. 3869/2010, ως ένα πρόγραμμα διευκόλυνσης και επίσπευσης της ρύθμισης οφειλών που οδηγούν στην προστασία της κύριας κατοικίας. Στο πλαίσιο αυτό, με την παρούσα ρύθμιση προτείνονται οι ακόλουθες παρεμβάσεις:
Προσαρμόζονται κατ’ αρχήν οι προθεσμίες έτσι ώστε η ρυθμιστική παρέμβαση της Πολιτείας να αναφέρεται στις επίκαιρες συνθήκες. Οι ληξιπρόθεσμες οφειλές προσδιορίζονται με σημείο αναφοράς την 31η Ιουλίου 2020 και ως τελευταία ημερομηνία για την αξιοποίηση του προγράμματος ορίζεται η 31η Δεκεμβρίου 2020.
Αφαιρούνται ή αμβλύνονται κριτήρια αποκλεισμού δανειοληπτών. Έτσι, η ύπαρξη άλλης περιουσίας μέχρι 80.000 ευρώ περιορίζεται μόνο στο πρόσωπο του οφειλέτη, ενώ εξακολουθεί να λαμβάνεται υπόψη η οικογενειακή εισοδηματική κατάσταση.
Σε ρύθμιση υπάγονται δάνεια με συνολική ανά πιστωτή οφειλή μέχρι 200.000 (αντί για 130.000) ευρώ. Οι πιστωτές δεν μπορούν να υπονομεύσουν τη ρύθμιση, κάτι που δεν είναι στη διακριτική τους ευχέρεια καθώς υποχρεούνται σε πρόταση σύμφωνα με τους όρους που ορίζονται στον νόμο, και ειδικότερα στο άρθρο 75. Οι δανειολήπτες, σε περίπτωση που κρίνονται επιλέξιμοι από την πλατφόρμα, πλην όμως δεν τους έγινε αντίστοιχη πρόταση, απολαμβάνουν ήδη, και ως προσωρινή, την όποια προστασία του νόμου.