ΠΟΛΙΤΙΚΗ
Κώστας Σκανδαλίδης: «Είναι φανερό ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση δεν έχει στρατηγική σε ό,τι αφορά την κατανομή ισχύος»
Ομιλία του Κοινοβουλευτικού Εκπροσώπου του Κινηματος Αλλαγής, Κώστα Σκανδαλίδη, στην ολομέλεια της Βουλής σε σχέση με τα τεκταινόμενα στην Ουκρανία.
Είναι φανερό ότι οι εποχές αλλάζουν και μάλιστα αλλάζουν δραματικά και καλό θα είναι να μην ισοπεδώνουμε τις διαφορετικότητες των εποχών. Γιατί το λέω αυτό; Διότι με τσίγκλησε ο φίλος μου, Θανάσης Παφίλης, μιλώντας για τους αστερίσκους που έβαλε ο Παπανδρέου εκείνη την εποχή σε έναν ψυχρό πόλεμο, σε έναν διπολικό κόσμο, με έναν τρίτο κόσμο που είχε τεράστιες παρεμβατικές δυνατότητες που σήμερα δεν υπάρχουν, σε έναν κόσμο που ήταν οργανωμένος σε μπλοκ και σε μια ισορροπία δυνάμεων άλλου τύπου από τη σημερινή.
Τότε λοιπόν –θέλω να του θυμίσω- η υπόθεση της ειρήνης και των έξι και της κατάργησης των Πέρσινγκ και Κρουζ ήταν μια υπόθεση που συγκλόνισε διεθνώς τα πράγματα. Ακολούθησαν δολοφονίες, αν δεν θυμάστε, σε αυτό. Η υπόθεση της αναγνώρισης της Πολωνίας σε κάποια φάση, κόντρα σε όλο το σύστημα, ήταν μια επαναστατική πράξη. Η υπόθεση του κορεατικού αεροπλάνου και η υπόθεση της νομιμοποίησης του πανεπιστημιακού κινήματος και του Αραφάτ –τις εποχές που ήταν τρομοκράτης ο Αραφάτ, σε σχέση με την αμερικανική πολιτική- δεν ήταν αστερίσκοι.
Ήταν μια τολμηρή, με τη δική σας έννοια, επαναστατική πολιτική που έμπαινε σε έναν κόσμο, που εξαντλούσε τις ισορροπίες υπέρ της ειρήνης και υπέρ μιας διεθνούς ισορροπίας που δεν θα έδινε στη μια πλευρά μονάχα την κυριαρχία. Μετά κατέρρευσε αυτός ο κόσμος. Δεν υπάρχει. Κατέρρευσε σε όλα τα επίπεδα και στο οικονομικό και σε όλα και έρχεται μια τελείως άλλη εποχή.
Σέβομαι την επιμονή σε μια στρατηγική, σε μια ιδέα, σε ένα όραμα –γιατί είναι μια πραγματικά ευγενική φιλοδοξία- αλλά είναι ένας άλλος κόσμος. Εμείς θέλουμε να είμαστε και σ’ αυτόν τον κόσμο πραγματιστές.
Αυτός ο κόσμος λοιπόν που ξεκίνησε, που έζησε το γκρέμισμα των δίδυμων πύργων και τη διεθνή τρομοκρατία, που έζησε τη φωτιά του Αμαζονίου και τη φυσική καταστροφή, που έζησε τη Lehman Brothers και την κατάρρευση του οικονομικού μοντέλου της περιβόητης ελεύθερης αγοράς, ασύδοτης αγοράς και με τον τρόπο που στήθηκε, που έζησε και ζει την πανδημία που δείχνει τα όρια της ανθρώπινης επιστήμης και του ανθρώπου γενικά να αντιμετωπίσει, να φτάσει το Θεό –που λέω εγώ, έτσι, με έναν πιο λυρικό τρόπο-, αυτός ο κόσμος είναι ένας τελείως διαφορετικός κόσμος και οι κατανομές ισχύος που αυτή την εποχή συντελούνται είναι τελείως διαφορετικές, απ’ ότι ήταν στις προηγούμενες εποχές. Τελείως διαφορετικές.
Μέχρι τώρα λοιπόν ζούμε περιφερειακές συγκρούσεις –είτε είναι στη Μέση Ανατολή είτε ήταν στο Αφγανιστάν είτε σε άλλες εστίες συγκρούσεων που υπήρχαν και παλιότερα- όπου δεν ήρθαν σε ευθεία αντιπαράθεση οι στρατηγικές της Αμερικής και της Ρωσίας και της ανερχόμενης δύναμης που είναι η Κίνα και άρα μπορούσαν να διευθετηθούν με έναν πιο εύκολο τρόπο.
Αναβαθμίζεται ο κίνδυνος, σε αυτή τη φάση, γιατί σε ευρωπαϊκό έδαφος εμφανίζονται αντιμέτωποι, από τη μια μεριά, το ΝΑΤΟ και, από την άλλη, η Ρωσία. Πραγματικά, η στρατηγική των Αμερικανών από τότε που κατέρρευσε η Σοβιετική Ένωση είναι γνωστή. Θέλει η επαναφορά μιας μεγάλης δύναμης, όπως είναι η Ρωσία στο προσκήνιο, να είναι σε επίπεδο περιφερειακής δύναμης και όχι παγκόσμιας δύναμης. Αυτό το γράφουν, το ξαναγράφουν και το λένε. Ευτυχώς, οι Αμερικάνοι φτιάχνουν την πολιτική τους μέσα στα πανεπιστήμια και αυτή βγαίνει έξω και την ξέρει όλος ο κόσμος.
Και συμφωνώ απόλυτα: Τη σημασία που έχει η Τουρκία για τους τουρκογενείς πληθυσμούς κάτω από την Κασπία, τη σημασία που έχουν οι βάσεις εδώ και όλο το τόξο με τη νατοποίηση της Κεντροανατολικής Ευρώπης και τη σημασία που έχει σήμερα η Ουκρανία στην απομόνωση της Ρωσίας. Αυτά τα αποδέχομαι, τα πιστεύω, τα βλέπω, είναι ανάγλυφα.
Γιατί τα λέω όλα αυτά; Διότι αυτή η αντιπαράθεση αναβαθμίζει πραγματικά τον κίνδυνο. Ένας πόλεμος, δηλαδή, ανάμεσα στο ΝΑΤΟ και τη Ρωσία που μέχρι χθες ήταν ιδεατός -χωρίς αυτό να σημαίνει ότι θα γίνει οπωσδήποτε, γιατί πάντα υπάρχουν οι δικλείδες, αλλά τώρα ερχόμαστε πιο κοντά σε έναν τέτοιο κίνδυνο- δεν θα έχει μονάχα οικονομικές επιπτώσεις, αλλά θα έχει και την επανεμφάνιση σε ευρωπαϊκό επίπεδο ενός φαντάσματος που είχε τελειώσει με τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Για εμένα αυτή η επανεμφάνιση είναι ένα σημείο των καιρών, της προσπάθειας ανακατανομής ισχύος ανάμεσα στις μεγάλες δυνάμεις.
Άρα, εμείς κάθε τι που οδηγεί πιο κοντά σε αυτό πρέπει να το καταγγέλλουμε και να το αποδοκιμάζουμε, διότι δεν μπορούμε να διανοηθούμε έναν τέτοιο πόλεμο. Και από αυτή την άποψη, η κίνηση που έκανε χθες ο Πούτιν πέρα από τα δίκαιά του ή το άδικό του, πέρα από τα δίκαια ή τα άδικα του ΝΑΤΟ και όλων αυτών των επιδιώξεων, ήταν μία κίνηση που ανεπίτρεπτα ρίχνει λάδι στη φωτιά και πρέπει να αποδοκιμαστεί από όλες τις δυνάμεις που θέλουν την ειρήνη και την πρόοδο στην περιοχή και γενικότερα στην Ευρώπη.
Άρα, λοιπόν, είναι αυτονόητη και η καταγγελία και η αποδοκιμασία και καλό είναι να βρεθεί ο τρόπος για να λυθεί ειρηνικά. Ωστόσο, δεν θα λυθεί και, κατά τη γνώμη μου, θα είναι μια χαίνουσα πληγή και για τα επόμενα χρόνια, γιατί όπου επιχειρήθηκαν τέτοιες συγκρούσεις, ακόμα κι αν δεν κατέληξαν σε θερμό πόλεμο, άφησαν πληγές που θα διαιωνίζονται. Άλλος θα μιλάει για τη δημοκρατία, άλλος θα μιλάει για τον συσχετισμό των πληθυσμών, ο τρίτος θα μιλάει για τη δυνατότητα, τον φόβο να έχει απέναντί του νατοϊκά όπλα, μπροστά στην αυλή της η Ρωσία και όλα αυτά είναι θέματα που θα είναι μέσα στον συρμό, στην καθημερινή ενασχόλησή μας με τα πράγματα. Άρα, από αυτήν την άποψη, αυτή είναι μια θλιβερή εξέλιξη για την πορεία της Ευρώπης συνολικότερα.
Έρχομαι τώρα στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Είναι φανερό ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση δεν έχει στρατηγική σε ό,τι αφορά την κατανομή ισχύος. Η Γαλλία έχει μια στρατηγική στη Νοτιοανατολική Μεσόγειο που έχει σχέση με τα γεωπολιτικά και η Γερμανία έχει τη γνωστή κεντροευρωπαϊκή της στρατηγική που έχει σχέση κυρίως με τα οικονομικά. Άρα, οι συμμαχίες που διαμορφώνονται είναι διαφορετικές και άρα η Ευρωπαϊκή Ένωση δυσκολεύεται να αναπτύξει μια κοινή εξωτερική πολιτική και μια κοινή πολιτική άμυνας, όπως ήταν αναγκαίο και όπως διακηρύσσει κάθε τόσο με τις συνόδους που γίνονται στα ευρωπαϊκά όργανα.
Θέλω να πω, λοιπόν, ότι τώρα φαίνεται η τεράστια αδυναμία της Ευρώπης, όταν θεωρητικά λέει εδώ και πολλά χρόνια ότι η Ρωσία πρέπει να είναι κομμάτι της κοινής ασφάλειας του ευρωπαϊκού χώρου, αλλά χωρίς να έχει κάνει κάποια κίνηση προς αυτήν την κατεύθυνση, με αποτέλεσμα τώρα να γίνονται διάφορες τακτικές κινήσεις για να δείξουμε ότι είμαστε παρόντες. Αυτή είναι η αλήθεια! Να παρέμβουμε στρατιωτικά δεν μπορούμε, διπλωματικά μάς έχουν για ένα δευτερεύον επίπεδο και ανάλογα με το πώς συμφέρει, μπαίνουμε ή δεν μπαίνουμε στο παιχνίδι, ενώ εσωτερικά υπάρχει και αυτή η διχογνωμία η οποία αποκλείει την Ευρωπαϊκή Ένωση από το να πάει γρήγορα σε μια κοινή εξωτερική πολιτική και πολιτική άμυνας.
Το ότι η Ευρώπη έπρεπε και πρέπει να ενοποιηθεί γρήγορα σε αυτό το επίπεδο και να αποκτήσει μια ομοσπονδιακή μορφή είναι άμεσος και αποφασιστικός στόχος και αυτή η προσπάθεια πρέπει να επιταχυνθεί από τις εξελίξεις. Δεν ξέρω πόσες δυνάμεις το εννοούν όταν το λένε. Όμως, σε έναν πολυπολικό κόσμο του ενιαίου καπιταλιστικού, όπως λέτε, συστήματος η Ευρώπη θα μπορούσε να είναι ο προοδευτικός, ο δημοκρατικός πόλος και η δύναμη εκείνη που πραγματικά θα μπορούσε να βοηθήσει σε μια καινούργια ισορροπία σε αυτή την καινούργια εποχή στην οποία έχουμε μπει.
Έρχομαι τώρα στην Ελλάδα. Αυτές τις μέρες, ακούω πολλές συζητήσεις που γίνονται για τον αναθεωρητισμό του Ερντογάν και τον αναθεωρητισμό του Πούτιν. Δεν θα πρέπει να συγκρίνουμε ανόμοια πράγματα, γιατί δεν είναι το ίδιο πράγμα. Ο Ερντογάν στα πλαίσια μιας συγκεκριμένης συμμαχίας επιχειρεί την αναβάθμιση της χώρας του και την ενίσχυση της επιρροής της σε όλη την ευρύτερη περιοχή ως μεγάλης περιφερειακής δύναμης, ενώ η υπόθεση του αναθεωρητισμού του Πούτιν δεν είναι απλά υπόθεση αναθεωρητισμού, αλλά υπόθεση αποφυγής ενός πολέμου με απίστευτες συνέπειες. Είναι άλλα τα μεγέθη και άλλα τα πράγματα.
Δεν ενδιαφέρεται ο Πούτιν τόσο πολύ για τις λεπτομέρειες των άρθρων της μιας συνθήκης ή της άλλης συνθήκης. Προσπαθεί να επιβάλει με τη δύναμή του και το ΝΑΤΟ προσπαθεί να αμυνθεί και να επιβάλει με τη δική του δύναμη τις δικές του επιδιώξεις. Είναι τελείως διαφορετικά πράγματα, για να μην τα συγκρίνουμε και να μην μεγαλώνουμε πολύ τον κίνδυνο που έχουμε στην περιοχή.
Η δική μας άποψη είναι ότι οι διαπραγματεύσεις που κάνουμε στα πλαίσια της Δύσης –γιατί στη Δύση είμαστε και οι συμμαχίες αυτές υπάρχουν και αυτήν την εποχή και θα υπάρχουν και στο μέλλον- είναι φανερό ότι σε αυτή τη διαπραγμάτευση εμείς δεν είμαστε ισχυρή δύναμη, γι’ αυτό κάνουμε κριτική στην εξωτερική πολιτική της Κυβέρνησης, δηλαδή του κ. Μητσοτάκη.
Και μην ξεχνάτε ότι δύο πρωθυπουργοί πήγαν στην Αμερική τα τελευταία χρόνια, ο κ. Τσίπρας και ο κ. Μητσοτάκης, και γύρισαν και οι δύο, υπογράφηκε αμυντική συμφωνία με την Αμερική, μπορεί για το ΚΚΕ να ήταν μια απαράδεκτη κίνηση, για εμάς θα μπορούσε να ήταν μια επωφελής κίνηση, αν συνοδευόταν από κάποια ανταλλάγματα τα οποία δεν πήραμε δυστυχώς.
Εγώ δεν αρνούμαι τη σημασία της Αλεξανδρούπολης ούτε τη σημασία της Σούδας. Αρνούμαι όμως ότι εμείς κερδίσαμε από αυτή τη συμφωνία. Αυτό που έπρεπε σε ό,τι αφορά τη δική μας άμυνα και τη δική μας ισχυρή διπλωματική παρουσία στην περιοχή και τη δική μας αναβάθμιση της σχέσης μας στα πλαίσια των συμμαχιών μας. Είναι ο πραγματισμός από τη μια και το όνειρο από την άλλη που έχω και εγώ από μικρό παιδί. Βέβαια δεν έρχεται τόσο εύκολα αυτό.
Άρα, για άλλη μια φορά θέλω να απευθυνθώ στην Κυβέρνηση. Χειρίζεται μόνη της θέματα που είναι πέραν της δύναμής της και πέρα από τον ορίζοντα και τη στενόμυαλη στρατηγική της. Χρειάζεται εθνικό μέτωπο αυτούς τους δύσκολους καιρούς που δυστυχώς κωφεύει και δεν εννοεί να διαμορφώσει τις συνθήκες για να υπάρξει. Ας το καταλάβει πριν να είναι πολύ αργά.