Connect with us

ΠΟΛΙΤΙΚΗ

Τροπολογία ΚΙΝΑΛ για την προστασία της πρώτης κατοικίας

Published

on

Τροπολογία της ΚΟ του Κινήματος Αλλαγής για επαναφορά της προστασίας της κύριας κατοικίας των υπερχρεωμένων φυσικών προσώπων, βελτίωση της διαδικασίας ρύθμισης των δανειακών υποχρεώσεων

Τροπολογία – Προσθήκη

Στο σχέδιο νόμου του Υπουργείου Οικονομικών «Ρύθμιση Οφειλών και Παροχή Δεύτερης Ευκαιρίας».

Θέμα: «Επαναφορά της προστασίας της κύριας κατοικίας των υπερχρεωμένων φυσικών προσώπων, βελτίωση της διαδικασίας ρύθμισης των δανειακών υποχρεώσεων».

Αιτιολογική Έκθεση

Η Κυβέρνηση προέκρινε ως την κατάλληλη στιγμή για την εισαγωγή ενός νέου προπτωχευτικού και πτωχευτικού πλαισίου που δίνει έμφαση στη ρευστοποίηση των περιουσιακών στοιχείων των επιχειρήσεων και των νοικοκυριών  με στόχο τη «γρήγορη επιστροφή των παραγωγικών μέσων στην παραγωγική διαδικασία», τη στιγμή που η ελληνική οικονομία βυθίζεται στην πιο βαθιά ύφεση από το δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο όπως δείχνουν τα διαθέσιμα μακροοικονομικά στοιχεία, εξαιτίας της πανδημίας του Covid-19 αλλά και της αναποτελεσματικής προσπάθειας ανάσχεσης της ύφεσης από την ίδια την Κυβέρνηση.

Η Κυβέρνηση μάλιστα δε δέχτηκε να γίνει ουσιαστικός διάλογος και απέρριψε την πρόταση του Κινήματος Αλλαγής για σύσταση διακομματικής επιτροπής για την προστασία της πρώτης κατοικίας και τον εκσυγχρονισμό του πτωχευτικού δικαίου των φυσικών προσώπων, ενώ δε συστήθηκε ούτε καν νομοπαρασκευαστική επιτροπή για ένα τόσο κρίσιμο ζήτημα.

Μάλιστα κατά τη διάρκεια της συζήτησης στην αρμόδια επιτροπή του παρόντος σχεδίου νόμου για τη «Ρύθμιση Οφειλών και Παροχή Δεύτερης Ευκαιρίας» δια στόματος του Υπουργού Οικονομικών η Κυβέρνηση προσπάθησε να απαξιώσει τον  Ν. 3869/2010 που αποτέλεσε πρωτοβουλία της Κυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ, αποδίδοντας σε αυτόν την κάλυψη των στρατηγικών κακοπληρωτών  ενώ όπως αναδείχθηκε στη σχετική συζήτηση και από τους φορείς που προσκλήθηκαν το πλαίσιο αυτό ήταν η μοναδική πραγματική προστασία για τους συμπολίτες μας που περιήλθαν σε αντικειμενική αδυναμία να εξυπηρετήσουν τα χρέη τους, ενώ η πόρτα άνοιξε για τους στρατηγικούς κακοπληρωτές με το Ν.4161/2013 του Χατζηδάκη όταν έπαιρναν προστασία με μία απλή αίτηση.

Advertisement

Υπενθυμίζεται ότι ο  Ν. 3869/2010 εισήγαγε στη χώρα μας τον θεσμό της ατομικής πτώχευσης, δίνοντας τη δυνατότητα στους υπερχρεωμένους καταναλωτές να ρυθμίζουν τα χρέη τους με βάση τις πραγματικές τους δυνατότητες, καθιερώνοντας παράλληλα την προστασία της κατοικίας των υπερχρεωμένων νοικοκυριών. Ο υπερχρεωμένος οφειλέτης, εφόσον είχε περιέλθει χωρίς δόλο σε μόνιμη αδυναμία πληρωμής, μπορούσε να αιτηθεί την προστασία της κύριας κατοικίας του, υπό την προϋπόθεση ότι θα αποπλήρωνε με το χαμηλό επιτόκιο ενός στεγαστικού δανείου σε μακροχρόνια βάση, το ποσό που θα εισέπρατταν οι τράπεζες από τη ρευστοποίησή της.

Ο Ν. 3869/2010 αποτέλεσε, μέσα στην κορύφωση της οικονομικής κρίσης, το πιο σημαντικό εργαλείο των αδύναμων δανειοληπτών για να ρυθμίσουν τα χρέη τους με βάση τις πραγματικές τους δυνατότητες και να προστατεύσουν την κατοικία τους. Αυτό συνέβη την ίδια στιγμή που οι τράπεζες εμφανίζονταν απρόθυμες να προβούν σε ουσιαστικές ρυθμίσεις και αναπροσαρμογές των χρεών. Πλέον, υπό τις νέες δραματικές οικονομικές συνθήκες που διαμορφώνει η αντιμετώπιση της πανδημίας είναι ακόμη περισσότερο αναγκαία η διαφύλαξη της κατοικίας των νοικοκυριών που έχουν περιέλθει σε μόνιμη αδυναμία.

Η προηγούμενη Κυβέρνηση όχι μόνο δεν στήριξε την εφαρμογή του Ν. 3869/2010 αλλά, δυστυχώς, κατήργησε τις διατάξεις για την προστασία της κύριας κατοικίας. Στη θέση τους εισήγαγε τον Ν. 4605/2019, ένα νόμο που απέχει πολύ από το να προσφέρει αποτελεσματική προστασία της κατοικίας των υπερχρεωμένων πολιτών. Ο Ν. 4605/2019 αφορούσε στην ουσία ένα πρόγραμμα διαθέσιμο για μία ορισμένη χρονική περίοδο, για τη ρύθμιση ορισμένων, ενυπόθηκα εξασφαλισμένων, τραπεζικών πιστώσεων. Ως τέτοιο πρόγραμμα, δεν μπόρεσε να καλύψει το κενό που άφησε η απάλειψη της προστασίας της κατοικίας στο πλαίσιο του Ν. 3869/2010, ενώ η δυνατότητα υποβολής αιτήσεων στο νόμο αυτό έπαυσε την 31.7.2020.

Άλλωστε, το πλήθος των προϋποθέσεων που έθετε για την υπαγωγή στις ρυθμίσεις του, βάσει των διαθέσιμων στοιχείων σχετικά με την εφαρμογή του, απέκλεισε το συντριπτικό μέρος των δανειοληπτών που βρίσκονται είτε σε πρόσκαιρη ή σε μόνιμη αδυναμία. Εκτός από το ότι  ο  Ν. 4605/2019 είχε πρόσκαιρη ισχύ, δεν λάμβανε υπόψη τις συνολικές οφειλές, δεν προέβλεπε τη συλλογική τους ρύθμιση, ενώ δε διαμόρφωνε προϋποθέσεις για ένα νέο οικονομικό ξεκίνημα, καθώς μετέφερε στο απώτερο μέλλον το σύνολο των υποχρεώσεων του οφειλέτη ή τα τυχόν περιορισμένα ευεργετήματα διαγραφής χρέους.

Σήμερα, τα νοικοκυριά απειλούνται όσο ποτέ άλλοτε από την απώλεια της κατοικίας. Οι τράπεζες, αντί της διευκόλυνσης των ρυθμίσεων με βάση τις δυνατότητες των δανειοληπτών, έχουν επιλέξει τη στρατηγική της πώλησης των δανείων. Χιλιάδες πλειστηριασμοί κατοικιών επισπεύδονται, πλέον και από τις εταιρίες που αγοράζουν τα δάνεια αποβλέποντας στο γρήγορο κέρδος τους. Ο Κώδικας Δεοντολογίας της Τράπεζας της Ελλάδος δεν έχει παράγει τα επιθυμητά αποτελέσματα και η Κυβέρνηση θεσμοθετεί ένα πτωχευτικό πλαίσιο λαιμητόμο για αδύναμα νοικοκυριά.

Καθίσταται επιβεβλημένο, προκειμένου να αποφευχθεί το τραγικό αδιέξοδο αρκετών νοικοκυριών, να αποκατασταθεί το πλέγμα προστασίας της κύριας κατοικίας που προέβλεπε ο Ν. 3869/2010.

Άλλωστε η δικαστική κρίση και η πρόσβαση που έχουν, πλέον, οι πιστωτές, σε όλα τα κρίσιμα οικονομικά δεδομένα του δανειολήπτη εγγυώνται και διασφαλίζουν την αξιόπιστη εφαρμογή του νόμου. Συγχρόνως όμως, η αποκατάσταση της προστασίας θα προσφέρει στα υπερχρεωμένα νοικοκυριά μία στοιχειώδη διαπραγματευτική δύναμη για την επιδίωξη μίας ουσιαστικής, ρεαλιστικής και κατάλληλης ρύθμισης.

Advertisement

Με την πρώτη παράγραφο της προτεινόμενης τροπολογίας επαναφέρεται η προστασία της κύριας κατοικίας του Ν. 3869/2010. Τα όρια προστασίας αναπροσαρμόζονται, ώστε να καλύπτουν ευρύτερα κοινωνικά στρώματα. Συγχρόνως, προβλέπεται η δυνατότητα αξιοποίησης της συνεισφοράς του Δημοσίου του άρθρου 76 του Ν. 4605/2019, στη λογική του νόμου αυτού, για τη βελτίωση της ικανότητας αποπληρωμής του οφειλέτη, αλλά και τη βέλτιστη αποπληρωμή των χρεών προς τους πιστωτές.

Με τη δεύτερη παράγραφο προβλέπεται η αντίστοιχη εφαρμογή των διατάξεων για την προστασία της κύριας κατοικίας και για την αγροτική ακίνητη περιουσία. Το επάγγελμα των αγροτών είναι συνυφασμένο με τους αγρούς που εκμεταλλεύονται. Η προστασία της αγροτικής περιουσίας είναι αναγκαία προκειμένου οι αγρότες να είναι σε θέση να εξακολουθούν να ασκούν το μόνο εν τέλει επάγγελμα το οποίο έχουν επιλέξει και έχουν αναπτύξει τις δεξιότητές τους. Μέσα, άλλωστε, από την εκμετάλλευση των αγρών τους αντλούν τα εισοδήματα εκείνα που θα τους επιτρέψουν να αποπληρώσουν και την οφειλή για τη διάσωση της κύριας κατοικίας τους.  Με την προτεινόμενη διάταξη καθιερώνεται το δικαίωμα των κατ’ αποκλειστικό επάγγελμα αγροτών να ζητούν την εξαίρεση της ρευστοποίησης ακίνητης αγροτικής περιουσίας (γεωργικής ή κτηνοτροφικής) που θα τους επιτρέπει να ασκούν το επάγγελμά τους. Με βάση τις ιδιαιτερότητες της κάθε περιοχής το δικαστήριο καλείται να καθορίζει την έκταση που θα εξαιρεθεί από την ρευστοποίηση και τους όρους αποπληρωμής της οφειλής που συναρτάται και εξασφαλίζεται με τη διάσωση της αγροτικής περιουσίας.

Με την τρίτη παράγραφο επέρχεται τροποποίηση διατάξεων για το πρόγραμμα επιδότησης αποπληρωμής στεγαστικών και επιχειρηματικών δανείων με υποθήκη σε κύρια κατοικία του Ν. 4605/2019.

Το Κίνημα Αλλαγής είχε επισημάνει κατά τη συζήτηση του Ν. 4605/2019 ότι οι διατάξεις για την προστασία της κύριας κατοικίας δεν θα μπορούσαν σε καμία περίπτωση να αναπληρώσουν το έλλειμμα από την κατάργηση των διατάξεων του άρθρου 9 του Ν. 3869/2010, ενώ απεδείχθη παντελώς ανεπαρκές και το πρόγραμμα ρύθμισης ενυπόθηκων δανείων που έχουν εξασφάλιση στην κύρια κατοικία. Οι εκτιμήσεις του Κινήματος Αλλαγής, δυστυχώς, επιβεβαιώθηκαν πανηγυρικά από το ασήμαντο αριθμό αιτήσεων που ευδοκίμησαν, σε σχέση με το πραγματικό πρόβλημα και τις προσδοκίες που καλλιεργήθηκαν. Γι’ αυτό και μία παράταση της ισχύος του εν λόγω νόμου, δίχως την προηγούμενη αποκατάσταση του Ν. 3869/2010 και τη ριζική βελτίωση των προϋποθέσεων υπαγωγής, δεν θα ήταν μόνο αναποτελεσματική, αλλά και εξόχως υποκριτική.

Το Κίνημα Αλλαγής θεωρεί ότι οι λόγω διατάξεις θα μπορούσαν να λειτουργήσουν συμπληρωματικά προς τον Ν. 3869/2010, ως  ένα πρόγραμμα διευκόλυνσης και επίσπευσης της ρύθμισης οφειλών που οδηγούν στην προστασία της κύριας κατοικίας. Στο πλαίσιο αυτό, με την παρούσα ρύθμιση  προτείνονται οι ακόλουθες παρεμβάσεις:

  1. Προσαρμόζονται κατ’ αρχήν οι προθεσμίες έτσι ώστε η ρυθμιστική παρέμβαση της Πολιτείας να αναφέρεται στις επίκαιρες συνθήκες. Οι ληξιπρόθεσμες οφειλές προσδιορίζονται με σημείο αναφοράς την 31η Σεπτεμβρίου 2020 και ως τελευταία ημερομηνία για την αξιοποίηση του προγράμματος ορίζεται η 31η Δεκεμβρίου 2020.
  2. Αφαιρούνται ή αμβλύνονται κριτήρια αποκλεισμού δανειοληπτών. Έτσι, η ύπαρξη άλλης περιουσίας μέχρι 80.000 ευρώ περιορίζεται μόνο στο πρόσωπο του οφειλέτη, ενώ εξακολουθεί να λαμβάνεται υπόψη η οικογενειακή εισοδηματική κατάσταση.
  3. Σε ρύθμιση υπάγονται δάνεια με συνολική ανά πιστωτή οφειλή μέχρι 200.000 (αντί για 130.000) ευρώ. Οι πιστωτές δεν μπορούν να υπονομεύσουν τη ρύθμιση, κάτι που δεν είναι στη διακριτική τους ευχέρεια καθώς υποχρεούνται σε πρόταση σύμφωνα με τους όρους που ορίζονται στον νόμο, και ειδικότερα στο άρθρο 75. Οι δανειολήπτες, σε περίπτωση που κρίνονται επιλέξιμοι από την πλατφόρμα, πλην όμως δεν τους έγινε αντίστοιχη πρόταση, απολαμβάνουν ήδη, και ως προσωρινή, την όποια προστασία του νόμου.

Τροπολογία – Προσθήκη

Στο σχέδιο νόμου του Υπουργείου Οικονομικών «Ρύθμιση Οφειλών και Παροχή Δεύτερης Ευκαιρίας» προστίθεται νέο άρθρο ως εξής:

«Άρθρο …

Advertisement

1. Στο άρθρο  9 του ν. 3869/2010 προστίθενται παράγραφοι 2 έως 5, ως ακολούθως:

«2. Ο οφειλέτης μπορεί να υποβάλει στο δικαστήριο πρόταση εκκαθάρισης και σχέδιο διευθέτησης οφειλών, ζητώντας να εξαιρεθεί από την εκποίηση βεβαρημένο ή με μη εμπράγματη ασφάλεια ακίνητο, εφόσον, στο πρόσωπο του οφειλέτη,  πληρούνται σωρευτικά οι εξής προϋποθέσεις: α) το συγκεκριμένο ακίνητο χρησιμεύει ως κύρια κατοικία του, β) το μηνιαίο διαθέσιμο οικογενειακό του εισόδημα δεν υπερβαίνει τις εύλογες δαπάνες διαβίωσης, όπως αυτές προσδιορίζονται στην παράγραφο 3 του άρθρου 5 του παρόντος, προσαυξημένες κατά εβδομήντα τοις εκατό (70%),  και γ) η αντικειμενική αξία της κύριας κατοικίας κατά το χρόνο συζήτησης της αίτησης δεν υπερβαίνει τις διακόσιες χιλιάδες (200.000) ευρώ  για τον άγαμο οφειλέτη, προσαυξημένη κατά πενήντα χιλιάδες ευρώ (50.000) ευρώ για τον έγγαμο οφειλέτη και κατά είκοσι πέντε χιλιάδες (25.000) ευρώ ανά τέκνο.

Το σχέδιο διευθέτησης οφειλών θα προβλέπει ότι ο οφειλέτης  καταβάλλει το μέγιστο της δυνατότητας αποπληρωμής του και ότι καταβάλλει ποσό τέτοιο ώστε οι πιστωτές του να μη βρεθούν χωρίς τη συναίνεσή τους, σε χειρότερη οικονομική θέση από αυτήν στην οποία θα βρίσκονταν σε περίπτωση αναγκαστικής εκτέλεσης. Με απόφαση της Τράπεζας της Ελλάδος ορίζονται η διαδικασία και τα κριτήρια που λαμβάνονται υπόψη για τον προσδιορισμό της μεγίστης ικανότητας αποπληρωμής του οφειλέτη και τον προσδιορισμό του ποσού το οποίο θα ελάμβαναν οι πιστωτές σε περίπτωση αναγκαστικής εκτέλεσης, καθώς και για τον προσδιορισμό της ενδεχόμενης ζημίας των πιστωτών.

3.Για την εφαρμογή του πρώτου εδαφίου της παραγράφου 2, οποιοσδήποτε διάδικος μπορεί να ζητήσει να ληφθεί υπόψη η εμπορική και όχι η αντικειμενική αξία της κύριας κατοικίας του οφειλέτη. Στην περίπτωση αυτή, το δικαστήριο διορίζει ως πραγματογνώμονα πιστοποιημένο εκτιμητή, φυσικό ή νομικό πρόσωπο, το οποίο περιλαμβάνεται στο Μητρώο Πιστοποιημένων Εκτιμητών της Διεύθυνσης Οικονομικού Συντονισμού και Μακροοικονομικών Προβλέψεων της Γενικής Διεύθυνσης Οικονομικής Πολιτικής του Υπουργείου Οικονομικών. Τα έξοδα της πραγματογνωμοσύνης βαρύνουν το διάδικο που τη ζητεί. Το αίτημα για διορισμό πραγματογνώμονα είναι απαράδεκτο, αν δεν υποβάλλεται είτε με την αίτηση είτε με αυτοτελές δικόγραφο, το οποίο κατατίθεται τουλάχιστον έξι (6) μήνες πριν την ημερομηνία συζήτησης της αίτησης. Αν το αίτημα υποβληθεί με την αίτηση, ο Ειρηνοδίκης διορίζει πραγματογνώμονα κατά την ημέρα επικύρωσης. Αν υποβληθεί με αυτοτελές δικόγραφο, ο πραγματογνώμονας διορίζεται με πράξη του αρμόδιου δικαστή, η οποία εκδίδεται μέσα σε δεκαπέντε (15) ημέρες από την κατάθεσή του, με κλήτευση των διαδίκων πριν από είκοσι τέσσερις (24) ώρες. Δεν απαιτείται διορισμός πραγματογνώμονα αν οποιοσδήποτε διάδικος προσκομίσει έκθεση πιστοποιημένου εκτιμητή του δεύτερου εδαφίου. Αν το δικαστήριο δεν εξαιρέσει την κύρια κατοικία από τη ρευστοποίηση, τότε για τρία (3) έτη από τη δημοσίευση της απόφασης η τιμή πρώτης προσφοράς κατά τον πλειστηριασμό της δεν μπορεί να είναι κατώτερη του ορίου αξίας για την προστασία της κύριας κατοικίας κατά τη γ’ περίπτωση του πρώτου εδαφίου της παραγράφου 2. Αν σε δύο διαδοχικούς πλειστηριασμούς, με τιμή πρώτης προσφοράς ίση με το όριο αξίας για την προστασία της κύριας κατοικίας κατά τη γ’ περίπτωση του πρώτου εδαφίου της παραγράφου 2, δεν γίνει κατακύρωση, τότε ο οφειλέτης μπορεί να ζητήσει μεταρρύθμιση της απόφασης για τη δικαστική ρύθμιση των οφειλών του, προκειμένου να εξαιρεθεί η κύρια κατοικία του από τη ρευστοποίηση, εφόσον συντρέχουν και οι υπόλοιπες προϋποθέσεις του πρώτου εδαφίου της παραγράφου 2. Στη δίκη της αίτησης μεταρρύθμισης τεκμαίρεται αμάχητα ότι η εμπορική αξία της κατοικίας είναι κατώτερη του ορίου αξίας για την προστασία της κατά τη γ’ περίπτωση του πρώτου εδαφίου της παραγράφου 2, ενώ ο χρονικός περιορισμός της παραγράφου 2 κρίνεται με βάση το χρόνο άσκησης της αρχικής αίτησης. Κατά το χρονικό διάστημα των καταβολών της παραγράφου 2 του άρθρου 8 το δικαστήριο κατανέμει το ποσό που μπορεί να καταβάλει ο οφειλέτης μεταξύ της ρύθμισης οφειλών του άρθρου 8 και του σχεδίου διευθέτησης οφειλών του παρόντος άρθρου, διασφαλίζοντας ότι οι πιστωτές δεν θα βρεθούν χωρίς τη συναίνεσή τους σε χειρότερη οικονομική θέση από αυτήν, στην οποία θα βρίσκονταν σε περίπτωση αναγκαστικής εκτέλεσης.

4. Η μη τήρηση από τον οφειλέτη των υποχρεώσεων που επιβάλλονται κατ’ εφαρμογή της παραγράφου 2, επιτρέπει στον πιστωτή να κινήσει διαδικασίες αναγκαστικής εκτέλεσης κατά του οφειλέτη και της μοναδικής κατοικίας του. Καταγγελία της ρύθμισης της παραγράφου 2 επιτρέπεται εφόσον ο οφειλέτης καθυστερεί υπαιτίως την καταβολή τεσσάρων διαδοχικών μηνιαίων δόσεων ετησίως ή καθυστερεί την καταβολή δόσεων της ρύθμισης, έτσι ώστε το συνολικό ύψος του ποσού σε καθυστέρηση να υπερβαίνει αθροιστικώς την αξία τεσσάρων (4) μηνιαίων δόσεων ετησίως. Για τον υπολογισμό του έτους στο προηγούμενο εδάφιο λαμβάνεται ως αφετηρία ο χρόνος έκδοσης της αποφάσεως που διατάσσει την καταβολή των δόσεων κατά το παρόν άρθρο. Αν ο οφειλέτης κατοικεί ή διαμένει σε ξένο ακίνητο, τότε οι διατάξεις της παρούσας παραγράφου εφαρμόζονται και για το μοναδικό ακίνητο του οφειλέτη που μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως κύρια κατοικία. Η προστασία του ακινήτου, σύμφωνα με τα προηγούμενα, ισχύει και εφόσον ο οφειλέτης έχει την επικαρπία ή ψιλή κυριότητα ή ιδανικό μερίδιο επ’ αυτών.

5. Ο οφειλέτης δύναται να αιτηθεί τη συνεισφορά του Δημοσίου που προβλέπεται στο άρθρο 76 του Ν. 4605/2019  για τη μερική κάλυψη των μηνιαίων καταβολών που ορίζονται στο πλαίσιο της ρύθμισης της παραγράφου 2 του παρόντος άρθρου. Με απόφαση των Υπουργών Οικονομίας και Ανάπτυξης, Εργασίας Κοινωνικής ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης και Οικονομικών καθορίζονται οι προϋποθέσεις,  ο τρόπος προσδιορισμού και το ακριβές ύψος της συνεισφοράς του Δημοσίου.»

2. Μετά το άρθρο 9 του ν. 3869/2010 προστίθεται άρθρο 9Α, ως ακολούθως:

Advertisement

«Άρθρο 9Α

Προστασία αγροτικής περιουσίας»

Ο οφειλέτης που είναι αγρότης στο επάγγελμα μπορεί στην πρόταση εκκαθάρισης και το σχέδιο διευθέτησης οφειλών, να ζητήσει  να εξαιρεθούν από την εκποίηση αγροί τους οποίους χρησιμοποιεί για την άσκηση αποκλειστικής γεωργικής ή κτηνοτροφικής δραστηριότητας, εφόσον η αντικειμενική αξία των αγρών ή, σε περίπτωση που δεν υφίσταται τέτοια, η εμπορική αξία δεν υπερβαίνει το ήμισυ των αξιών που ορίζονται για την προστασία της  κύριας κατοικίας.  Η ρύθμιση για την εξαίρεση των αγρών από τη ρευστοποίηση πραγματοποιείται με ανάλογους όρους με αυτούς που προβλέπονται στο άρθρο 9».

3. Οι ακόλουθες διατάξεις του Ν. 4605/2019 τροποποιούνται ως ακολούθως:

α) Στις παραγράφους 2 και 3 του άρθρου 68 η φράση «την 31η Δεκεμβρίου 2018» αντικαθίσταται από την φράση «την 31η Σεπτεμβρίου 2020».

β)Η υπό περίπτωση ε) της παραγράφου 1 του άρθρου 68 αντικαθίσταται ως ακολούθως:

«ε) Αν το σύνολο των οφειλών των παραγράφων 2 έως 4 υπερβαίνει τα 20.000 ευρώ, η ακίνητη περιουσία, πέραν της κύριας κατοικίας του, καθώς και τα μεταφορικά μέσα του αιτούντα έχουν συνολική αξία που δεν υπερβαίνει τα 80.000 ευρώ κατά το χρόνο υποβολής της αίτησης του άρθρου 72».

Advertisement

γ) Η υπό περίπτωση η) της παραγράφου 1 του άρθρου 68 αντικαθίσταται ως ακολούθως:

«η) Το σύνολο του ανεξόφλητου κεφαλαίου, στο οποίο συνυπολογίζονται λογιστικοποιημένοι τόκοι κατά την ημερομηνία υποβολής της αίτησης του άρθρου 72, δεν υπερβαίνει τις 200.000 ευρώ ανά πιστωτή ή τις 170.000 ανά πιστωτή αν στις οφειλές αυτές περιλαμβάνονται επιχειρηματικά δάνεια. Αν η οφειλή έχει συνομολογηθεί σε άλλο, πλην ευρώ, νόμισμα, τότε για τον καθορισμό των ορίων του προηγούμενου εδαφίου, λαμβάνεται υπόψη η ισοτιμία αλλοδαπού νομίσματος και ευρώ κατά το χρόνο υποβολής της αίτησης του άρθρου 72».

δ) Στην παράγραφο 1 του άρθρου 72 η φράση «έως την 30η Ιουλίου 2020» αντικαθίσταται από την φράση «έως την 31η Δεκεμβρίου 2020».

ε) Το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 2 του άρθρου 74 αντικαθίσταται ως ακολούθως:

«Μέσα σε ένα μήνα από την κοινοποίηση της αίτησης κάθε πιστωτής υποχρεούται να υποβάλλει πρόταση για ρύθμιση της απαίτησής του σύμφωνα με τους όρους του άρθρου 75».

στ) Το  τελευταίο εδάφιο της παραγράφου 8 του άρθρου 77 καταργείται.

ζ) Το τρίτο εδάφιο της παραγράφου 2 του άρθρου 78 αντικαθίσταται ως ακολούθως:

Advertisement

«Αν ο πιστωτής παρέλειψε να υποβάλλει πρόταση, χωρίς να επικαλεστεί μη επιλεξιμότητα του αιτούντα κατά το δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 2 του άρθρου 74, η προσωρινή διαταγή χορηγείται ήδη με τους όρους του άρθρου 75».

η) Την αίτηση της παραγράφου 1 του άρθρου 72 Ν. 4605/2019 μπορούν να επανυποβάλλουν και οφειλέτες των οποίων η αίτηση δεν οδήγησε σε συναινετική ρύθμιση επιλέξιμων οφειλών.