ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ
Eργασιακά: Η κυβέρνηση Μητσοτάκη “νομοθετεί” εις βάρος των εργαζομένων: Τέλος το 8ωρο και υπερωρίες, “κυρώσεις” στις απεργίες
Έχει γίνει πλέον αντιληπτό στους περισσότερους, πως όταν ο Μητσοτάκης μιλούσε για “κυβέρνηση των αρίστων” εννοούσε “κυβέρνηση των λίγων”. Αυτή η λογική της προάσπισης των “λίγων” καθιστά και “λίγη” την κυβέρνηση Μητσοτάκη. Για πολλούς λόγους “λίγη”. Μα εν προκειμένω, αυτή η Δεξιά, πάει να “πετύχει” εκεί που ακραία καθεστώτα “απέτυχαν”. Πάει να καταργήσει με “1 νόμο και 1 άρθρο” εργατικά δικαιώματα που κερδήθηκαν με αίμα, εργατικά δικαιώματα που επί 100 και πλέον χρόνια ανά τον κόσμο θεωρούνται δεδομένα και διασφαλισμένα!
Να δούμε αναλυτικά κάποιες από τις “μεταρρυθμίσεις” που προβλέπει το Νομοσχέδιο της κυβέρνησης:
Τέλος για οκτάωρο και υπερωρίες
Το νομοσχέδιο του υπουργείου Εργασίας, που θα εισαχθεί στη Βουλή πιθανότατα τον Μάιο, περιλαμβάνει τέσσερις συγκεκριμένες «χειρουργικές» παρεμβάσεις στην αγορά εργασίας δρομολογώντας τη μεγαλύτερη ανατροπή και απορρύθμιση στις εργασιακές σχέσεις από τα μέσα της δεκαετίας του 1970.
Στο νομοσχέδιο προβλέπεται πρώτα στις επιχειρήσεις εντάσεως εργασίας η εφαρμογή του δεκαώρου. Δηλαδή οι εργαζόμενοι (π.χ. σε τουρισμό, μεταφορές, εστίαση, εμπόριο) θα υποχρεούνται να εργάζονται για 6 ή 8 μήνες 10 ώρες αντί για 8, δίχως να αμείβονται υπερωριακά.
Οι επιπλέον ώρες εργασίας θα συμψηφίζονται είτε με άδειες, είτε με ρεπό, είτε με λιγότερες ώρες εργασίας σε επόμενη περίοδο αναφοράς. Για παράδειγμα, εργαζόμενος σε ξενοδοχείο θα εργάζεται 50 ώρες την εβδομάδα από τον Μάιο έως τον Οκτώβριο και 30 ώρες την εβδομάδα από τον Νοέμβριο μέχρι τον Απρίλιο. Στην πράξη, για 6 μήνες τον χρόνο το οκτάωρο θα μπαίνει «στον πάγο» και θα συμψηφίζεται την επόμενη περίοδο.
Με άλλα λόγια, οι εργαζόμενοι (σε πενθήμερη βάση) θα εργάζονται έως και 50 ώρες την εβδομάδα, ενώ το συγκεκριμένο πλαίσιο θα προωθηθεί με «ατομικές συμβάσεις εργασίας», δηλαδή με απευθείας συμφωνία του εργοδότη με τον εργαζόμενο, χωρίς την παρέμβαση του κλαδικού σωματείου ή με τη… συναίνεση του οικείου σωματείου, που στις περισσότερες περιπτώσεις (ιδιαίτερα για τις πολύ μικρές επιχειρήσεις) λειτουργεί με τη μορφή «ενώσεων προσώπων», ενός μορφώματος εντελώς ευάλωτου στις πιέσεις της εργοδοσίας.
Πέραν, ωστόσο, από την κατάργηση των οκταώρου και τη δυνατότητα δεκάωρης καθημερινής εργασίας, το υπουργείο Εργασίας θα αυξήσει και το όριο των νόμιμων υπερωριών. Σήμερα το ανώτατο καθεστώς υπερωριακής απασχόλησης των εργαζομένων στις βιομηχανικές, βιοτεχνικές επιχειρήσεις, εκμεταλλεύσεις και εργασίες είναι 48 ώρες ανά εξάμηνο, ενώ στις επιχειρήσεις παροχής υπηρεσιών το όριο είναι 120. Το νομοσχέδιο προβλέπει αύξηση του ανώτατου ορίου στις 150 ώρες σε όλους τους τομείς δραστηριότητας, γεγονός που θα σημάνει τη μείωση του κόστους των υπερωριών για τους εργοδότες και τη μείωση των αποδοχών των εργαζομένων. Αυτό σημαίνει ότι, εκτός από τη δίωρη καθημερινή εργασία πέραν του οκταώρου που δεν θα αμείβεται, η δυνατότητα φθηνών υπερωριών θα αυξηθεί από 30% έως και 65%.
Τηλεργασία χωρίς όρους και όρια
Το διευθυντικό δικαίωμα στην εργασία επιβάλλεται πλήρως και στην τηλεργασία, όπου το τοπίο παραμένει σκόπιμα αρρύθμιστο (ανανεώνεται κάθε μήνα) τους τελευταίους 13 μήνες της πανδημίας, με την εξ αποστάσεως εργασία να έχει φτάσει πλέον στο 27% της απασχόλησης. Εδώ να θυμίσουμε ότι πρόσφατα στην Ευρωβουλή οι ευρωβουλευτές της Ν.Δ. ψήφισαν τροπολογία με την οποία «πάγωσε» η κατοχύρωση του δικαιώματος στην αποσύνδεση για τους τηλεργαζόμενους.
Ξηλώνεται ο Ν. 1264/82
Το νομοσχέδιο επιβάλλει σημαντικές αλλαγές και στον συνδικαλιστικό Νόμο 1264/1982 σε ζητήματα που αφορούν την ηλεκτρονική ψηφοφορία στα σωματεία για την κήρυξη απεργίας, την ηλεκτρονική καταγραφή των συνδικάτων και των εργαζομένων – συνδικαλιστών, το ειδικό μητρώο προκειμένου να έχουν δυνατότητα συλλογικής διαπραγμάτευσης, τον καθορισμό προσωπικού ασφαλείας που θα φτάνει και το 40% σε «ανήσυχους» κλάδους εργαζομένων (συγκοινωνίες, ασφαλιστικά ταμεία, στον ευρύτερο δημόσιο τομέα κ.λπ.) ώστε να μην… διαταράσσεται η ομαλή λειτουργία της οικονομικής και κοινωνικής ζωής.
Σύμφωνα με τον εργατολόγο Διουνύση Τεμπονέρα, «η πρωτοβουλία αυτή μεταφράζεται σε νέους περιορισμούς στο δικαίωμα στην απεργία, σε ‘φακέλωμα’ και χειραγώγηση των συνδικάτων, σε διώξεις σε συνδικαλιστικά στελέχη και σε σειρά συνεπειών που στόχο έχουν να τρομοκρατήσουν και να αδρανοποιήσουν τους εκπροσώπους των εργαζομένων και τους ίδιους».