ΠΟΛΙΤΙΚΗ
Kώστας Σκανδαλίδης: Πλαφόν στη Λιανική Τιμή του Ρεύματος Τώρα!
Κάτω από εξόχως δραματικές συνθήκες ο Πρωθυπουργός σήμερα αναγκάζεται να παρέμβει με μέτρα σε ένα τρομακτικό πρόβλημα που βιώνει η ελληνική κοινωνία. Δεν σπεύδω να προκαταλάβω αυτά που θα πει, ούτε να απαντήσω σε κάτι που δεν ξέρω, παρότι δεν είμαι καθόλου αισιόδοξος γι’ αυτό.
Σ’ αυτήν εδώ την Αίθουσα πριν από λίγες μέρες, όταν μίλησα για «δολοφονικούς» λογαριασμούς της ΔΕΗ υπήρξε μια αντίδραση ότι: «Ποιος; Ο Σκανδαλίδης μιλάει; Είναι λαϊκισμός». Δεν είναι λαϊκισμός, είναι μια πραγματικότητα που τη ζει ο Έλληνας πολίτης από τα πιο μικρά νοικοκυριά μέχρι τη μεσαία τάξη σε μεγάλη έκταση και με ένα τρομακτικό πρόβλημα επιβίωσης πια των ανθρώπων. Θα ήθελα, λοιπόν, να πω δυο λόγια που έχουν σχέση με το πώς φτάσαμε ως εδώ και τι πιστεύω ότι πρέπει να γίνει και τι προτείνω να γίνει. Εξάλλου καταθέσαμε και εμείς μια συγκεκριμένη τροπολογία σήμερα.
Σε ό,τι αφορά το γενικότερο στρατηγικό πλαίσιο, που νομίζω ότι είναι εντελώς λειψό, έχει ένα απαράδεκτο κενό στρατηγικής γιατί ξεκινά από το χρηματιστήριο ενέργειας και την κοντόφθαλμη απόφαση να πωλείται καθημερινά το 100% της ενέργειας στην χρηματιστηριακή αγορά, όταν η Γερμανία και η Γαλλία έχουν το 29% και η Ιταλία μόλις το 11%. Στο επιχείρημα ότι «έτσι έκαναν οι περισσότερες χώρες» νομίζω ότι έγινε για άλλη μια φορά αντιγραφή μοντέλου χωρίς να υπολογιστεί η ιδιαιτερότητα της Ελλάδας, δηλαδή ο χαμηλός ανταγωνισμός και η περιορισμένη συνδεσιμότητα της χώρας μας σε ό,τι αφορά την ενέργεια.
Δεν πωλείται στην Ελλάδα, δηλαδή, ενέργεια βάσει μακροπρόθεσμων συμβολαίων που είναι μια σταθερή τιμή και μια σταθερή, αν θέλετε, αξία που έρχεται στη χώρα, αλλά το συνολικό ποσοστό, η συνολική ενέργεια πωλείται στη χρηματιστηριακή αγορά.
Αυτή την αστάθεια και την επικίνδυνη, αν θέλετε, απολυτότητα την ξεκίνησε με την απόφασή του ο ΣΥΡΙΖΑ και συνέχισε να την εφαρμόζει με πιο απόλυτο βαθμό η Κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας.
Εν τω μεταξύ, από το 2020 και πριν από την κρίση τα τιμολόγια αυξάνονται συνεχώς αντί να μειώνονται. Η χώρα, λοιπόν, με βάση αυτή την πολιτική εισήλθε απροετοίμαστη στην κρίση, γιατί ενώ εδώ και χρόνια, από τις αρχές της δεκαετίας του 2010, οι ευρωπαϊκές αποφάσεις έδιναν την κατεύθυνση «Επενδύστε στις ΑΠΕ με στόχο να υποκατασταθεί το ορυκτό καύσιμο από τις Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας σε μεγάλο βαθμό» και ενώ αρχικά υπήρξε μια προσπάθεια αυτό να απλωθεί στους αγρότες, στις μικρές επιχειρήσεις, στους πολίτες και στα νοικοκυριά, από ένα σημείο και μετά σταμάτησε αυτή η πολιτική, με αποτέλεσμα να περιορίζεται πια στο ολιγοπώλιο ορισμένων εταιρειών, οι οποίες κάνουν μεγάλες επενδύσεις και έχουν μεγάλα κέρδη και την ίδια στιγμή άρχισε να φθίνει όλη αυτή η προσπάθεια, να μπει συνολικά η κοινωνία στο να κερδίσει από αυτή την ιστορία -όχι μόνο το περιβάλλον, αλλά και η κοινωνία οικονομικά και τα νοικοκυριά- με αποτέλεσμα σήμερα να βρεθούν ουσιαστικά έρμαια σε αυτό τον ανταγωνισμό χωρίς όρους και όρια.
Η μείωση κατά 50% του λιγνίτη, που έγινε αρχικά και πιο βίαια μετά το 2020, αναγκάστηκε να μας εξαρτήσει από το φυσικό αέριο. Το φυσικό αέριο είναι και αυτό ένα ορυκτό καύσιμο, που είναι και αυτό μέσα στη χρηματιστηριακή αγορά. Και, άρα, η χώρα από μια ανάγκη να γίνει αυτόνομη ενεργειακά βρέθηκε εξαρτημένη, ευάλωτη και στο έλεος διαφόρων συμφερόντων.
Και, παρεμπιπτόντως, εδώ θέλω να πω μια κουβέντα. Θα μου το επιτρέψετε. Όταν ο Πρωθυπουργός μίλησε για το 90% των υπερκερδών, ότι θα φορολογήσει το 90% των εσόδων των μεγάλων επιχειρήσεων και ο κ. Τσίπρας ουσιαστικά το αποδέχτηκε με έναν τρόπο «να το κάνετε», εγώ είχα πει ότι είναι αφελές αυτό, διότι ο κύριος Πρωθυπουργός ουσιαστικά πέταξε την μπάλα αλλού. Και την πέταξε αλλού τη μπάλα, διότι είναι πάρα πολύ καθαρό ότι οι ισολογισμοί που άλλοι εμφανίζονται με κάποιες, αν θέλετε, ζημιές και άλλοι με κάποια κέρδη, μικρά κέρδη, ποτέ δεν δείχνουν την αλήθεια και, άρα, ήταν μια ουσιαστική υπεκφυγή. Δεν επρόκειτο ουσιαστικά να φορολογηθούν τα μεγάλα υπερκέρδη και η αισχροκέρδεια των μεγάλων εταιρειών.
Θα μου πείτε: Λύσεις εύκολες υπάρχουν; Όχι, βέβαια. Εμείς, λοιπόν, έχουμε προτείνει ως άμεσο μέτρο, ως μόνο άμεσο μέτρο, το πλαφόν στη λιανική τιμή του ρεύματος. Άμεσα να εφαρμοστεί σε εθνικό επίπεδο, να διεκδικηθεί και στα πλαίσια της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Και πιστεύουμε ότι το να μπει το πλαφόν στη χονδρική τιμή δεν έχει άμεσο αποτέλεσμα, γιατί και στη χονδρική τιμή περνά μέσα από το Χρηματιστήριο Ενέργειας και δεν είναι βέβαιο ότι θα φτάσει στον καταναλωτή. Πάλι από αυτό το ουσιαστικό πλαφόν θα κερδίσουν οι μεγάλες εταιρείες χωρίς να είναι βέβαιο ότι θα κερδίσει ο καταναλωτής.
Λέμε, λοιπόν, ότι πρέπει να υπάρξουν δύο πράγματα: Πρώτον, το πλαφόν στη λιανική τιμή του ρεύματος -αυτό προτείνουμε στην τροπολογία που καταθέσαμε- και να υπάρξει και ένας δίκαιος μηχανισμός φορολογικών υπερκερδών όχι με απλό ευχολόγιο, αλλά μέσα από συγκεκριμένες δομές. Αυτό δεν γίνεται.
Τελειώνοντας θέλω να πω το εξής: Εμείς έχουμε στο μυαλό μας και έχουμε στην πολιτική μας πολλές επιλογές που έχουν σχέση με την πιο μεσοπρόθεσμη και μακροπρόθεσμη πολιτική.
Θέλουμε έναν δίκαιο μηχανισμό φορολόγησης των υπερκερδών. Θέλουμε ένα ευρύ πρόγραμμα εξοικονόμησης ενέργειας που να είναι συγκεκριμένο και να εμπλέκονται και οι πόροι του Ταμείου Ανασυγκρότησης. Θέλουμε διάχυση των ΑΠΕ στην κοινωνία, σε μικρούς παραγωγούς, σε ενεργειακές κοινότητες, για να ενισχυθεί η παραγωγή και παράλληλα να υπάρξει η μείωση της εξάρτησης από το φυσικό αέριο και από το ορυκτό γενικά.
Θέλουμε, τέλος, επενδύσεις στο δίκτυο με νέους υποσταθμούς, αλλά χρειάζονται πόροι από το Ταμείο Ανάκαμψης. Και εδώ η σύγκριση είναι πραγματικά για λύπηση. Μόνο τα 195 εκατομμύρια για διασύνδεση στα νησιά, τα 100 εκατομμύρια για ενίσχυση της ανθεκτικότητας και τα 12 εκατομμύρια για την αύξηση ισχύος των 800 μεγαβάτ δεν αποτελούν ουσιαστική πολιτική. Χρειάζονται πολύ πιο γενναίες αποφάσεις, άλλες κατανομές υπέρ των καταναλωτών, υπέρ των πολιτών, υπέρ των νοικοκυριών που σήμερα βιώνουν αυτήν την τρομακτική εμπειρία.
Είμαστε εδώ να τοποθετηθούμε και το βράδυ απέναντι στα μέτρα που θα εξαγγείλει ο Πρωθυπουργός.