Connect with us

ΚΟΙΝΩΝΙΑ

Απόψεις: “Ελληνικά εκπαιδευτικά παράδοξα: σύστημα πρόσβασης, αξιολόγηση – κουβέντα να γίνεται”…

Published

on

Γράφει ο Νίκος Τσούλιας, Γραμματέας του Τομέα Παιδείας του Κινήματος Αλλαγής

Η δυνατότητα να ερμηνεύεις την πραγματικότητα είναι μείζον ιδεολογικό, πολιτικό, κοινωνικό, προσωπικό ζήτημα. Χωρίς μια ικανοποιητική ερμηνεία δεν μπορείς να αναλύσεις, να προτείνεις, να σχεδιάσεις, να δημιουργήσεις. Βέβαια η ερμηνεία δεν είναι στατική – έχει δυναμικό περιεχόμενο και συνδιαλέγεται πάντα με τις γνώσεις μας, με την εμπειρία μας, με τις στοχεύσεις μας κλπ.

Τι γίνεται όμως όταν η ερμηνεία είναι αρκετά σαφής και όχι μόνο δεν ικανοποιεί τον ορθολογισμό μας αλλά μας προσφέρει αμηχανία και στόμωση στη σκέψη μας; Όταν το ερμηνευτικά μας σχήματα βρίθουν από προκαταλήψεις και από δογματισμούς, πώς μπορούμε να διαμορφώσουμε τη δράση μας και τις ενέργειές μας;

Χωρίς να δίνω απάντηση στον προηγούμενο προβληματισμό καταθέτω παραδοξότητες που καλά κρατούν στο ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα και που δεν τις αγγίζει καμιά ροή του χρόνου, κανένα γύρισμα των καιρών.

Πρώτο παράδοξο. Το σύστημα πρόσβασης των μαθητών στην τριτοβάθμια εκπαίδευση αποτελεί μόνιμο και διαχρονικό, σταθερό και πρωταρχικό πεδίο αναφοράς των εκπαιδευτικών πολιτικών, των κομμάτων που έχουν κυβερνήσει, των υπουργών Παιδείας. Στη διάρκεια της μεταπολίτευσης έχουν γίνει δεκάδες παρεμβάσεις στο σύστημα. Όλοι οι Υπουργοί – με ελάχιστες εξαιρέσεις – ζουν και αναπνέουν με τη φιλοδοξία να κάνουν το δικό τους σύστημα. Ο βασικός λόγος είναι απλός. Με δεδομένα ότι α) δεν έχουν πρόταση για το περιεχόμενο της εκπαίδευσης και β) το εν λόγω θέμα έχει πάντα έντονο κοινωνικό ενδιαφέρον, δίνουν εδώ το πολιτικό τους βάρος, για να εξασφαλίσουν δημοσιότητα και αναφορά στην ιστορία της εκπαίδευσης!

Τέτοιο παραλήρημα διαρκούς ενασχόλησης με το σύστημα πρόσβασης δεν υπάρχει σε καμιά χώρα της Ευρώπης. Αλλά το παράδοξο δεν είναι στην πολιτική ψύχωση. Γίνονται διαρκείς αλλαγές στο σύστημα, το οποίο όμως παραμένει σταθερό και αταλάντευτο – με εξαίρεση το Ν.2525/1997 – και μπορεί να περιγραφεί με μια πρόταση. «Οι μαθητές εισάγονται στο πανεπιστήμιο με πανελλαδικές εξετάσεις σε 4 – 6 μαθήματα και κατά περιπτώσεις λαμβάνεται υπόψη και ο βαθμός του απολυτηρίου του λυκείου ή και οι βαθμοί των τάξεων του λυκείου».

Τι αλλάζουν και διαρκώς αλλάζουν λοιπόν; Πώς μπορεί να κατανοηθεί η ερμηνεία της μόνιμης πολιτικής ψυχοπαθολογίας; Πώς μπορεί να σχεδιαστεί εκπαιδευτική πολιτική, όταν οι υπουργοί δεν μπορούν να απαλλαγούν από μια εμμονή ενός εξωτερικού στοιχείου της εκπαίδευσης, όταν ο πολιτικός τους λόγος δεν αγγίζει τις προκλήσεις των καιρών;

Δεύτερο παράδοξο. Η αξιολόγηση του εκπαιδευτικού έργου έχει γίνει μείζον ιδεολογικο-πολιτικό θέμα και κυρίως ένα απόλυτα θεωρητικό θέμα! Εδώ δεν υπάρχει μόνο παραδοξότητα πολιτικής ψυχοπαθολογίας Υπουργών και αδυναμίας παραγωγής εκπαιδευτικής πολιτικής. Φωλιάζει για τα καλά και παραλογισμός. Συζητάμε, αντιδικούμε, φτιάχνουμε στρατόπεδα μετωπικής αντιπαράθεσης, διαμορφώνουμε ιδεολογικούς και κοσμοθεωρητικούς προμαχώνες Υπουργοί, πολιτικοί, κυβερνήσεις, εκπαιδευτικοί, συλλογικότητες, πολίτες και όλα αυτά για ένα φάντασμα! Δεν υπάρχει «σώμα αξιολόγησης». Υπάρχουν μόνο νόμοι ουδέποτε εφαρμοσθέντες, γνώμες, απόψεις κλπ κλπ. Εδώ και 40 χρόνια ερίζουμε σε θεωρητικό επίπεδο και η εκπαιδευτική πραγματικότητα «απορεί»… Σε καμιά χώρα της Ευρώπης δεν γίνεται μετωπικός πόλεμος με τις λέξεις σε ένα εκπαιδευτικό ζήτημα για δεκαετίες, χωρίς να υπάρχει κάποια υλική βάση.

Advertisement

Και εδώ υπάρχει εξήγηση – μόνο που δεν ικανοποιεί. Τα χαρακώματα που έχουν φτιαχτεί είναι πάντα στη θέση τους και οι υπερασπιστές τους νιώθουν μια χαρά που δεν υποχωρούν – δεν τους νοιάζει αν προχωρούν. Όταν ένα εκπαιδευτικό θέμα, μετασχηματίζεται σε «ζήτημα ζωής και θανάτου», χάνει την ουσία του.

Οι κυβερνήσεις όταν αναφέρονται στην αξιολόγηση του εκπαιδευτικού έργου, συνήθως εννοούν μόνο την αξιολόγηση των εκπαιδευτικών, θεωρούν ότι αυτή η αξιολόγηση είναι το μείζον πρόβλημα της εκπαίδευσης και ότι θα λύσει κάθε αδυναμία του εκπαιδευτικού συστήματος και παράλληλα διαμορφώνουν σχήματα ελέγχου που ακόμα και ως θεωρητικά πονήματα απαξιώνουν τον εκπαιδευτικό και τον παιδαγωγικό ρόλο του. Φυσικά δεν έχουν ποτέ καμιά τύχη, γιατί δεν έχουν καμιά σχέση με την εκπαίδευση. Αυτός είναι και ο βασικός λόγος που δεν έχει εφαρμοστεί τίποτα μέχρι τώρα και ούτε πρόκειται να εφαρμοστεί, αν δεν αλλάξουν τρόπο σκέψης!

Προφανώς η αξιολόγηση του εκπαιδευτικού έργου – όπως και κάθε εκπαιδευτικό ζήτημα – έχει πολιτικές και ιδεολογικές αναφορές. Αυτό φυσικά δεν σημαίνει ότι δεν μπορείς να συζητήσεις την εκπαιδευτική του διάσταση. Αξιολόγηση του εκπαιδευτικού έργου συνολικά μπορεί να υπάρξει μόνο με τη διαμόρφωση ενός ήπιου συστήματος εσωτερικής αξιολόγησης, που θα είναι πεδίο δημιουργικότητας των εκπαιδευτικών και δυναμικής ανάπτυξης της λειτουργίας των Συλλόγων Διδασκόντων. Ό,τι άλλο έρχεται στην επιφάνεια, απλά επιπλέει σαν φελλός για να τον βλέπουν όσοι φαντασιώνονται πολιτικά με αυτόν…